ΜΙΑ ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13
-'Δεν εχω δει ποτε κανεναν που να παλευει ετσι και να βγαζει εκτος μαχης μονος του τοσους αντιπαλους τοσο γρηγορα' ηταν οι πρωτες λεξεις που καταφερε να ψελλισει ο αποσβολωμενος Κερμενων. -'Εγω, ο Κερμενων, υπασπιστης και σωματοφυλακας του Αλεξανδρου του Μακεδονα, σου ορκιζομαι ξενε πως'......
-'Θα εχουμε καιρο γι αυτα αργοτερα' τον διεκοψε ο ξενος. -'Προς το παρον ας σιγουρευτουμε οτι δεν υπαρχουν αλλοι απο δαυτους' συνεχισε ενω τα ματια του ηταν καρφωμενα στην εισοδο.
-'Εχεις δικιο' συμφωνησε ο Κερμενων. -'Ολη η πολη ξερει οτι αυριο τα στρατευματα του Δαρειου θα βρισκονται στην Ισσο και τα κεφαλια μας θα ειναι περιζητητα σε οποιους θελουν να τα εχουν καλα μαζι του. Πρεπει να κινηθουμε γρηγορα'.
-'Εχουμε λιγες ωρες μπροστα μας' εκανε ο ξενος 'μεχρι να φωτισει. Υπαρχει καποιο σχεδιο η πρεπει να διαμορφωσουμε ενα τωρα ?'
-'Ηρθα εδω να βρω τους αντρες της νοτιας περιπολου' ειπε ο Κερμενων δειχνοντας ταυτοχρονα με μια θλιμμενη κινηση τα κομμενα κεφαλια των στρατιωτων 'για να βρουμε μεταφορικο μεσο για τους τραυματιες που συγκεντρωνει τωρα ο Αλγινικος στην κεντρικη πλατεια της πολης. Οπως ομως βλεπεις τα πραγματα δεν εξελιχθηκαν βαση του σχεδιου. Και εχω να παω και γω καπου να παρω καποιον που με περιμενει αλλα τωρα.....'.
'-Δεν θ' αλλαξει κατι σ' αυτο που σχεδιασες' ειπε ο ξενος αποφασιστικα. 'Πηγαινε εκει που εχεις να πας, θα κοιταξω εγω για μεταφορικο μεσο και βρισκομαστε στην πλατεια με τους αλλους σε μια ωρα' προσθεσε και κινησε για την εξοδο. Ο Κερμενων τον αρπαξε απ' το χερι.
-'-Γιατι τα κανεις ολα αυτα ? Γιατι με βοηθησες ? Ποιος εισαι ?'
Ο ξενος στραφηκε προς τα πισω μ'ενα αδιευκρινιστο χαμογελο να κυριαρχει στο προσωπο του.
-'-Ολα θ' απαντηθουν στην ωρα τους' ειπε. -'Μα τωρα προεχουν αλλα να γινουν. Σε μια ωρα στην πλατεια' επανελαβε και με γοργα βηματα χαθηκε στο σκοταδι.
-------------------------------
Για Νοεμβρης μηνας το κρυο ηταν ηδη αρκετο, περισσοτερο ισως κι απ' τ' αναμενομενο. Ο ουρανος ηταν βαρυς, γεματος συννεφα που συνοφρυωμενα παρακολουθουσαν τις εξελιξεις στην πολη. Ο αερας παγωμενος, μουδιαζε τις σκεψεις και καλυπτε με απιστευτη ταχυτητα οτι ηταν εκτεθειμενο σ' αυτον. Εμπαινε με ορμη στα πνευμονια του ξενου γεμιζοντας τα και εξαπλωνοταν γοργα σε καθε σημειο του σωματος του αφηνοντας το αποτυπωμα του. Ομως αυτο δεν φαινοταν να τον ενοχλει, ισα ισα που ηταν καλοδεχουμενος μιας και του φρεσκαριζε τις σκεψεις που σαν τρελλες στροβιλιζονταν στο κεφαλι του. Ενα αφηρημενο συννεφο επετρεψε σ'ενα χλωμο, χτικιαρικο φεγγαρι να κανει για δευτερολεπτα αισθητη την παρουσια του πριν τα υπολοιπα, ενεργωντας αστραπιαια, το καλυψουν και παλι. Τα ελαχιστα αυτα δευτερολεπτα ηταν αρκετα για τον ξενο να δει την μαυρη αμαξα σε μια γωνια του δρομου. Πλησιασε γοργα και την εξετασε. Ηταν οτι ακριβως χρειαζοταν για την μεταφορα των τραυματιων. Δεν γνωριζε ποσοι ακριβως ηταν αλλα του ειχε δοθει η εντυπωση οτι μια ηταν αρκετη. Το μονο που χρειαζοταν ηταν δυο αλογα για να την συρουν και αυτος ο Κερμενων σιγουρα θα τα ειχε.
Εφτασε διπλα της και τραβηξε το ξιφος του. Χρειαστηκαν δυο δυνατα χτυπηματα στην μια ροδα για να την σπασει. Αφου σιγουρευτηκε οτι δεν υπηρχε τροπος επιδιορθωσης, ξεκινησε για την πλατεια που τον περιμεναν οι αλλοι.
-----------------------------
Γρηγορα εντοπισε τον Αλγινικο αφου ηταν αυτος που μιλουσε και χειρονομουσε συνεχως προσπαθωντας να κρατησει τα πραγματα υπο ελεγχο. Σ' ολη την πλατεια υπηρχαν, αλλοι καθισμενοι αλλοι ξαπλωμενοι, γυρω στους τριαντα με τριανταπεντε στρατιωτες. Πολλων τα ρουχα ηταν ποτισμενα ακομα στο αιμα, δικο τους η οχι λιγη σημασια ειχε. Αλλοι ειχαν δεμενα κεφαλια, θωρακες, χερια και ποδια, αλλοι κουτσαιναν, αλλοι, εντελως ανημποροι, απλα ξαπλωμενοι, ειχαν αποθεσει στωικα την μοιρα τους στις δυνατοτητες των υπολοιπων.
Υπηρχαν γυρω στους δεκα που φαινοταν απολυτως ενταξει και βοηθουσαν τον Αλγινικο στο να τηρουνται οι εντολες που διαρκως εδινε. Ηταν καποιοι απ' αυτους που κινηθηκαν απειλητικα εναντιον του βλεποντας τον να πλησιαζει. Αυτο διολου δεν του εκοψε βημα.
-'Με στελνει ο Κερμενων' ειπε πριν ακομα τον φτασουν σε αποσταση βολης. 'Η φρουρα της νοτιου περιπολου ειναι νεκρη και δυστυχως δεν υπαρχει μεταφορικο μεσο για ολους αυτους' ειπε δειχνοντας τους τραυματιες. Το ονομα του Κερμενωνα ηταν αρκετο για να αποτρεψει καποια επιθετικη κινηση εκ μερους των στρατιωτων, παρ' ολα αυτα σχηματισαν εναν κυκλο γυρω του και τον οδηγησαν στον Αλγινικο.
---------------------------
Του εξηγησε τι ακριβως ειχε συμβει με καθε λεπτομερεια. Ο Αλγινικος τον ακουγε με προσοχη μα η δυσπιστια πανω του ηταν εκδηλη σε καθε ερωτηση που εκανε και σε καθε απαντηση που λαμβανε. Τον ακουσε προσεκτικα μεχρι τελους εχοντας παντα τα ματια του καρφωμενα πανω στον ξενο. Τα ρουχα του ηταν κατι που δεν ειχε ξαναδει, μιλουσε Μακεδονικα διχως να ειναι Μακεδονας και κατι στην γενικοτερη σταση του δεν τον αφηνε να εφησυχασει. Παρ' ολα αυτα του ενεπνεε ενα αναμικτο συναισθημα σεβασμου και φοβου, διχως να μπορει να ξεκαθαρισει μεσα του ποιο κομματι ηταν αυτο που υπερτερουσε.
-'Θα περιμενουμε τον Κερμενωνα λοιπον' ηταν η ετυμηγορια του οταν δεν υπηρχε κατι αλλο να λεχθει. 'Καλα θα ηταν να επιβεβαιωσει αυτα που λες'.
Επιβεβαιωθηκαν ολα μιση σχεδον ωρα αργοτερα απο εναν λαχανιασμενο Κερμενωνα που εσερνε πισω του μια εξισου ασθμαινουσα Μεναγρη. Οι δυο αντρες μιλησαν κατ' ιδιαν για μερικα λεπτα, την ιδια στιγμη που η Μεναγρη, φανερα επηρεασμενη απο το κρυο προσπαθουσε με τ' αραχνουφαντα ρουχα της να προστατευθει απ' το ψυχος ενω ο ξενος φαινοταν να περιεργαζεται κατι που ειχε στον κορφο του. Η συζητηση ειχε τελειωσει και μ' ενα νευμα ο Κερμενων ζητησε να συγκεντρωθουν ολοι γυρω του. Ετσι κι εγινε.
---------------------------
-'Ξερετε ολοι τι αντιμετωπιζουμε' ειπε 'τα εχετε μαθει απο τον Αλγινικο. Δυστυχως το μοναδικο μεταφορικο μεσο που βρεθηκε ηταν αχρηστο' προσθεσε ριχνοντας μια φευγαλεα ματια στον ξενο που ανταπεδωσε με μια κινηση που απο την αρχη της ανθρωποτητας σημαινε 'ετσι το βρηκα, δεν φταιω εγω γι αυτο'. 'Ο χρονος που εχουμε δεν ειναι αρκετος να ψαξουμε για εναλλακτικο μεσο οποτε πρεπει εδω, ολοι μαζι, να βγαλουμε μια αποφαση για το τι θα κανουμε. Οποιος εχει κατι να πει ας το κανει τωρα'.
Την στιγμιαια βουβαμαρα εσπασε με κοφτη μεταλλικη φωνη ο Αλγινικος.
-'Πιστευω οτι ολοι συμφωνειτε πως σαν Μακεδονες το χρεος μας ειναι ν' αντιμετωπισουμε τους βαρβαρους, οσοι και να ειναι, με οποιοδηποτε κοστος, ακομα και με την ιδια μας τη ζωη. Κανεις δεν θα πει ποτε οτι οι Μακεδονες ειναι δειλοι και ετρεξαν να γλυτωσουν τον κινδυνο'.
Δεν μιλησε κανεις, ομως σαν ολοι να υπακουσαν μια αορατη εντολη σηκωσαν την δεξια τους γροθια προς τον ουρανο, σημαδι πως συμφωνουσαν απολυτα με τα λεγομενα του Αλγινικου.
-'Θα επικροτουσα απολυτα οτιδηποτε ακουστηκε αυτη τη στιγμη' ειπε ο ξενος κανοντας ενα βημα για να βρεθει στον κυκλο των παρευρισκομενων 'αν θα επρεπε να παραβλεψω την κοινη λογικη και την πρακτικη ουσια του ζητηματος. Και στην συγκεκριμενη περιπτωση, οι λεπτομερειες ειναι αυτες που με κανουν να υποστηριξω πως οτι ακουστηκε ειναι λαθος'.
------------------------
Ο Κερμενων σηκωσε το χερι θελοντας να προλαβει τυχον διαμαρτυριες. -'Πες αυτο που νομιζεις' ειπε. -'Γιατι κανει λαθος ο Αλγινικος' ?
-'Κανεις σας δεν περιμενε οτι ο Δαρειος θα εφτανε στην Ισσο τοσο γρηγορα, αν καταλαβα καλα. Αν λοιπον ηταν για σας εκπληξη φανταζομαι οτι το ιδιο θα ισχυει και για το υπολοιπο στρατευμα. Προφανως ουτε εκεινοι ξερουν η υποψιαζονται οτι ο Δαρειος βρισκεται ηδη εδω. Απο την αλλη ειναι σιγουρο οτι ο Δαρειος δεν προτιθεται ν' αφησει κανενα ζωντανο να φυγει απο την πολη ακριβως για τον ιδιο λογο, για να μην ενημερωθει ο στρατος σας για το τι γινεται. Καταλαβαινω απολυτα οτι κανεις δεν θα παραδοθει και ολοι θελετε να πολεμησετε οσο μπορειτε, φοβαμαι ομως οτι το αποτελεσμα ειναι ηδη γραμμενο σε αστρα καθολου φιλικα για σας. Επιπλεον θα στερησετε την δυνατοτητα πληροφοριων που θα ηταν χρησιμες στον Αλεξανδρο εν οψη αυτης της μαχης'.
-'Τι προτεινεις λοιπον '? ρωτησε ο Κερμενωνας.
-'Οσοι μπορουν να ταξιδεψουν πρεπει να προσπαθησουν να διαφυγουν. Ετσι και πληροφοριες θα μπορεσουν να παρεχουν και σιγουρα θα εχουν την ευκαιρια τους στην επομενη μαχη'.
-'Και οσοι δεν μπορουν τι θ' απογινουν' ? ρωτησε με φωνη βαφτισμενη μεσα σε συγκαλλυμενη οργη ο Αλγινικος. -'Απλα τους παραταμε στο ελεος των Θεων' ?
-'Δεν εχουν καμμια πιθανοτητα να τα καταφερουν' συνεχισε ο ξενος. -'Θα μοιραστειτε την μοιρα τους αν μεινετε εδω, μια μοιρα πιο σκοτεινη κι απ' την νυχτα που κρεμεται πανω απο τα κεφαλια μας. Αυτο που λεω, οσο και ν' ακουγεται απανθρωπο, ειναι η μονη λυση'.
-------------------------------
Του ζητησαν ν' απομακρυνθει οση ωρα εξεταζαν τα λεγομενα του. Το σεβαστηκε. Για το βαρος μιας τετοιας αποφασης η συζητηση εληξε πολυ γρηγορα. Ο Κερμενων του ζητησε να πλησιασει και ο ξενος υπακουσε. Απο την εκφραση του προσωπου του ηξερε ηδη τι θ' ακουγε.
-'Εχεις δικιο' του ειπε. 'Ακομα και οι τραυματιες συμφωνησαν πανω σ' αυτο. Ο μονος που εχει ενδοιασμους ειναι ο Αλγινικος αλλα θ' ακολουθησει κι αυτος τουτο το μονοπατι. Πες μου, εχεις καποιο σχεδιο στο μυαλο σου για το πως να κινηθουμε' ?. Ο ξενος κουνησε καταφατικα το κεφαλι του και του ζητησε να μιλησει στους υπολοιπους. Ο Κερμενων συμφωνησε.
-'Θα προσπαθησουμε να βγουμε απο την δυτικη πλευρα της πολης. Αν κατορθωσουμε να φτασουμε στο ποταμι θα τα εχουμε καταφερει. Επισης το δασος θα μας βοηθησει να καλυφθουμε κι ας ελπισουμε οτι θ' αποφυγουμε τις ομαδες κρουσης του Δαρειου. Οσο για σας,' ειπε δειχνοντας τους τραυματιες, 'βρειτε ενα οικημα να προστατευτειτε στην ακρη της πολης. Ισως στην βιασυνη τους να καταλαβουν την πολη σας προσπερασουν. Ισως....'.
Ολοι στραφηκαν στον Κερμενωνα. Ο τελευταιος κοιταξε την Μεναγρη, αυτη του χαμογελασε και αυτο ηταν το εναυσμα για ν' αρχισει να δινει εντολες.
-'Εγω και αλλοι τρεις θα φερουμε τ' αλογα. Αλγινικε, με τους υπολοιπους βοηθηστε τους τραυματιες να βρουν καποιο μερος να οχυρωθουν. Οσο για σενα ξενε, σου εμπιστευομαι κατι που εχει την ιδια βαρυτητα με την ζωη μου' ειπε κι εδειξε την Μεναγρη. Ο ξενος κουνησε καταφατικα το κεφαλι του, σημαδι πως ηταν συμφωνος.
------------------------------
Λιγα λεπτα χρειατηκαν να περασουν για να μεινουν μονοι τους στην πλατεια. Η Μεναγρη τον ρωτησε με τρεμουλιαστη φωνη απο το κρυο.
-'Πιστευεις οτι θα τα καταφερουμε' ?
-'Ειμαι σιγουρος γι αυτο' απαντησε ο ξενος ενω ταυτοχρονα εβγαζε την μπερτα του και την περνουσε γυρω απο τους παγωμενους ωμους της.
-'Πως εισαι τοσο σιγουρος' ? τον ξαναρωτησε η Μεναγρη που ενοιωθε σιγα σιγα την θερμοκρασια της να επανερχεται.
-'Εχει να κανει με την συμφωνια που εκανες, την βοηθεια που κουβαλας μαζι σου, τον ανωτερο σκοπο που πρεπει να φερεις σε περας' απαντησε ο ξενος, περισσοτερο σαν ν' απαντουσε στον εαυτο του παρα στο ερωτημα της γυναικας. Η τελευταια τον κοιταξε περιεργα, ενοιωσε μια παγωμαρα που δεν προερχοταν απο τις χαμηλες θερμοκρασιες που επικρατουσαν και βυθιστηκε στις σκεψεις της. Ο καλπασμος των αλογων την επανεφερε στην πραγματικοτητα.
Ο ξενος βοηθησε την Μεναγρη ν' ανεβει στο αλογο του Κερμενωνα και στραφηκε προς το μερος του. -'Βρειτε τους αλλους και σε δεκα λεπτα ξεκινηστε για την δυτικη πυλη' ειπε.
-'Εσυ τι θα κανεις' ? ρωτησε ο Κερμενων.
-'Θα παρω το αλογο μου και θα προπορευτω' απαντησε ο ξενος. -'Θα φροντισω να σιγουρεψω οτι ο δρομος θα ειναι τελειως καθαρος. Ενας' ειπε προλαβαινοντας την φραση που ποτε δεν προλαβε να ξεστομισει ο Κερμενων 'κινειται πιο ευκολα κι ανετα απο πολλους. Εξ' αλλου, μπορω να προστατευσω τον εαυτο μου, οπως πολυ καλα ξερεις'.
