Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

        ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΠΟΥ ΛΑΤΡΕΥΕ ΤΟ ΦΩΣ



Ηταν αστειοι. Οχι ακριβως, μαλλον αφελεις περισσοτερο. Και παλι, η διατυπωση δεν ηταν απολυτα σωστη. Πως οριζεις καποιον που διχως να γνωριζει το παραμικρο για κατι, πλην της υπαρξεως του, το σκιαγραφει, το αποδομει η επανασυνθετει κατα το δοκουν, το φερνει στα πλαισια του αναλογα με τις διαμορφωμενες συνθηκες, το ερμηνευει και το χαρακτηριζει, το εκμεταλλευεται, το στιγματιζει, του προσδιδει ανυπαρκτες ιδιοτητες η το ερμηνευει ?
Οσο δυσκολο ηταν τελικα για το ιδιο να χαρακτηρισει ενα τετοιο τυπο ανθρωπου τοσο ευκολα ηταν για εκεινον να εχει προσωπικη, στερεα αποψη για το ιδιο.
Το μονο παρηγορο ηταν οτι δεν ειχε την αποκλειστικοτητα. Εξ' αλλου δεν ηταν το μοναδικο στοιχειο για το οποιο ουδεις γνωριζε κατι μα ηταν σε ολους φυσιολογικα οικειο. 
Ισως ηταν στη φυση του ανθρωπου να προσπαθει να αποσαφηνισει την υπαρξη του αγνωστου φερνοντας το παντα στα δικα του ευμεταβλητα μετρα για να καταφερει να το οικειοποιηθει.
Το σκοταδι αναρωτηθηκε αν επρεπε να θυμωσει, να γελασει η απλα ν' αδιαφορησει για τον τροπο που το χειριζοταν ο καθενας. Επελεξε να κανει κατι πιο εποικοδομητικο.
               ===================================
Ειναι ανατριχιαστικο πως παγιωνονται καποιες θεσεις μεσα απο την αναγκη να προσδωσεις αναγνωρισιμη υφη σε κατι που υπηρχε πριν απο σενα και θα υπαρχει και μετα. 
Η θεωρια πως το ιδιο ηταν το αντιθετο του φωτος , οσο κι αν ειχε μετεξελιχθει, εμπλουτιστει η υπερφιλοσοφηθει, ουσιαστικα δεν ειχε αλλαξει απο την βαση του. 
Το φως και το σκοταδι δεν θα μπορουσαν να ειναι ποτε μαζι, απλα θα διαδεχονταν το ενα το αλλο, υπενθυμιζοντας εκατερωθεν την παρουσια τους για λιγα δευτερολεπτα καθε φορα, αυτη ηταν η γενικη εικονα.
Ολα τα ομορφα, ευχαριστα και υπεροχα συνεβαιναν κατα την διαρκεια της βασιλειας του φωτος, η αντιστοιχια τους στην ασχημη εκδοση κατα την διαρκεια του σκοταδιου.
Ευκολο και βολικο, ενιοτε απαραιτητο για καθε ισορροπια μυαλου, αποτελουσε μια σταθερα απο τοτε που το ανθρωπινο γενος προσπαθουσε να μεταφρασει το καθε συμβαν με το δικο του, απλοικο κι επικινδυνο τροπο, αδιαφορωντας για το που ακριβως βρισκοταν η αληθεια.
Αυτη ηταν ακομα πιο απλη. Το σκοταδι που λατρευε το φως ηξερε.
              ==============================
Ζουσε μεσα του και το αντιστροφο. Συνυπηρχαν απο τοτε που ενοιωσαν οτι υπηρχαν. Σε ανθρωπινους ορους αυτο θα ηταν ο τελειος, μοναδικος και απολυτος ερωτας, η ιδανικη αρμονια, το απαυγασμα της ολοκληρωσης. Μα αν περιγραφοταν με ανθρωπινους ορους τοτε θα περιειχε ατελειες, ασυμβατοτητες, λαθη και προβληματα. Κι εδω κατι τετοιο δεν υπηρχε.
Καθ' ολη τη διαρκεια της παρουσιας του ενος το αλλο δεν χανοταν, δεν αποσυροταν, δεν περναγε στην προσωρινη αφανεια. Ζουσε το ενα μεσα στο αλλο. Μοναδικα και τελεια.
Σαν τον αφανη εραστη που χαιρεται την προβολη της ερωμενης του καλα κρυμμενος στην σκια της, σαν την ερωμενη που αθεατη απολαμβανει την υπαρξη του αλλου μισου της χαμογελωντας, ετσι το σκοταδι και το φως δεν μπορουσαν να ζησουν χωρις την υπαρξη του αλλου.
Μα αν μπορουσε να το διανοηθει ανθρωπινος νους αυτο τιποτα μετα δεν θα ηταν το ιδιο αφου ολα θα επρεπε ν' αλλαξουν δραματικα. Και δεν υπηρχε λογος για να γινει κατι τετοιο.
               ================================
Το σκοταδι ειχε απλωθει μεσα στην παχια σκια της λευκας στην ακρη του ποταμου παρακολουθωντας, χωρις να γινεται αντιληπτο, το ερωτικο παιγνιδι αναμεσα στο δεντρο και το νερο του ποταμου. Ακομα κι αν δεν ηθελε ηταν αδυνατον να μην ακουσει την στιχομυθια τους.
-'Ειναι υπεροχο που σε βλεπω ετσι γαληνιο να στραφτοκοπας ομορφια' ψιθυρισε το δεντρο.
-'Ειναι γιατι σε βλεπω να μου χαμογελας' απαντησε το νερο κι ενας ηδονικος κυματισμος εμφανιστηκε φευγαλεα στην επιφανεια του. 'Δεν μπορεις να φανταστεις πως νοιωθω που σ' εχω στην αγκαλια μου' συνεχισε χαιδευοντας την σκια της λευκας που αντικατοπτριζοταν πανω του. 'Δεν χορταινω να σε φιλαω και να σε αγγιζω' προσθεσε.
-'Ηθελα να ειμαι μεγαλυτερο να μπορω να νοιωσω ολο σου το κορμι' ειπε το δεντρο σαλευοντας τα φυλλα του σ' ενα ριγος παρατεταμενου παθους. 'Εισαι τοσο απαλο, τοσο λειο, που δεν θελω να σε χασω ουτε στιγμη' ειπε. 'Ειναι αδυνατον να σου περιγραψω πως νοιωθω οταν σε αισθανομαι στις ριζες μου, πως νοιωθω οταν σε ακουμπαω'.
                   =============================
-'Λατρευω οταν βρεχω τις ριζες σου, οταν νοιωθω πως με ρουφας και ζω αυτη τη μαγευτικη διαδρομη σ' ολο σου το κορμι. Οταν φτανω και στο πιο απομακρυσμενο σημειο σου η αισθηση πως ειμαι παντου μεσα σου ειναι απιστευτη. Δεν θελω να σε χασω ποτε'.
Το σκοταδι ενοιωσε το φως να το περιβαλλει απο παντου και ριγησε. Δεχτηκε το αερινο φιλι του και το ανταπεδωσε. Κοιταξαν μαζι την λευκα και το νερο και χαμογελασαν.
Ηταν εξω απο καθε ανθρωπινη αποδοχη μα ηταν περα για περα αληθινη. 
Ασαλευτα και τα δυο, δεν χρειαζοταν καν να πλησιασουν το ενα το αλλο. Ο ερωτας ειχε βρει τον τροπο του να τα δεσει, να τα ενωσει οπως κανεις αλλος δεν θα μπορουσε να κανει.
Μια ματια, ενα χαδι, ενα αγγιγμα, ενα ψιθυρισμα ηταν αρκετο. Βρισκονταν εκει το ενα για το αλλο και ζουσαν το ονειρο οσο θα διαρκουσε. Γιατι αρκουσε ενα ασυνειδητο χερι ξυλοκοπου η ενα τεχνητο φραγμα για να τα καταστρεψει ολα. Κι αν ακομα δεν περνουσε απο το χερι τους να εμποδισουν μια τετοια ενδεχομενη απειλη αυτο δεν μπορουσε ποτε να ειναι εμποδιο μπροστα σ' αυτο που ειχαν. Κι αυτο που ειχαν ηταν κατι μοναδικο κι αξεπεραστο.
