Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2012

                                         ΜΙΑ ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

                                                                    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Εσκυψε μπροστα και εριξε ακομα ενα κοματι ξυλο στη φωτια. Αυτος ο μικρος πυρινος κλοιος απεναντι του ηταν και το τελευταιο σημειο αντιστασης απεναντι στη απιστευτη παγωνια που επικρατουσε. Ειχε νυχτωσει μολις πριν δυο ωρες αλλα το κρυο ηταν ηδη τοσο τσουχτερο που αναρωτιοταν τι θα συνεβαινε αφου η ωρα θα ειχε προχωρησει. Ηταν τυλιγμενος στην βρωμικη καπα του προσπαθωντας ν' αφησει οσο το δυνατον λιγοτερα σημεια του σωματος του εκτεθειμενα στην χαμηλη θερμοκρασια που τον γυροφερνε ωρα τωρα προσπαθωντας να επικρατησει ολοκληρωτικα σ' αυτην την ανιση μαχη. Ειχε ταλαιπωρηθει αφανταστα να συγκεντρωσει μια ικανοποιητικη ποσοτητα ξυλων σ' εκεινη την στεγνη και πετρωδη γη, ομως τα ειχε καταφερει και τωρα απλα συντηρουσε το μοναδικο του οπλο απεναντι στο ψυχος.
                                          ----------------
Ειχε ξεκινησει να ψαχνει για καταλυμα καμποση ωρα πριν ο ηλιος παραχωρησει τη θεση του σταδιακα στο σκοταδι. Γρηγορα ειχε διαπιστωσει οτι δεν ηταν οτι πιο ευκολο. Δεν ηθελε ν' απομακρυνθει πολυ απο τον κεντρικο δρομο της Ινζεμ, οχι τοσο φοβουμενος τις δοξασιες που ειχε ακουσει κατα κορον στην Σουχαμ, οσο την περιπτωση ατυχηματος του Χαμπουμπ σ' ενα αγνωστο, ορεινο εδαφος και μαλιστα μεσα σε μια νυχτα τοσο πυκνη που θαρρουσε οτι αν απλωνε το χερι του θα την αγγιζε. Ετσι οταν εντοπισε μια μικρη σπηλια που ανετα χωρουσε εναν ανθρωπο στ' αριστερα του δρομου δεν διστασε καθολου. Η σπηλια λες κι ηταν ακριβως στα μετρα του Χαμπουμπ.
                                            ---------------
Πριν οδηγησει εκει το αλογο φροντισε να το τριψει καλα παντου με μια χουφτα φυλλα Μερθλ που ειχε προμηθευτει στην πολη. Μπορει να μην τρωγονταν, να μυριζαν απαισια αλλα μια απλη επαλειψη λειτουργουσε μονωτικα μην επιτρεποντας στο κρυο και την υγρασια να επηρεασουν τον χρηστη. Εχοντας εξασφαλισει το αλογο του απο τις πολικες θερμοκρασιες που επικρατουσαν, αυτος θα περναγε το βραδυ με συμμαχο τη φωτια που εξακολουθουσε να βγαζει γλωσσα και ν' αντιστεκεται στις λυσσαλεες επιθεσεις του αερα. Τοτε εκανε την πρωτη διαπιστωση.
                                            -----------------
Δεν φυσουσε καθολου. Στο μυαλο του αστραπιαια αναδυθηκε αυτο που ειχε ακουσει, αναμεσα στα τοσα αλλα, για την Ινζεμ. Δεν υπηρχε ποτε αερας, παρ' ολα αυτα η θερμοκρασια την νυχτα επεφτε τοσο πολυ που σου εδινε την αισθηση οτι η ιδια η αμμος ειχε βαλθει να ρουφηξει στα σωθικα της καθε ιχνος εναπομεινουσας θερμοκρασιας της ημερας. Χαμογελασε στιγμιαια διαπιστωνοντας οτι, αν μη τι αλλο, μια απο τις τοσες ιστοριες που ειχε ακουσει ηταν πραγματικοτητα. Το πως η το γιατι συνεβαινε αυτο σιγουρα θα ειχε μια εξηγηση αλλα εκεινη τη στιγμη ηταν το τελευταιο πραγμα που ειχε διαθεση να κανει.