Ο Κερμενων διστασε στιγμιαια, κουνησε καταφατικα το κεφαλι του και ξεκινησε προς το μερος που ειχε ακολουθησει ο Αλγινικος με τους αλλους.
-----------------------------
Λιγα λεπτα αργοτερα οδηγουσε το αλογο του με χαλαρο καλπασμο προς την δυτικη πυλη της Ισσου αναλογιζομενος οσα ειχαν συμβει τις τελευταιες ωρες. Επρεπε με καθε τροπο να κρατησει στην ζωη τον Κερμενωνα, τον ανθρωπο που θα τον οδηγουσε στον στοχο του. Ο κυβος αποκτουσε το φως του μονο με την παρουσια του, οποτε ηταν ζωτικης σημασιας η επιβιωση του. Για τους αλλους λιγο ενδιαφεροταν. Δεν ηθελε να ερθει σε αντιπαραθεση με τον Αλγινικο, καταλαβαινε οτι δυνατη φιλια τους συνεδεε και θα ηταν εις βαρος του να τον εχει εχθρο του. Ομως στο θεμα των τραυματιων δεν μπορουσε να γινει αλλιως. Αν δεν κατεστρεφε την αμαξα τους ειχε ικανους να δοκιμαζαν να δραπετευσουν μαζι με τους ανημπορους τραυματιες και γνωριζε πολυ καλα τι θα σημαινε αυτο. Οτι μαζι με τους υπολοιπους θα χανοταν και ο κρικος του, ο Κερμενων, κι αυτο δεν μπορουσε να το επιτρεψει. Ολοι ηταν αναλωσιμοι και δεν θα δισταζε να εξαφανισει τον οποιονδηποτε εμπαινε στο δρομο του. Τουτη τη φορα θα θυσιαζονταν τριανταπεντε ψυχες, την επομενη ισως χρειαζοταν να θυσιαστουν χιλιαδες, μα και παλι δεν θα το σκεφτοταν καν. Ο Κερμενων θα ζουσε με οποιο κοστος συνεπαγοταν αυτο.
Ηταν οι σκεψεις του που τον ειχαν απορροφησει τοσο που δεν του επετρεψε να τους δει αμεσως παρα μονο οταν ειχε φτασει σε αποσταση λιγων μετρων. Ηταν οι φρουροι της δυτικης πυλης, εξι ψηλοι, γεροδεμενοι αντρες και τον ειχαν δει.
-----------------------------
Σταματησε το αλογο και ξεπεζευσε. Ηταν η αυτοπεποιθηση του, η σιγουρια που εξεπεμπε, που αιφνιδιασε τους ετσι κι αλλιως καταδικασμενους αντρες. Ο πρωτος ενοιωσε τη λεπιδα να χωνεται κατω ακριβως απο το αυτι του, να διαπερνα το κρανιο του και να κατακερματιζει τον εγκεφαλο του. Πριν ακομα βρεθει στο εδαφος, ο δευτερος που προσπαθησε να επιφερει ενα χτυπημα με το σπαθι του τον εχασε στιγμιαια απο το πεδιο της ορασης του και καταλαβε την ακριβη θεση του οταν σκυβοντας μπροστα ειδε τη λαμα του ξιφους να προεξεχει απο τον θωρακα του. Οι επομενοι δυο δοκιμασαν μια χιαστι επιθεση με την ελπιδα οτι καποιος απο τους δυο θα στεκοταν τυχερος. Κανεις απο τους δυο δεν μπορεσε να σταθει καν στα ποδια του. Μ' ενα επιδεξιο σκυψιμο απεφυγε τα σπαθια τους και με το δικο του διεγραψε μια καμπυλη που περασε ακριβως πανω απο τις καρωτιδες τους. Οι κραυγες τους που ανεβηκαν μεχρι τα κομμενα λαρυγγια τους πνιγηκαν στο αιμα και δεν ακουστηκαν ποτε. Ο πεμπτος εκανε ενα βημα μπροστα, οπισθοχωρησε, ξαναδοκιμασε να παει μπροστα μα δεν αποφασιζε να επιτεθει. Με τα ματια καρφωμενα στον εκτο που δεν ειχε μετακινηθει σπιθαμη απο την θεση του, περασε μπροστα απο τον πεμπτο, προσποιηθηκε κινηση προς τα δεξια και εκμεταλλευομενος την παγιδα που τον ειχε ριξει του επεφερε ενα καθετο χτυπημα στο απροστατευτο κεφαλι του ανοιγοντας το σχεδον στα δυο. Μετα σταματησε διχως ν' αποτραβηξει τα ματια του απο τον τελευταιο ενω ταυτοχρονα ακουσε πισω του καλπασμο αλογων.
-'Τ' ονομα μου ειναι Κερτιφανης' ειπε ο μεγοαλοσωμος εκτος αντρας. -'Το δικο σου δεν εχει καμμια σημασια μιας και σε λιγο το κουφαρι σου θα γινει γευμα για τα σκυλια. Μαθε οτι θα φτυσω στο αιμα σου'. Ηταν η τελευταια φραση που ειπε ποτε.
Το χτυπημα του με το σπαθι αποκρουστηκε ευκολα απο τον ξενο. Οχι ομως και το δικο του. Με μια αστραπιαια κινηση ανεβασε το δικο του ξιφος παραλληλα με το κορμι του αντρα. Το κρυο μεταλλο συναντησε το λαιμο κατω απο το πηγουνι του, διελυσε ευκολα ιστους, σαρκα και κοκκαλα και αφου πετσοκοψε οτι συναντησε στο διαβα του εμφανιστηκε περηφανο και ματωμενο στην πανω μερια του κρανιου του.
Ο ξενος βαδισε προς την πυλη, την ανοιξε κι ανεβηκε παλι στο αλογο του την ωρα ακριβως που εφταναν οι αλλοι.
-'Ελατε πισω μου' ειπε και διχως χρονοτριβη αφησε το σκοταδι να τον καταπιει.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13
-'Δεν εχω δει ποτε κανεναν που να παλευει ετσι και να βγαζει εκτος μαχης μονος του τοσους αντιπαλους τοσο γρηγορα' ηταν οι πρωτες λεξεις που καταφερε να ψελλισει ο αποσβολωμενος Κερμενων. -'Εγω, ο Κερμενων, υπασπιστης και σωματοφυλακας του Αλεξανδρου του Μακεδονα, σου ορκιζομαι ξενε πως'......
-'Θα εχουμε καιρο γι αυτα αργοτερα' τον διεκοψε ο ξενος. -'Προς το παρον ας σιγουρευτουμε οτι δεν υπαρχουν αλλοι απο δαυτους' συνεχισε ενω τα ματια του ηταν καρφωμενα στην εισοδο.
-'Εχεις δικιο' συμφωνησε ο Κερμενων. -'Ολη η πολη ξερει οτι αυριο τα στρατευματα του Δαρειου θα βρισκονται στην Ισσο και τα κεφαλια μας θα ειναι περιζητητα σε οποιους θελουν να τα εχουν καλα μαζι του. Πρεπει να κινηθουμε γρηγορα'.
-'Εχουμε λιγες ωρες μπροστα μας' εκανε ο ξενος 'μεχρι να φωτισει. Υπαρχει καποιο σχεδιο η πρεπει να διαμορφωσουμε ενα τωρα ?'
-'Ηρθα εδω να βρω τους αντρες της νοτιας περιπολου' ειπε ο Κερμενων δειχνοντας ταυτοχρονα με μια θλιμμενη κινηση τα κομμενα κεφαλια των στρατιωτων 'για να βρουμε μεταφορικο μεσο για τους τραυματιες που συγκεντρωνει τωρα ο Αλγινικος στην κεντρικη πλατεια της πολης. Οπως ομως βλεπεις τα πραγματα δεν εξελιχθηκαν βαση του σχεδιου. Και εχω να παω και γω καπου να παρω καποιον που με περιμενει αλλα τωρα.....'.
'-Δεν θ' αλλαξει κατι σ' αυτο που σχεδιασες' ειπε ο ξενος αποφασιστικα. 'Πηγαινε εκει που εχεις να πας, θα κοιταξω εγω για μεταφορικο μεσο και βρισκομαστε στην πλατεια με τους αλλους σε μια ωρα' προσθεσε και κινησε για την εξοδο. Ο Κερμενων τον αρπαξε απ' το χερι.
-'-Γιατι τα κανεις ολα αυτα ? Γιατι με βοηθησες ? Ποιος εισαι ?'
Ο ξενος στραφηκε προς τα πισω μ'ενα αδιευκρινιστο χαμογελο να κυριαρχει στο προσωπο του.
-'-Ολα θ' απαντηθουν στην ωρα τους' ειπε. -'Μα τωρα προεχουν αλλα να γινουν. Σε μια ωρα στην πλατεια' επανελαβε και με γοργα βηματα χαθηκε στο σκοταδι.
-------------------------------
Για Νοεμβρης μηνας το κρυο ηταν ηδη αρκετο, περισσοτερο ισως κι απ' τ' αναμενομενο. Ο ουρανος ηταν βαρυς, γεματος συννεφα που συνοφρυωμενα παρακολουθουσαν τις εξελιξεις στην πολη. Ο αερας παγωμενος, μουδιαζε τις σκεψεις και καλυπτε με απιστευτη ταχυτητα οτι ηταν εκτεθειμενο σ' αυτον. Εμπαινε με ορμη στα πνευμονια του ξενου γεμιζοντας τα και εξαπλωνοταν γοργα σε καθε σημειο του σωματος του αφηνοντας το αποτυπωμα του. Ομως αυτο δεν φαινοταν να τον ενοχλει, ισα ισα που ηταν καλοδεχουμενος μιας και του φρεσκαριζε τις σκεψεις που σαν τρελλες στροβιλιζονταν στο κεφαλι του. Ενα αφηρημενο συννεφο επετρεψε σ'ενα χλωμο, χτικιαρικο φεγγαρι να κανει για δευτερολεπτα αισθητη την παρουσια του πριν τα υπολοιπα, ενεργωντας αστραπιαια, το καλυψουν και παλι. Τα ελαχιστα αυτα δευτερολεπτα ηταν αρκετα για τον ξενο να δει την μαυρη αμαξα σε μια γωνια του δρομου. Πλησιασε γοργα και την εξετασε. Ηταν οτι ακριβως χρειαζοταν για την μεταφορα των τραυματιων. Δεν γνωριζε ποσοι ακριβως ηταν αλλα του ειχε δοθει η εντυπωση οτι μια ηταν αρκετη. Το μονο που χρειαζοταν ηταν δυο αλογα για να την συρουν και αυτος ο Κερμενων σιγουρα θα τα ειχε.
Εφτασε διπλα της και τραβηξε το ξιφος του. Χρειαστηκαν δυο δυνατα χτυπηματα στην μια ροδα για να την σπασει. Αφου σιγουρευτηκε οτι δεν υπηρχε τροπος επιδιορθωσης, ξεκινησε για την πλατεια που τον περιμεναν οι αλλοι.
-----------------------------
Γρηγορα εντοπισε τον Αλγινικο αφου ηταν αυτος που μιλουσε και χειρονομουσε συνεχως προσπαθωντας να κρατησει τα πραγματα υπο ελεγχο. Σ' ολη την πλατεια υπηρχαν, αλλοι καθισμενοι αλλοι ξαπλωμενοι, γυρω στους τριαντα με τριανταπεντε στρατιωτες. Πολλων τα ρουχα ηταν ποτισμενα ακομα στο αιμα, δικο τους η οχι λιγη σημασια ειχε. Αλλοι ειχαν δεμενα κεφαλια, θωρακες, χερια και ποδια, αλλοι κουτσαιναν, αλλοι, εντελως ανημποροι, απλα ξαπλωμενοι, ειχαν αποθεσει στωικα την μοιρα τους στις δυνατοτητες των υπολοιπων.
Υπηρχαν γυρω στους δεκα που φαινοταν απολυτως ενταξει και βοηθουσαν τον Αλγινικο στο να τηρουνται οι εντολες που διαρκως εδινε. Ηταν καποιοι απ' αυτους που κινηθηκαν απειλητικα εναντιον του βλεποντας τον να πλησιαζει. Αυτο διολου δεν του εκοψε βημα.
-'Με στελνει ο Κερμενων' ειπε πριν ακομα τον φτασουν σε αποσταση βολης. 'Η φρουρα της νοτιου περιπολου ειναι νεκρη και δυστυχως δεν υπαρχει μεταφορικο μεσο για ολους αυτους' ειπε δειχνοντας τους τραυματιες. Το ονομα του Κερμενωνα ηταν αρκετο για να αποτρεψει καποια επιθετικη κινηση εκ μερους των στρατιωτων, παρ' ολα αυτα σχηματισαν εναν κυκλο γυρω του και τον οδηγησαν στον Αλγινικο.
---------------------------
Του εξηγησε τι ακριβως ειχε συμβει με καθε λεπτομερεια. Ο Αλγινικος τον ακουγε με προσοχη μα η δυσπιστια πανω του ηταν εκδηλη σε καθε ερωτηση που εκανε και σε καθε απαντηση που λαμβανε. Τον ακουσε προσεκτικα μεχρι τελους εχοντας παντα τα ματια του καρφωμενα πανω στον ξενο. Τα ρουχα του ηταν κατι που δεν ειχε ξαναδει, μιλουσε Μακεδονικα διχως να ειναι Μακεδονας και κατι στην γενικοτερη σταση του δεν τον αφηνε να εφησυχασει. Παρ' ολα αυτα του ενεπνεε ενα αναμικτο συναισθημα σεβασμου και φοβου, διχως να μπορει να ξεκαθαρισει μεσα του ποιο κομματι ηταν αυτο που υπερτερουσε.
-'Θα περιμενουμε τον Κερμενωνα λοιπον' ηταν η ετυμηγορια του οταν δεν υπηρχε κατι αλλο να λεχθει. 'Καλα θα ηταν να επιβεβαιωσει αυτα που λες'.
Επιβεβαιωθηκαν ολα μιση σχεδον ωρα αργοτερα απο εναν λαχανιασμενο Κερμενωνα που εσερνε πισω του μια εξισου ασθμαινουσα Μεναγρη. Οι δυο αντρες μιλησαν κατ' ιδιαν για μερικα λεπτα, την ιδια στιγμη που η Μεναγρη, φανερα επηρεασμενη απο το κρυο προσπαθουσε με τ' αραχνουφαντα ρουχα της να προστατευθει απ' το ψυχος ενω ο ξενος φαινοταν να περιεργαζεται κατι που ειχε στον κορφο του. Η συζητηση ειχε τελειωσει και μ' ενα νευμα ο Κερμενων ζητησε να συγκεντρωθουν ολοι γυρω του. Ετσι κι εγινε.
---------------------------
-'Ξερετε ολοι τι αντιμετωπιζουμε' ειπε 'τα εχετε μαθει απο τον Αλγινικο. Δυστυχως το μοναδικο μεταφορικο μεσο που βρεθηκε ηταν αχρηστο' προσθεσε ριχνοντας μια φευγαλεα ματια στον ξενο που ανταπεδωσε με μια κινηση που απο την αρχη της ανθρωποτητας σημαινε 'ετσι το βρηκα, δεν φταιω εγω γι αυτο'. 'Ο χρονος που εχουμε δεν ειναι αρκετος να ψαξουμε για εναλλακτικο μεσο οποτε πρεπει εδω, ολοι μαζι, να βγαλουμε μια αποφαση για το τι θα κανουμε. Οποιος εχει κατι να πει ας το κανει τωρα'.
Την στιγμιαια βουβαμαρα εσπασε με κοφτη μεταλλικη φωνη ο Αλγινικος.
-'Πιστευω οτι ολοι συμφωνειτε πως σαν Μακεδονες το χρεος μας ειναι ν' αντιμετωπισουμε τους βαρβαρους, οσοι και να ειναι, με οποιοδηποτε κοστος, ακομα και με την ιδια μας τη ζωη. Κανεις δεν θα πει ποτε οτι οι Μακεδονες ειναι δειλοι και ετρεξαν να γλυτωσουν τον κινδυνο'.
Δεν μιλησε κανεις, ομως σαν ολοι να υπακουσαν μια αορατη εντολη σηκωσαν την δεξια τους γροθια προς τον ουρανο, σημαδι πως συμφωνουσαν απολυτα με τα λεγομενα του Αλγινικου.
-'Θα επικροτουσα απολυτα οτιδηποτε ακουστηκε αυτη τη στιγμη' ειπε ο ξενος κανοντας ενα βημα για να βρεθει στον κυκλο των παρευρισκομενων 'αν θα επρεπε να παραβλεψω την κοινη λογικη και την πρακτικη ουσια του ζητηματος. Και στην συγκεκριμενη περιπτωση, οι λεπτομερειες ειναι αυτες που με κανουν να υποστηριξω πως οτι ακουστηκε ειναι λαθος'.
------------------------
Ο Κερμενων σηκωσε το χερι θελοντας να προλαβει τυχον διαμαρτυριες. -'Πες αυτο που νομιζεις' ειπε. -'Γιατι κανει λαθος ο Αλγινικος' ?
-'Κανεις σας δεν περιμενε οτι ο Δαρειος θα εφτανε στην Ισσο τοσο γρηγορα, αν καταλαβα καλα. Αν λοιπον ηταν για σας εκπληξη φανταζομαι οτι το ιδιο θα ισχυει και για το υπολοιπο στρατευμα. Προφανως ουτε εκεινοι ξερουν η υποψιαζονται οτι ο Δαρειος βρισκεται ηδη εδω. Απο την αλλη ειναι σιγουρο οτι ο Δαρειος δεν προτιθεται ν' αφησει κανενα ζωντανο να φυγει απο την πολη ακριβως για τον ιδιο λογο, για να μην ενημερωθει ο στρατος σας για το τι γινεται. Καταλαβαινω απολυτα οτι κανεις δεν θα παραδοθει και ολοι θελετε να πολεμησετε οσο μπορειτε, φοβαμαι ομως οτι το αποτελεσμα ειναι ηδη γραμμενο σε αστρα καθολου φιλικα για σας. Επιπλεον θα στερησετε την δυνατοτητα πληροφοριων που θα ηταν χρησιμες στον Αλεξανδρο εν οψη αυτης της μαχης'.