                    ============================
Το σκοταδι περικυκλωσε την πηγη της θερμοτητας ξεροντας πως βρισκοταν μπροστα σε μια ακομα παθιασμενη ιστορια αγαπης. Αθεατο κοντοσταθηκε ν' ακουσει.
-'Μου ειχες λειψει, το ξερεις' ? εκανε ο ανεμος κανοντας πιο αισθητη την ηδη εντονη παρουσια του. 'Εχουν περασει μονο λεπτα απο τοτε που ημασταν μαζι κι ομως μου φανηκαν ατελεωτα'.
-'Και μενα μου ελειψες' απαντησε η φωτια αφηνοντας ελευθερο τον εαυτο της να παρασυρθει σ' ενα ατελειωτο, γλυκο φιλι. 'Αν ηξερες ποσο ειχα πεθυμησει το χαδι σου'....προσθεσε.
-'Λυπαμαι που σε αφησα μονη κι αυτα τα λιγα λεπτα' αποκριθηκε ο ανεμος. 'Δεν μπορεις να φανταστεις ποσο ανυπομονουσα να σε παρω και παλι στην αγκαλια μου' συνεχισε κι εσφιξε τοσο δυνατα τις φλογες που εμοιασαν ν' ανεβαινουν κυριολεκτικα στον ουρανο.
-'Ξερεις ποσο θελω να με φροντιζεις, να με προσεχεις' ειπε η φωτια κατακοκκινη απο την εξαψη. 'Καθε φορα που χανεσαι νοιωθω πως σ' εχω χασει οριστικα'.
-'Το ξερω' απαντησε ο ανεμος. 
                 ===========================
-'Καθε φορα που χανεσαι νοιωθω πως χανομαι κι εγω. Σε ψαχνω παντου μεχρι να σε ξαναβρω, μονο τοτε νοιωθω και παλι υπεροχα. Η ζεστη σου, η μυρωδια σου, η αφη σου, ειναι το μονο πραγμα που μ' ενδιαφερει' ολοκληρωσε ο αγερας στελνοντας ριπες στο αντικειμενο του ποθου του.
'Αγαπαω το χαδι σου, την επαφη σου, το πως με θεριευεις' ειπε η φωτια και οι γλωσσες της εγλειψαν τον αερινο εραστη της. 'Δεν μπορω να ζησω χωρις εσενα' προσθεσε.
-'Δεν θα σε αφησω ποτε' απαντησε ο αερας εισχωρωντας κυριολεκτικα αναμεσα της. 'Ακομα και τις στιγμες που δεν θα ειμαι διπλα σου μην πιστεψεις ποτε οτι σε αφησα. Δεν θα σταματησω ποτε να σε λατρευω'.
-'Το ξερω' απαντησε η φωτια. 'Φιλα με, φιλα με συνεχεια και για παντα'.
Το σκοταδι αγκαλιασε το φως και για λιγο τα παντα επαψαν να υπαρχουν. Κοιταχτηκαν και χαμογελασαν καταλαβαινοντας πως εκαναν την ιδια σκεψη ταυτοχρονα.
Ακομα κι αν ο αερας κοπαζε, ακομα κι αν η φωτια καποια στιγμη εσβηνε δεν επαιζε απολυτως κανενα ρολο. Λεπτα μονο αργοτερα θα συναντιοντουσαν και παλι καπου αλλου για ν' ανταλλαξουν και παλι τα ιδια παθιασμενα λογια. 
                 ===========================
Σταθηκαν στην ακρη του μπαλκονιου και κοιταξαν μεσα. Ηταν κουλουριασμενοι πανω σ' ενα μικρο αντικειμενο που οι ιδιοι ονομαζαν καναπε και ηταν ξεκαθαρο πως δεν τους χωρουσε. 
Παρ' ολα αυτα τα ειχαν καταφερει μ' ενα μαγικο τροπο να βολευτουν με το θηλυκο να ειναι χωμενο στην αγκαλια του αρσενικου. Της χαιδευε τα μαλλια, την εσφιγγε στην αγκαλια του και αυτη χαμογελουσε. Καθε λιγο φιλιοντουσαν, αγγιζαν ο ενας τον αλλο και ψιθυριζαν.
