Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2015

  ΜΙΑ ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ



                     ΚΕΦΑΛΑΙΟ 59




Εσκυψε στην ακρη του γκρεμου και ατενισε το απυθμενο χαος που απλωνοταν κατω απο τα ποδια του. Οσο διαπεραστικη και να ηταν η ματια του ηταν αδυνατον να διακρινει αν υπηρχε καπου τελος. Ειχε την αισθηση πως ηταν μερα διχως να εχει καποιο χειροπιαστο στοιχειο που ν' αποδεικνυε κατι τετοιο. Ενα βαθυ μελανο σκοταδι τον τριγυριζε απο παντου αφαιρωντας του την δυνατοτητα να διακρινει λεπτομερειες. Η αβυσσος του χαμογελουσε περιπαικτικα, σχεδον λαγνα, κλεινοντας του το ματι και προκαλωντας τον ν' αφεθει στην αγκαλια της. Σηκωσε το κεφαλι αναζητωντας λυση στον ουρανο μα κι εκει τα πραγματα δεν ηταν καλυτερα. Ενα αχανεστατο, καταμαυρο συννεφο εστεκε αναμεσα στον ιδιο και το οποιο φως μπορουσε να υπαρχει πισω απ' αυτο δινοντας του την εντυπωση πως κατεβαινε ολο και πιο χαμηλα σαν να ηθελε να τον τυλιξει απο την κορυφη μεχρι τα νυχια. Ειδε μπροστα του μια προεκταση του συννεφου να ταλαντευεται και αθελα του απλωσε το χερι του και γαντζωθηκε πανω της. Ταυτοχρονα εκανε ενα βημα στο κενο και αφεθηκε.
                          ===============================
Αν προσπαθουσε να σκεφτει λογικα και να ερμηνευσει θα διαπιστωνε πως αυτο που συνεβαινε τωρα ηταν εξωπραγματικο. Ταξιδευε κρατημενος απο μια ακρη του συννεφου πανω απο το χαοτικο ερεβος που εβριθε κατω απο τα ποδια του μα αυτο ουδολως τον ανησυχησε η τον προβληματισε. Ενοιωθε ενα εντονο αισθημα ψυχρας παντου τριγυρω του μα δεν κρυωνε.
Το τοπιο γυρω του δεν αλλαζε γιατι δεν υπηρχε τοπιο για ν' αλλαξει. Η αβυσσος εξακολουθουσε να τον προσκαλει με την αγκαλια της διαπλατα ανοιγμενη μα αυτος, σταθερα κρατημενος απο την ακρη του συννεφου συνεχιζε να την αγνοει. Τοτε ακουσε τις μικρες, ψιλες φωνουλες που εμοιαζαν να προερχονταν καπου απο την κοιλια του χαους. Ο εγκεφαλος του δεν εδωσε καμμια εντολη απαγκιστρωσης απο το συννεφο και το χερι του, αυτοβουλως, επελεξε πως δεν επιθυμουσε πια να παρασυρεται στο πουθενα απο τον μαυρο ογκο που καταλαμβανε τον ουρανο απο πανω του. Αφησε την αβυσσο να τον σφιχταγκαλιασει και να τον τραβηξει κατω, στο αγνωστο, διχως να νοιωσει τον παραμικρο φοβο.
                   =============================
Αν υπηρχε κατι που σιγουρα απουσιαζε αυτο πρεπει να ηταν ο χρονος. Του ηταν αδυνατον να υπολογισει ποση ωρα επεφτε στο κενο και γρηγορα διαπιστωσε πως καθολου δεν τον ενδιεφερε. Ουτε το που θα κατεληγε τον ενοιαζε. Θα ορκιζοταν πως οτι τον τραβαγε προς τα κατω δεν το εκανε για κακο μα πιοτερο ηθελε να τον ταξιδεψει σε μερη αγνωστα και μοναδικα.
Οι φωνουλες εξακολουθουσαν να υφιστανται, παντα απομακρες, παντα τοσο χαμηλοφωνες που ηξερε πως δεν ειχε νοημα καν να προσπαθησει ν' ακουσει τι ψιθυριζαν.
Τα ποδια του αγγιξαν κατι μαλακο, πηχτο και θεοσκοτεινο και βυθιστηκαν μεσα του. Ακολουθησε και ο υπολοιπος διχως να μπορει να καταλαβει τι ηταν. Οτι και να ηταν εμοιαζε να εχει υγρη μορφη αφου καταλαβε πως μπορουσε να κολυμπησει και μαλιστα ανετα, διχως μεγαλη προσπαθεια μα η υφη του του ηταν παντελως αγνωστη. Ισως θα επρεπε ν' αναρωτηθει πως τα ρουχα του ηταν στεγνα αν οντως κολυμπουσε μεσα σε καποιο υγρο αλλα η σκεψη δεν τα καταφερε ποτε να φτασει στον εγκεφαλο του.
                         ==============================
Ενοιωσε περισσοτερο παρα ειδε την παρουσια διπλα του και στραφηκε προς το μερος της. Μπορουσε να δει μονο ενα πολυ μικρο τμημα του πλασματος που κολυμπουσε λιγο πιο περα και μολονοτι δεν ειχε την δυνατοτητα να πιστοποιησει το μεγεθος του ηξερε πως ηταν κατι τεραστιο. Η τοξοειδης καμπυλη που ρυθμικα μια εμφανιζοταν στην επιφανεια του πηχτου, μαυρου υγρου μια εξαφανιζοταν κατω απ' αυτην εμοιαζε λεια μα οπως και ο ιδιος κι αυτη φαινοταν να ειναι στεγνη. Αδιαφορουσε για την παρουσια του και το αυτο επελεξε να κανει κι αυτος ακομα κι οταν για μια στιγμη τυχαια αποκαλυφθηκε ακομα ενα σημειο του σωματος του.
Το τεραστιο γαλακτωδες ματι εστιασε πανω του για ενα κλασμα του δευτερολεπτου που ομως ηταν αρκετο για να διαπιστωσει την αποκοσμη παγωμαρα κι αναισθησια του.
Ακομα κι αν οι δρομοι τους δεν χωριζαν θα φροντιζε γι αυτο το πανυψηλο μαυρο κυμα που ερχοταν απο πισω του. Και παλι δεν τον απασχολησε πως μπορουσε να δημιουργηθει κυμα κατω απο τετοιες περιστασεις μ' αφεθηκε για αλλη μια φορα. 
                         =============================
Χαρη στο κυμα βρεθηκε να ιπταται αρκετα πανω απο την επιφανεια του μαυρου, πηχτου υγρου διχως ν' ανησυχησει διολου για το που ακριβως τον πηγαινε. Ο τεραστιος ογκος συνεχιζε να τον ταξιδευει μεσα σε μια απολυτη σιωπη, μια σιωπη που απλα ειχε ενταθει απο τις στιγμη που οι φωνουλες ειχαν παψει να υφιστανται. Δεν ειχε καταλαβει ποτε ακριβως ειχαν εξαφανιστει γιατι σε κανενα σημειο δεν τον απασχολησε. Ερμαιο κυριολεκτικα μιας αγνωστης μοιρας ειχε πληρως παραδοθει  εκουσια, μην νοιωθωντας καμμια αναγκη να παρεμβει στο οτιδηποτε.
Ψηλαφισε προσπαθωντας ν' αποκτησει εικονα για το που βρισκοταν μα γρηγορα διαπιστωσε πως δεν ηταν απαραιτητο αφου μιας αγνωστου πηγης φως του εδινε πια οπτικη δυνατοτητα.
Το εδαφος που ηταν ξαπλωμενος εμοιαζε να ειναι σπαρμενο απο μυριαδες κομματια γυαλιου μα ουτε πονο ενοιωθε ουτε καποια πληγη δεν ειχε προκληθει απο την επαφη μαζι τους.
Σηκωθηκε ορθιος και εριξε μια ματια πισω του. Θα επρεπε να του προκαλεσει εκπληξη μα παραδοξως το μυαλο του το επεξεργαστηκε σαν απολυτα φυσιολογικο.