-'Τι προτεινεις λοιπον '? ρωτησε ο Κερμενωνας.
-'Οσοι μπορουν να ταξιδεψουν πρεπει να προσπαθησουν να διαφυγουν. Ετσι και πληροφοριες θα μπορεσουν να παρεχουν και σιγουρα θα εχουν την ευκαιρια τους στην επομενη μαχη'.
-'Και οσοι δεν μπορουν τι θ' απογινουν' ? ρωτησε με φωνη βαφτισμενη μεσα σε συγκαλλυμενη οργη ο Αλγινικος. -'Απλα τους παραταμε στο ελεος των Θεων' ?
-'Δεν εχουν καμμια πιθανοτητα να τα καταφερουν' συνεχισε ο ξενος. -'Θα μοιραστειτε την μοιρα τους αν μεινετε εδω, μια μοιρα πιο σκοτεινη κι απ' την νυχτα που κρεμεται πανω απο τα κεφαλια μας. Αυτο που λεω, οσο και ν' ακουγεται απανθρωπο, ειναι η μονη λυση'.
-------------------------------
Του ζητησαν ν' απομακρυνθει οση ωρα εξεταζαν τα λεγομενα του. Το σεβαστηκε. Για το βαρος μιας τετοιας αποφασης η συζητηση εληξε πολυ γρηγορα. Ο Κερμενων του ζητησε να πλησιασει και ο ξενος υπακουσε. Απο την εκφραση του προσωπου του ηξερε ηδη τι θ' ακουγε.
-'Εχεις δικιο' του ειπε. 'Ακομα και οι τραυματιες συμφωνησαν πανω σ' αυτο. Ο μονος που εχει ενδοιασμους ειναι ο Αλγινικος αλλα θ' ακολουθησει κι αυτος τουτο το μονοπατι. Πες μου, εχεις καποιο σχεδιο στο μυαλο σου για το πως να κινηθουμε' ?. Ο ξενος κουνησε καταφατικα το κεφαλι του και του ζητησε να μιλησει στους υπολοιπους. Ο Κερμενων συμφωνησε.
-'Θα προσπαθησουμε να βγουμε απο την δυτικη πλευρα της πολης. Αν κατορθωσουμε να φτασουμε στο ποταμι θα τα εχουμε καταφερει. Επισης το δασος θα μας βοηθησει να καλυφθουμε κι ας ελπισουμε οτι θ' αποφυγουμε τις ομαδες κρουσης του Δαρειου. Οσο για σας,' ειπε δειχνοντας τους τραυματιες, 'βρειτε ενα οικημα να προστατευτειτε στην ακρη της πολης. Ισως στην βιασυνη τους να καταλαβουν την πολη σας προσπερασουν. Ισως....'.
Ολοι στραφηκαν στον Κερμενωνα. Ο τελευταιος κοιταξε την Μεναγρη, αυτη του χαμογελασε και αυτο ηταν το εναυσμα για ν' αρχισει να δινει εντολες.
-'Εγω και αλλοι τρεις θα φερουμε τ' αλογα. Αλγινικε, με τους υπολοιπους βοηθηστε τους τραυματιες να βρουν καποιο μερος να οχυρωθουν. Οσο για σενα ξενε, σου εμπιστευομαι κατι που εχει την ιδια βαρυτητα με την ζωη μου' ειπε κι εδειξε την Μεναγρη. Ο ξενος κουνησε καταφατικα το κεφαλι του, σημαδι πως ηταν συμφωνος.
------------------------------
Λιγα λεπτα χρειατηκαν να περασουν για να μεινουν μονοι τους στην πλατεια. Η Μεναγρη τον ρωτησε με τρεμουλιαστη φωνη απο το κρυο.
-'Πιστευεις οτι θα τα καταφερουμε' ?
-'Ειμαι σιγουρος γι αυτο' απαντησε ο ξενος ενω ταυτοχρονα εβγαζε την μπερτα του και την περνουσε γυρω απο τους παγωμενους ωμους της.
-'Πως εισαι τοσο σιγουρος' ? τον ξαναρωτησε η Μεναγρη που ενοιωθε σιγα σιγα την θερμοκρασια της να επανερχεται.
-'Εχει να κανει με την συμφωνια που εκανες, την βοηθεια που κουβαλας μαζι σου, τον ανωτερο σκοπο που πρεπει να φερεις σε περας' απαντησε ο ξενος, περισσοτερο σαν ν' απαντουσε στον εαυτο του παρα στο ερωτημα της γυναικας. Η τελευταια τον κοιταξε περιεργα, ενοιωσε μια παγωμαρα που δεν προερχοταν απο τις χαμηλες θερμοκρασιες που επικρατουσαν και βυθιστηκε στις σκεψεις της. Ο καλπασμος των αλογων την επανεφερε στην πραγματικοτητα.
Ο ξενος βοηθησε την Μεναγρη ν' ανεβει στο αλογο του Κερμενωνα και στραφηκε προς το μερος του. -'Βρειτε τους αλλους και σε δεκα λεπτα ξεκινηστε για την δυτικη πυλη' ειπε.
-'Εσυ τι θα κανεις' ? ρωτησε ο Κερμενων.
-'Θα παρω το αλογο μου και θα προπορευτω' απαντησε ο ξενος. -'Θα φροντισω να σιγουρεψω οτι ο δρομος θα ειναι τελειως καθαρος. Ενας' ειπε προλαβαινοντας την φραση που ποτε δεν προλαβε να ξεστομισει ο Κερμενων 'κινειται πιο ευκολα κι ανετα απο πολλους. Εξ' αλλου, μπορω να προστατευσω τον εαυτο μου, οπως πολυ καλα ξερεις'.