-'Μ' αρεσει που σ' εχω αγκαλια' ειπε το αρσενικο. 'Δεν σε χορταινω το ξερεις' ?
-'Κι εμενα μ' αρεσει' αποκριθηκε το θηλυκο. 'Λατρευω την αισθηση της επιδερμιδας σου, ειναι σαν βελουδακι' συνεχισε.
-'Τρελαινομαι οταν βλεπω τα ματια σου να χαμογελανε' ειπε το αρσενικο. 'Νομιζω πως αυτο και μονο μου ειναι αρκετο για να ειμαι ευτυχισμενος'.
-'Σταματα παλιοζουζουνο' ηρθε η απαντηση. 'Ολο θελεις να με πειραζεις, το ξερεις' ?
-'Το ξερω. Δωσε μου τωρα ενα φιλι'.
                    ========================
Το σκοταδι και το φως χαμογελασαν κι ετοιμαστηκαν να φυγουν οταν μια φραση τους κρατησε πισω. Αυτα που επακολουθησαν τα εκαναν ν' απορησουν.
-'Τι θα γινει μ' αυτην την κατασταση' ? ειπε το θηλυκο. 'Δεν το αντεχω αλλο αυτο' συνεχισε. 'Μια ζεστη, μια κρυο, πρεπει να δουμε τι θα γινει με μας' ?
'Τι εννοεις' απαντησε απορημενα το αρσενικο.
-'Καθε φορα το ιδιο πραγμα μου λες' ειπε το θηλυκο. 'Τι εννοεις και τι εννοεις. Αυτο που καταλαβες εννοω. Ως που θα παει αυτη η κατασταση' ?
-'Τι θελεις να κανουμε' ? απαντησε το αρσενικο και εκεινη τη στιγμη η μαγεια περασε μπροστα απο το σκοταδι και το φως αδιαφορωντας για την παρουσια τους και χαθηκε.
Το σκοταδι και το φως κοιταχτηκαν κι ενα αισθημα θλιψης τα κυριευσε.
Δεν ηξεραν καν τι ειχαν εκτος απο τους εαυτους τους. Μια καταδικασμενη κατασταση που εβριθε καλων σκοπων και καλυτερων προθεσεων αλλα στην ουσια τιποτα.
Εφυγαν αφηνοντας πισω στην θεση τους την απογοητευση.
                    =========================
Κι ομως, αυτα τ' ανικανα να συνειδητοποιησουν τι μπορουσαν να εχουν και κατεστρεφαν τα παντα θυσια εγωισμου κι αποψεων πλασματα ειχαν με τους ομοιδεατες τους ξεκαθαρη αποψη για το τι ρολο ακριβως επαιζαν το σκοταδι και το φως.
Αιωνιοι μοχθηροι αντιπαλοι, σε μια αεναη μαχη επικρατησης κι επιβιωσης, εχθροι που δεν θα ικανοποιουνταν παρα μονο με την ολικη αφανιση ενος εκ των δυο.
Το σκοταδι ετσι, το φως αλλιως, το σκοταδι αυτο, το φως εκεινο.
Θυμηθηκαν την λευκα και τον ποταμο που με μηδενικες δυνατοτητες κατορθωσαν να βρισκονται μαζι, θυμηθηκαν την φωτια και τον αερα που οσο και να χανονταν προσωρινα παντα ξαναβρισκονταν, πιο ερωτευμενοι και παθιασμενοι απο ποτε και χαμογελασαν.
Κανενα απ' ολα αυτα δεν ειχε αποψη για οτιδηποτε παρα μονο για τα συναισθηματα του. Ζουσαν γι αυτα και αν χρειαζοταν θα πεθαιναν γι αυτα. Μα λιγο τα ενοιαζε αφου δεν θα χωριζαν ποτε κατ' επιλογη δικη τους παρα μονο απο χερια καποιων σαν το ζευγαρι που ειχε μαθει την αλφαβητο αλλα δεν ειχε διδαχτει ποτε να φτιαχνει τις καταλληλες λεξεις την καταλληλη στιγμη.
Το σκοταδι αγαπουσε το φως. Το φως απο την μερια του λατρευε το σκοταδι.


                                            ΤΕΛΟΣ