                           ==============================
Το πηχτο, μαλακο υγρο ειχε εξαφανιστει σαν να μην ειχε υπαρξει ποτε. Παντου τριγυρω του, μεχρι εκει που εφτανε το ματι του, υπηρχε ενα απολυτο επιπεδο γεματο μ' αυτα τα μυστηριωδη γυαλια. Πατησε πανω τους λιγο πιο εντονα και διαπιστωσε πως οι στρογγυλεμενες ακρες του υλικου αποτραβιοταν λες και ειχαν ζωη. Ξεκινησε να προχωρα τυχαια προς μια κατευθυνση ενω κατω στα ποδια του δημιουργουνταν ενα μικρο μονοπατι απο την τελεια ρυθμικη κινηση απομακρυνσης των γυαλιων. Σηκωσε το κεφαλι του ψαχνοντας να βρει καποιον ηλιο η αλλο ουρανιο σωμα που να δικαιολογουσε την υπαρξη του φωτος μα δεν υπηρχε τιποτα. Ο θολος απο πανω του ηταν γαλακτωδης μην επιτρεποντας του να δει κατι περισσοτερο και ηταν απολυτα κενος. Συνεχισε να βαδιζει ενω ταυτοχρονα μια κινηση στο βαθος τραβηξε την προσοχη του.
Εμοιαζε σαν μια απειροελαχιστη κουκιδα που αναπηδουσε ρυθμικα στο εδαφος και ειχε κατευθυνση προς τον ιδιο. Η αποσταση ηταν ακομα μεγαλη για να μπορει να διακρινει τι ηταν. 
                         ===============================
Κατω απο αλλες συνθηκες θα επρεπε ν' αναρωτηθει πως μπορουσε ν' απαλειφθει η σταδιακη προσεγγιση της κουκιδας προς το μερος του. Θα επρεπε να μεγαλωνει σιγα σιγα οσο πλησιαζε, να γινεται πιο ξεκαθαρη μεχρι να εφτανε μπροστα του. Δεν τον απασχολησε καθολου.
Η μακρινη αναπηδουσασα κουκιδα βρεθηκε κατα παραβαση οποιου νομου μπορουσε να ισχυει εξαφνα στο ενα μετρο αποσταση. Ειχε μετασχηματισθει σε ενα αλλοκοτο πλασμα που ομοιο του δεν ειχε ποτε ξανα αντικρυσει.
Ειχε δυο ψηλολιγνα ποδια που εμοιαζαν μ' αυτα της στρουθοκαμηλου μ' εξαιρεση την καταληξη τους οπου αντι για δαχτυλα κυματιζαν νηματοειδεις αποληξεις που εμοιαζαν να εχουν δικη τους ζωη και βουληση. Το σωμα, αν μπορουσε ν' αποκαλεσει σωμα αυτην την παραδοξολογια, ηταν μια διαφανη, μεταβλητη μεμβρανη που αν τα ματια του δεν του επαιζαν καποιο παιγνιδι δεν περιειχε τιποτα απολυτως. Ο λαιμος ηταν κι αυτος μακρυς και λεπτος κι εμοιαζε να ειναι δεμενος σε χιλιους κομπους.
                  =================================
 Καθε φορα που καποιος κομπος εμοιαζε να λυνεται ενας αλλος, σε αλλο σημειο, δημιουργουνταν. Το πως μπορουσε αυτο να συμβει διχως καμμια ορατη ακρη ηταν ενα ακομα, θεωρητικα, αλυτο προβλημα, που παλι δεν τον απασχολησε. Κι αν ολα οσα ειχε δει ανηκαν στην σφαιρα του αδυνατου κι απιθανου το προσωπο του πλασματος τα ξεπερνουσε ολα.
Εμοιαζε σαν ενα φλεγομενο τριγωνο με δυο ιδιαζουσες, σημαντικες διαφορες. Η πρωτη ηταν πως δεν υπηρχε πραγματικη φωτια παρα μονο η αισθηση, η ιδεα του φλεγομενου, σαν να ηταν απλη αντανακλαση ενος καθρεφτη. Η δευτερη ηταν πως το τριγωνο δεν ηταν σταθερο αλλα μεταβαλλοταν συνεχως με τις ακρες του ν' αλλαζουν συνεχως θεση. Στο μεσο του τριγωνου υπηρχε μια λεπτη φετα φεγγαριου, αεικινητη, συνεχως σε κινηση μα φαινομενικα εγκλωβισμενη μεσα σ' αυτο το αποκοσμο τριγωνο. Δεν υπηρχε τιποτα αλλο απ' αυτα που καποιος θα περιμενε ν' απαρτιζει ενα προσωπο αλλα διχως να το ξερει η να του το εχουν πει καταλαβαινε πως απλα γι αυτο το πλασμα δεν ηταν απαραιτητα.
                   ===========================
Στεκοταν εκει, αμιλητο, ακινητο και τον ατενιζε. Το μονο πραγμα που υποδηλωνε πως ηταν ζωντανο ηταν οι ανεπαισθητες, αερινες κινησεις των νηματοειδων αποληξεων που με την παντελη ελλειψη αερα η καποιας αλλης κινητηριας δυναμης συμπεραινε πως τις προκαλουσε εκουσια το παραμυθενιο αυτο πλασμα. Παρεμεινε ακινητο ακομα κι οταν εκανε ενα βημα μπροστα, προς το μερος του. Φαινοταν κι αυτο να τον επεξεργαζεται μα του ηταν αδυνατον να υποψιαστει, εστω και κατα προσεγγιση, ποιες ηταν ακριβως οι προθεσεις του.
Εριξε αλλη μια ματια τριγυρω μολονοτι βαθια μεσα του ηξερε πως τιποτα δεν ειχε αλλαξει.
Ετσι ηταν οντως. Βρισκοταν στο αγνωστο απεναντι σε κατι που δεν ηξερε ουτε τι ηταν ουτε τι ηθελε, παρ' ολα αυτα καθολου δεν φοβοταν η ανησυχουσε.
Ουτε ψιθυρος δεν ακουστηκε ουτε καποια φωνη μεσα στο κεφαλι του δεν του μιλησε. Ομως το ενοιωσε σαν συναισθημα, το ψηλαφισε σαν πραγματικο.
-'Ελα' ηταν αυτο που ενοιωσε και ταυτοχρονα ειδε το πλασμα να του γυρναει την πλατη και ν' απομακρυνεται. 
                           ========================
Το πλασμα ξεμακραινε με τον ιδιο τροπο που ειχε ερθει και μολονοτι καλυπτε πολυ πιο γρηγορα μεγαλυτερη αποσταση απο τον ιδιο που απλα βηματιζε δεν μετατραπηκε σε μακρινη κουκιδα αλλα παρεμενε σε μια σταθερη κοντινη αποσταση που δεν αλλοιωνοταν καθολου.
Τιποτα δεν αλλαζε στο γενικοτερο πλανο. Το εδαφος εξακολουθουσε να καλυπτεται απο προσεκτικα κομματια γυαλιου που σχιζονταν στα δυο επιτρεποντας του να περασει ενω ο ιδιος, απαραλλαχτος γαλακτωδης ουρανος εξακολουθουσε να κρεμεται πανω απο το κεφαλι του.
Το μονο καινουριο ηταν η επανεμφανιση των μικρων, αδιορατων φωνων που του ηταν αδυνατον να εντοπισει απο που προερχονταν. Εξακολουθουσαν να ειναι χαμηλοφωνες και συγκεχυμενες σαν φιδια που συριζουν ολα μαζι εγκλωβισμενα σ΄ενα λακκο πραγμα που του στερουσε την δυνατοτητα να καταλαβει τι ελεγαν.
Ξαφνικα αρχισαν να υποχωρουν μεχρι που απεμεινε μια και μοναδικη.
-'Εδω υπαρχει ενας ταφος' την ακουσε να λεει ψιθυριστα.





Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2015

ΜΙΑ ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ


                        ΚΕΦΑΛΑΙΟ 58



Το σχεδιο ειχε ηδη αρχισει να καταστρωνεται στο μυαλο του πριν ακομα η αμαξα φτασει στα προαστια της Μαδριτης. Ενα σχεδιο εξαναγκαστικο, ενα σχεδιο διχως εναλλακτικο τροπο αντιμετωπισης του προβληματος αλλα σχεδιο αναγκης δεδομενου πως τα περιθωρια ηταν απο μηδαμινα εως ανυπαρκτα. Κατ' αρχας επρεπε να πεισει τον εαυτο του πως δεν υπηρχε απολυτως κανενας τροπος για ν' αντιστρεψει τα γεγονοτα που διεδραματιζονταν στην Ναπολη. Αν ηταν ακομα ζωντανη, πραγμα εξαιρετικα απιθανο, η αρνηση του ν' αναλαβει την δουλεια που του ειχε ζητηθει θα δρομολογουσε εξελιξεις που δεν μπορουσε ν' αποτρεψει. Ενοιωσε μια στιγμιαια λυπη για την διαφαινομενη τυχη της αλλα συντομα εστρεψε την προσοχη του στα οσα επροκειτο να συμβουν αμεσα με αποδεκτη τον ιδιο. Το να επιστρεψει στην Ναπολη ηταν σαν να πηγαινε γυρευοντας, το να παραμεινει στην Μαδριτη ηταν επιεικως προκλητικο με τασεις αυτοκτονικες, αρα επρεπε να εξαφανιστει το συντομοτερο δυνατον προς αγνωστη κατευθυνση.
Δεν ειχε ουτε δευτερολεπτο για χασιμο, ο χρονος τον πιεζε ασφυκτικα απο παντου.
                              ===========================
Το δωματιο στο Γκουερρα ηταν πληρωμενο, τα υπαρχοντα του ελαχιστα ετσι αυτο που απεμενε ηταν να βρει αμαξα που θα ηταν διατεθειμενη να τον μεταφερει μακρια απο την Μαδριτη. Στο ξενοδοχειο ειχαν να του υποδειξουν καποιους που θα μπορουσαν να τον εξυπηρετησουν επειτα απο το σχετικο ερωτημα του και επιδοθηκε σ' ενα αγωνα με τον χρονο για να συντομευσει την διαδικασια. Το πλουσιο πουγκι του εκαμψε τις οποιες αντιστασεις του πρωτου που ρωτησε και συντομα βρισκοταν να ταξιδευει οσο πιο γρηγορα γινοταν για το Παρισι. Το χερι του μηχανικα πηγαινε καθε λιγο στο στηθος του που ειχε φυλαγμενο τον κυβο περιμενοντας ματαια μια αντιδραση του. Η αισθηση πως ο κυβος ηταν αχρηστος τον εκανε να νοιωθει μια ανασφαλεια που ματαια προσπαθουσε ν' αποβαλλει. Αναρωτηθηκε αν θα παρεμενε σ' αυτην την κατασταση για πολυ και διαπιστωσε πως διχως αυτον δεν μπορουσε να συνεχισει την αποστολη του, μια αποστολη που η αληθεια ηταν πως ειχε παραμελησει αρκετο καιρο τωρα.
Ο πυροβολισμος του διεκοψε βιαια τις σκεψεις.
                            ===========================
Καταλαβε απο την αναρχη διαδρομη της αμαξας και την σταδιακη ελαττωση της ταχυτητας πως δεν υπηρχε αμαξας για να την κατευθυνει. Ειχε πεσει σ' ενεδρα, ο οδηγος ηταν νεκρος, καποιος η καποιοι περιμεναν υπομονετικα να βγει απο την αμαξα και ο κυβος ενα αχρηστο αντικειμενο στον κορφο του. -'Οτι χρειαζομουνα' μουρμουρισε μεσα απ' τα δοντια του.
Ανοιξε αποτομα την πορτα της αμαξας και πηδηξε εξω κυλωντας στο εδαφος. Ενοιωσε ενα καψιμο ψηλα στο δεξι ποδι αλλα δεν ειχε την πολυτελεια να σταματησει να δει ποσο σοβαρο ηταν. Σηκωθηκε και τρεχοντας μ' ελιγμους προσπαθησε να φτασει σε μια κοντινη συσταδα θαμνων. Τα καταφερε ενω τριγυρω του οι σφαιρες θυμωμενες που δεν ειχαν πετυχει το στοχο τους χανονταν στο βαθος απρακτες. Εριξε μια ματια πισω απο τους θαμνους και καταλαβε πως ειχε παγιδευτει. Μπροστα του υπηρχε ενα τσουρμο δολοφονων και πισω του ενας γκρεμος που του ηταν αδυνατον να κατεβει. Ενας πυροβολισμος που τον πετυχε στο στηθος διεκοψε την ροη σκεψης του ως προς το αν θα κινουνταν αριστερα η δεξια. 
                       ========================
Λιγο η δυναμη προσκρουσης της σφαιρας πανω του, λιγο ο αιφνιδιασμος του χτυπηματος τον εξαναγκασαν να βηματισει προς τα πισω μεχρι που καποια στιγμη το ενα του ποδι βρεθηκε στο κενο. Εχασε την ισορροπια του και ουσιαστηκα αφεθηκε σε μια ελευθερη πτωση στον γκρεμο.
Χτυπησε με δυναμη πανω σε καποιες ριζες που ειχαν φυτρωσει στα πλαγια αλλα αποδειχτηκαν ανεπαρκεις ν' ανακοψουν την πτωση του. Συνεχισε την καθοδικη του πορεια για μερικα ακομα δευτερολεπτα μεχρι που προσγειωθηκε με δυναμη πανω στο πλατωμα στο τελος του γκρεμου.
Εμεινε για λιγο ακινητος και με τρομο διαπιστωσε πως δεν μπορουσε να κινηθει. Το χειροτερο ηταν πως ο πονος αυξανοταν και πλεον με δυσκολια κρατουσε ανοικτα τα ματια του.
Η σκια που επεσε πανω του του εκρυψε τον ηλιο κι εστρεψε το κεφαλι του να δει ποιος ηταν.
-'Εσυ' ! ψελλισε 'εσυ εδω' ?
Η φιγουρα που εστεκε απο πανω του εκανε μια κινηση σαν να του ελεγε να μην σπαταλαει τις δυναμεις του προσπαθωντας να μιλησει και τον πλησιασε.
-'Δεν εχει νοημα ν' αντιστεκεσαι' του ειπε. -'Θα πεθανεις' συμπληρωσε.
                          =========================
-'Τι εκανε λεει ? Μα ειναι εντελως ανοητοι' ? ξεσπασε χτυπωντας δυνατα το χερι του στο τραπεζι ο ηγουμενος Ιησουιτης. 'Οι οδηγιες ηταν ξεκαθαρες ! Δεν αρκει να τον σκοτωσουν, πρεπει να φερουν εδω πισω το πτωμα του για να ταφει. Πρεπει να ειμαστε απολυτα σιγουροι πως η δουλεια εχει γινει σωστα, δεν μπορεις να ριψοκινδυνεψεις μ' ενα τετοιο ατομο'.
Ο αγγελιαφορος που ειχε φερει την ειδηση εστεκε σε μια γωνια σαν την βρεγμενη γατα μην ξεροντας τι να κανει φοβουμενος να πει οτιδηποτε για να μην ξεσπασει πανω του ο μαινομενος ιερωμενος. Τον ειδε να κλωτσαει με μανια ενα τραπεζακι και μαζευτηκε ακομα περισσοτερο.
-'Τσακισου πηγαινε πεστους να μην τολμησουν να επιστρεψουν διχως το πτωμα γιατι θα τους χωσω σε μια τρυπα τοσο βαθια που δεν θα ξαναδουν το φως του ηλιου ποτε' ειπε αγριεμενα στον αποσβολωμενο μοναχο που εξακολουθουσε να στεκει αλαλος. Ο τελευταιος εκανε μια υποκλιση κι εξαφανιστηκε μεσα στο ανοιγοκλεισμα του ματιου.
-'Το καλο που σας θελω' μουρμουρισε ο Ιησουιτης κοιτωντας το απειρο.