                                               ----------------
Ηταν καθισμενος σταυροποδι, ακουμπωντας την πλατη του στο κοιλωμα ενος βραχου ακριβως πισω του, προσπαθωντας τουλαχιστον να μην την αφηνει εκτεθειμενη στο κρυο. Πρεπει να ειχε καμποση ωρα σ' αυτη τη σταση γιατι ενοιωσε στο αριστερο του ποδι τα πρωτα σημαδια μουδιασματος. Μετακινηθηκε οσο χρειαζοταν αναζητωντας και παλι μια βολικη θεση.
Οσο πιο πολυ κοιτουσε το σκοταδι τοσο πιο συμπαγες του εμοιαζε. Το μοναδικο αλλο φως πλην της φωτιας που καταφερνε να φτασει σ' αυτον ηταν το αναιμικο λαμπυρισμα των αστεριων. Σηκωσε το κεφαλι και για λιγο ξεχαστηκε με το θεαμα που απλωνοταν απο πανω του. Ο ουρανος εμοιαζε σαν μια τεραστια τοξωτη γεφυρα που το κατω μερος της ηταν σπαρμενο με δεκαδες αστερια που τρεμοσβηναν λες και καποια γιγαντια ποδια που διεσχιζαν αυτη τη γεφυρα απειλουσαν ανα πασα στιγμη την ικανοτητα στερεωσης τους. Εμεινε να παρακολουθει για λιγο το θεαμα και ξαναστυλωσε παλι τα ματια του στη φωτια, παρακολουθωντας τις φλογες στον τρελλο τους χορο και τον ανταγωνισμο τους για το πια θα εφτανε ψηλοτερα για να χαθει σαν να μην ειχε υπαρξει ποτε μεσα στη νυχτα.
 Πιο πολυ ηταν προαισθημα, αυτο που ερχεται εξαφνα οταν δεν το θελεις η περιμενεις, που τον εκανε να σηκωσει τα ματια του παρα κατι που να ειχαν αλιευσει οι αισθησεις του.
                                          -----------------
Ανθρωποι που ειχα διασχισει κατα καιρους ερημους υποστηριζαν οτι ενα λαθος ηταν αρκετο για να κοστισει σ' αυτον που το εκανε την ζωη του. Εδω ειχαν γινει περισοτερα απο ενα, ομως σαν την εξαιρεση που καταδυναστευει καθε κανονα, εμοιαζε οτι δεν θα του κοστιζαν καθολου.
Ποτε δεν αναβεις φωτια, υποστηριζαν οι εμπειροι ταξιδιωτες των ερημων, σε σημειο που να ειναι ορατη απ' οποιοδηποτε σημειο υπαρχει περιπτωση να περασει καποιος.
Αν δεν ειναι δυνατη αυτη η επιλογη, ελεγαν ακομα οι ιδιοι, τοτε φροντιζεις να δημιουργησεις μια ζωνη προειδοποιησης, απλωνοντας ξερα φυλλα η κλαδια στο δρομο του ανεπιθυμητου επισκεπτη, ουτως ωστε να ενημερωθεις εγκαιρα για οποια τυχον αφιξη.
Και ποτε, μα ποτε, κατεληγαν οι ειδημονες, δεν κοιτας για ωρα την φωτια γιατι τα δευτερολεπτα που απαιτουνται μεχρι να προσαρμοστουν τα ματια απο το εντονο φως στο βαθυ σκοταδι μπορει ν' αποβουν μοιραια.
Εδω ειχαν γινει και τα τρια μα η μορφη που στεκοταν, αγνωστο ποση ωρα, απεναντι απο την φωτια δεν φαινοταν να ειναι διατεθειμενη να τα εκμεταλλευτει.