Ο Κερμενων διστασε στιγμιαια, κουνησε καταφατικα το κεφαλι του και ξεκινησε προς το μερος που ειχε ακολουθησει ο Αλγινικος με τους αλλους.
-----------------------------
Λιγα λεπτα αργοτερα οδηγουσε το αλογο του με χαλαρο καλπασμο προς την δυτικη πυλη της Ισσου αναλογιζομενος οσα ειχαν συμβει τις τελευταιες ωρες. Επρεπε με καθε τροπο να κρατησει στην ζωη τον Κερμενωνα, τον ανθρωπο που θα τον οδηγουσε στον στοχο του. Ο κυβος αποκτουσε το φως του μονο με την παρουσια του, οποτε ηταν ζωτικης σημασιας η επιβιωση του. Για τους αλλους λιγο ενδιαφεροταν. Δεν ηθελε να ερθει σε αντιπαραθεση με τον Αλγινικο, καταλαβαινε οτι δυνατη φιλια τους συνεδεε και θα ηταν εις βαρος του να τον εχει εχθρο του. Ομως στο θεμα των τραυματιων δεν μπορουσε να γινει αλλιως. Αν δεν κατεστρεφε την αμαξα τους ειχε ικανους να δοκιμαζαν να δραπετευσουν μαζι με τους ανημπορους τραυματιες και γνωριζε πολυ καλα τι θα σημαινε αυτο. Οτι μαζι με τους υπολοιπους θα χανοταν και ο κρικος του, ο Κερμενων, κι αυτο δεν μπορουσε να το επιτρεψει. Ολοι ηταν αναλωσιμοι και δεν θα δισταζε να εξαφανισει τον οποιονδηποτε εμπαινε στο δρομο του. Τουτη τη φορα θα θυσιαζονταν τριανταπεντε ψυχες, την επομενη ισως χρειαζοταν να θυσιαστουν χιλιαδες, μα και παλι δεν θα το σκεφτοταν καν. Ο Κερμενων θα ζουσε με οποιο κοστος συνεπαγοταν αυτο.
Ηταν οι σκεψεις του που τον ειχαν απορροφησει τοσο που δεν του επετρεψε να τους δει αμεσως παρα μονο οταν ειχε φτασει σε αποσταση λιγων μετρων. Ηταν οι φρουροι της δυτικης πυλης, εξι ψηλοι, γεροδεμενοι αντρες και τον ειχαν δει.
-----------------------------
Σταματησε το αλογο και ξεπεζευσε. Ηταν η αυτοπεποιθηση του, η σιγουρια που εξεπεμπε, που αιφνιδιασε τους ετσι κι αλλιως καταδικασμενους αντρες. Ο πρωτος ενοιωσε τη λεπιδα να χωνεται κατω ακριβως απο το αυτι του, να διαπερνα το κρανιο του και να κατακερματιζει τον εγκεφαλο του. Πριν ακομα βρεθει στο εδαφος, ο δευτερος που προσπαθησε να επιφερει ενα χτυπημα με το σπαθι του τον εχασε στιγμιαια απο το πεδιο της ορασης του και καταλαβε την ακριβη θεση του οταν σκυβοντας μπροστα ειδε τη λαμα του ξιφους να προεξεχει απο τον θωρακα του. Οι επομενοι δυο δοκιμασαν μια χιαστι επιθεση με την ελπιδα οτι καποιος απο τους δυο θα στεκοταν τυχερος. Κανεις απο τους δυο δεν μπορεσε να σταθει καν στα ποδια του. Μ' ενα επιδεξιο σκυψιμο απεφυγε τα σπαθια τους και με το δικο του διεγραψε μια καμπυλη που περασε ακριβως πανω απο τις καρωτιδες τους. Οι κραυγες τους που ανεβηκαν μεχρι τα κομμενα λαρυγγια τους πνιγηκαν στο αιμα και δεν ακουστηκαν ποτε. Ο πεμπτος εκανε ενα βημα μπροστα, οπισθοχωρησε, ξαναδοκιμασε να παει μπροστα μα δεν αποφασιζε να επιτεθει. Με τα ματια καρφωμενα στον εκτο που δεν ειχε μετακινηθει σπιθαμη απο την θεση του, περασε μπροστα απο τον πεμπτο, προσποιηθηκε κινηση προς τα δεξια και εκμεταλλευομενος την παγιδα που τον ειχε ριξει του επεφερε ενα καθετο χτυπημα στο απροστατευτο κεφαλι του ανοιγοντας το σχεδον στα δυο. Μετα σταματησε διχως ν' αποτραβηξει τα ματια του απο τον τελευταιο ενω ταυτοχρονα ακουσε πισω του καλπασμο αλογων.
-'Τ' ονομα μου ειναι Κερτιφανης' ειπε ο μεγοαλοσωμος εκτος αντρας. -'Το δικο σου δεν εχει καμμια σημασια μιας και σε λιγο το κουφαρι σου θα γινει γευμα για τα σκυλια. Μαθε οτι θα φτυσω στο αιμα σου'. Ηταν η τελευταια φραση που ειπε ποτε.
Το χτυπημα του με το σπαθι αποκρουστηκε ευκολα απο τον ξενο. Οχι ομως και το δικο του. Με μια αστραπιαια κινηση ανεβασε το δικο του ξιφος παραλληλα με το κορμι του αντρα. Το κρυο μεταλλο συναντησε το λαιμο κατω απο το πηγουνι του, διελυσε ευκολα ιστους, σαρκα και κοκκαλα και αφου πετσοκοψε οτι συναντησε στο διαβα του εμφανιστηκε περηφανο και ματωμενο στην πανω μερια του κρανιου του.
Ο ξενος βαδισε προς την πυλη, την ανοιξε κι ανεβηκε παλι στο αλογο του την ωρα ακριβως που εφταναν οι αλλοι.
-'Ελατε πισω μου' ειπε και διχως χρονοτριβη αφησε το σκοταδι να τον καταπιει.