                      ===========================
-'Τι κακογουστο αστειο ειναι αυτο' ? ψελλισε ο ξενος ενω συνεχιζε να κειτεται στο εδαφος. 'Νομιζα πως αυτο δεν μπορει να συμβει' συνεχισε ενω ενοιωθε τις δυναμεις του να τον εγκαταλειπουν αργα μα σταθερα. 'Κι ολα αυτα που πρεπει να γινουν' ?
-'Οσο ευκολο ειναι να σου εξηγησω αλλο τοσο δυσκολο ειναι να καταλαβεις' απαντησε η φιγουρα που εξακολουθουσε να βρισκεται απο πανω του στηριγμενη σ' ενα μπαστουνι. 'Εδω και παρα πολυ καιρο ακολουθεις μια τακτικη που καθολου δεν αρμοζει στην αποστολη που εχεις αναλαβει. Δεν λεω πως δεν εχεις κανει προοδους αλλα εχεις φτασει αρκετα κοντα στην ολοκληρωση της και αντι να εντεινεις τις προσπαθειες σου τι κανεις ? Χαζολογας ασχολουμενος μ' εντελως ασχετα πραγματα, αφηνεις τον κυβο να μαζευει σκονη σ' ενα συρταρι, γινεσαι απροσεκτος μενοντας πολυ καιρο σ' ενα μερος ενω ξερεις πως το οτι δεν γερνας αργα η γρηγορα θα γινει αντιληπτο απο καποιους και ουσιαστικα βρισκεσαι σε μια κατασταση νωχελικοτητας και πληρους αδιαφοριας. Κανω καποιο λαθος μεχρι εδω' ?
                    ===========================
-'Δεν καταλαβαινω τιποτα' ειπε ξεψυχα ο ξενος.
-'Σου δοθηκε κατι που ποτε κανεις που περπατησε σ' αυτη τη γη δεν ειχε, χρονος, απλετος χρονος για να ολοκληρωσεις μια αποστολη. Καταλαβαινω πως μετα απο τοσες χιλιαδες χρονια ουτε καν η εννοια χρονος δεν μπορει να σε αγγιξει μα αυτο δυστυχως λειτουργησε εις βαρος σου. Υπαρχουν γεγονοτα πολυ μεγαλυτερα απ' οτι μπορεις να φανταστεις που αυτη τη στιγμη βρισκονται σε σταδια ζυμωσης και καποια στιγμη μπορει να βρεις μπροστα σου. Ομως πρεπει να επαναπροσδιορισεις την αντιληψη που εχεις για τον χρονο ζωντας μια κατασταση που απο πρακτικη αποψη θα ειναι ακριβως  ιδια με το οτι εκανες μεχρι στιγμης, δηλαδη τιποτα. Δυστυχως ουτε εγω ουτε κανενας αλλος δεν μπορει να σε βοηθησει δεδομενου πως η αποφαση που εχει παρθει για την τυχη σου ειναι αμετακλητη. Στο χερι σου ειναι να συνειδητοποιησεις τι εχεις κανει λαθος και να το διορθωσεις πριν υπαρξουν κοσμογονικες συνεπειες που θα εχουν τετοιο αντικτυπο που δεν μπορεις καν να φανταστεις'.
                        ==========================
-'Δεν μπορεις να με αφησεις ετσι εδω' ειπε ο ξενος ενω δοκιμαζε αλλη μια φορα να κινηθει, αποτυχημενη κι αυτη. 'Πρεπει να κανεις κατι'.
Η σιωπη που γεμισε τον τοπο του πιστοποιησε αυτο που ηξερε ηδη αλλα αρνιοταν να παραδεχτει πριν ακομα το ακουσει αλλη μια φορα απο το στομα του συνομιλητη του.
-'Μακαρι να μπορουσα μα δυστυχως οπως σου ειπα κανεις δεν μπορει να κανει τιποτα. 'Πρεπει να φυγω τωρα, δεν θα επρεπε να βρισκομαι εδω εξ' αρχης' προσθεσε.
Ο ξενος ενοιωσε την σκια να φευγει απο πανω του και οι τελευταιες ακτινες του αποχωρησαντος ηλιου τον χαιδεψαν ξανα. Ακουσε θορυβο αριστερα του μα δεν προλαβε να γυρισει. Η ομοβροντια ηταν σχεδον ταυτοχρονη και απο τοσο κοντινη αποσταση δεν θα μπορουσε να ειναι κατι αλλο απο απολυτα επιτυχημενη.
Ενα τσουρμο αντρες εσκυψαν πανω απο το ακινητο σωμα και για λιγο διαβουλευτηκαν ως προς την μεταφορα του. Λιγα λεπτα αργοτερα ειχαν φυγει κουβαλωντας μαζι το μακαβριο φορτιο τους.
                    ========================
-'Που τον εχετε' ? ρωτησε ο Ιησουιτης κι ενας στεναγμος ανακουφισης βγηκε απο το στομα του.
Ακολουθησε τον μοναχο που του ειχε φερει την ειδηση και μπηκε σ' ενα δωματιο που το μονο που υπηρχε ηταν ενα τεραστιο ξυλινο τραπεζι. Πλησιασε και κοιταξε για λιγο το σωμα που ηταν ακουμπισμενο, ακινητο.
-'Η ταφη δεν θα γινει στο νεκροταφειο αλλα εδω, στο υπογειο του μοναστηριου, σε ειδικο διαμορφωμενο σημειο. Για ολα τ' αλλα θ' ακολουθησετε πιστα τις οδηγιες που σας εχουν δοθει. Οταν ολοκληρωθει η ταφη περιμενω πληρη, αναλυτικη αναφορα' συμπληρωσε και βγηκε γοργα απο το δωματιο. Επρεπε να προχωρησει σ' αυτες τις κινησεις ακομα κι αν αυτα που ειχε διαβασει στα χαρτια που ειχαν ερθει απο την Ναπολη ηταν τα μισα μονο σωστα. Οι οδηγιες που ειχε λαβει ηταν ξεκαθαρες σε περιπτωση που αρνιοταν ν' αναλαβει την αποστολη κι αυτος ηταν ο τελευταιος που θα τις επεκρινε η θα τις αμφισβητουσε.Κλειστηκε στη βιβλιοθηκη και περιμενε. Μια ωρα αργοτερα ενημερωθηκε πως ολα ειχαν γινει οπως ειχε διαταξει.
                      ============================
Ηταν περιεργες οι σκεψεις που περνουσαν απο το μυαλο του λιγο πριν περασει στην ανυπαρξια. Ηξερε πως βαση οποιουδηποτε ανθρωπινου, θνητου νομου ηταν νεκρος μα μονο ετσι δεν ενοιωθε. Ηταν αυτη η κουραση που του ειχε ποτισει μεχρι το τελευταιο κυτταρο του που τον αναγκαζε να θελει να κλεισει τα ματια του και ν' αφεθει. Δεν μπορουσε να τον νοιωσει μα ηξερε πως ο κυβος ηταν πανω του, ετοιμος κι αυτος ν' ακολουθησει τη δικη του μοιρα. Σταματησε ν' αντιστεκεται και αφησε το σκοταδι να γινει ενα μαζι του.
Πισω, στην βαση του γκρεμου, αρκετα πιο περα, μια φιγουρα στηριγμενη σ' ενα μπαστουνι ατενιζε τον οριζοντα στο βαθος. Φαινοταν συνεπαρμενη απο το παιγνιδισμα των σκιων με τα τελευταια απομειναρια απο το φως του ηλιου που εδυε και παρεμεινε ετσι μεχρι την ολοκληρωτικη εμφανιση της ψυχρης νυχτας. Εριξε μια τελευταια ματια προς την κατευθυνση που επρεπε να βρισκεται το μοναστηρι οπου ηταν θαμμενος ο ξενος κι εσκυψε για λιγο το κεφαλι. Μ' ενα χτυπημα του μπαστουνιου ο γερος απο την ερημο Ινζεμ εξαφανιστηκε μεσα στα μαυρα πεπλα της νυχτας σαν να μην ειχε υπαρξει ποτε.