                                        ------------------
Εριξε μια γρηγορη κλεφτη ματια στον Χαμπουμπ. Η απαθεια του αλογου, που διατυμπανιζε προς ολες τις κατευθυνσεις οτι η μοναδικη αλλη παρουσια που αντιλαμβανοταν ηταν του αγαπημενου του αφεντη, του εφερε ενα μυρμηγκιασμα κατα μηκος της σπονδυλικης του στηλης. Ο ιδιος περηφανευοταν οτι τιποτα δεν μπορουσε να τον αιφνιδιασει, το ειχε δε αποδειξει παμπολλες φορες. Χαριτολογωντας μαλιστα ελεγε οτι ακομα και ξωτικο η νεραιδα, οσο αθορυβα και να ηταν, δεν θα μπορουσαν ποτε να τον πιασουν στον υπνο.
Και τωρα, τρανο παραδειγμα για το αντιθετο, μια ανθρωπινη φιγουρα, απο το πουθενα, λες και την εναποθεσαν στη γη οσο πιο απαλα μπορουσαν τα ιδια τ' αστερια, ηταν εκει, απεναντι του, αποδεικνυοντας του οτι ακομα κι αν εισαι παρα πολυ καλος σε κατι, ποτε δεν εισαι τελειος.   
                                           -------------------
Η φιγουρα εκανε μερικα βηματα πλησιαζοντας την φωτια επιτρεποντας του να μπορει να διακρινει καποιες λεπτομερειες. Ηταν ψηλος, κατι λιγοτερο απο δυο μετρα, αδυνατος, αρκετα ηλικιωμενος αν εκρινε απο τα πλουσια ασπρα μαλλια που στολιζαν το προσωπο του.
Μια γενειαδα, επισης ασπρη, εμοιαζε σαν την φυσικη συνεχεια της κομης του αλλα εκει που καποιος θα περιμενε οτι θα της προσεδιδε μια αγριαδα, το συναισθημα που εξεπεμπε ηταν μια παραδοξη και ανεξηγητη γαληνη και ηρεμια. Φορουσε ενα ασπρο μακρυ λεπτο χιτωνα διχως ιχνος λεκε η βρωμας επανω του, τοσο μακρυ που του ηταν αδυνατο να καταλαβει αν φορουσε σανδαλια η οτιδηποτε αλλο. Στο δεξι του χερι κρατουσε ενα ψηλο ξυλινο ραβδι με την παλαμη του να εχει καλυψει ολη τη λαβη του πανω μερους. Εκανε ακομα ενα βημα κοντυτερα στη φωτια.
                                          -----------------
Ολη η μελετη της αγνωστης φιγουρας του πηρε ελαχιστα δευτερολεπτα. Στον ιδιο χρονο μεσα προλαβε ν' αναρωτηθει πως ηταν δυνατον καποιος να περιφερεται σ' αυτον τον τοπο, νυχτα, με τοσο αφορητο κρυο, εχοντας για μοναδικη του προστασια ενα λεπτο χιτωνα. Αλλη μια ερωτηση αναπαντητη που προλαβε να κανει στο σχεδον μηδενικο αυτο χρονικο διαστημα στον εαυτο του ηταν πως δεν εβλεπε πουθενα το αλογο του, δεδομενου πως θα ηταν ανθρωπινως αδυνατον να ειναι καποιος πεζος στην ερημο Ινζεμ και ακομα ζωντανος. 
Παρ' ολα αυτα, ανοιξε το στομα του για να ξεστομισει μια τελειως διαφορετικη φραση που σχηματιζε το μυαλο του και ειχε να κανει με την προσκληση που ετοιμαζοταν να του απευθυνει για να κατσει κοντα στη φωτια. 
-'Θα μπορουσα να κατσω κοντα στη φωτια σου ξενε ?' ακουσε τον γεροντα να του λεει. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου