BABIS CHRONOPOULOS
ΓΙΑ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΙ ΠΙΑΣΑΜΕ ΣΗΜΕΡΑ
Εριξε αλλη μια ματια στο πλασμα που ασφυκτιουσε μεσα στον στενο κουβα. Δυσκολευοταν να κολυμπησει μα δεν ειχε και αλλη επιλογη. Πλησιασε και το κοιταξε απο κοντα προσπαθωντας να αποκρυπτογραφησει τι ακριβως ηταν. Εμοιζε με ψαρι, θα επρεπε να ηταν ψαρι απο τη στιγμη που το ειχε βγαλει απο τη θαλασσα, αλλα διεθετε τοσα λιγα στοιχεια ενος θαλασσιου κατοικου που δεν μπορουσε να ηταν σιγουρος. Εκει που φαινομενικα επρεπε να υπαρχει ουρα ξεχωριζε ευδιακριτα κατι που εμοιαζε σαν ατροφικο ζευγαρι ποδια. Το ιδιο ακριβως συνεβαινε και με τα δυο μπροστινα πτερυγια που εφερναν περισσοτερο σε ενα ασχηματιστο ζευγαρι χεριων. Ηταν και αυτα τα ματια του, που η θεση τους στο κεφαλι του ουδεμια σχεση ειχαν μ' αυτο που καποιος θα περιμενε να συναντησει σ' ενα ψαρι.
Αυτο που ειχε να κανει τωρα ηταν να το μεταφερει στο σπιτι του, εκεινο το μικρο ξυλινο οικημα που δεσποζε στη πλαγια του λοφου, για να μπορουσε να το εξετασει λεπτομερεστερα με την ησυχια του.
Σηκωσε το κεφαλι και εριξε μια ματια στη σκυθρωπη εκφραση του ουρανου. Δεν χρειαζοταν να ειναι μαντης για να καταλαβει οτι θα ξεσπαγε καταιγιδα απο στιγμη σε στιγμη. Ταχυνε το βημα του, παντα προσεκτικα κουβαλωντας το παραδοξο φορτιο του.
******************************
Κατορθωσε να χτυπησει το γονατο του στο μικρο τραπεζακι του χολ, να του ερθουν ενα σωρο αχρηστες παλιατζουρες στο κεφαλι ανοιγοντας διαδοχικα ντουλαπια, μα στο τελος σταθηκε τυχερος. Ηταν σιγουρος πως καπου ειχε ξεχασμενη μια φωτογραφικη μηχανη και μολις την ειχε βρει. Τοποθετησε το κουβα με το μυστηριο ενοικο σε ενα καλα φωτισμενο σημειο και τον αποτυπωσε στη ψηφιακη μνημη του αντικειμενου. Το μοναδικο αλλο τεχνολογικο μεσο που ειχε επιτρεψει στον εαυτο του να διαθετει ηταν ενα σαραβαλιασμενο λαπτοπ που ομως ακομα εκανε τη δουλεια του. Περασε δυο χαρακτηριστικες και καθαρες φωτογραφιες του πλασματος στον υπολογιστη και προσπαθησε να σκεφτει τη διευθυνση αποστολης. Αναψε ενα τσιγαρο και ανταμειψε τον εαυτο του μ' ενα σκετο διπλο Κilbeggan. Η αγριαδα που εξεπεμπε το προσωπο του απ' των δυο εβδομαδων γενια εσπασε με την εμφανιση ενος χαμογελου. Εψαξε τις διευθυνσεις, βρηκε την καταλληλη, επισυναψε τις φωτογραφιες, τις εστειλε, και εγειρε πισω στη καρεκλα του.
Το ψαρεμα ηταν απλα χομπι γι' αυτον και μολονοτι γνωριζε πολλους απ΄τους κατοικους του θαλασσιου βασιλειου, αυτος ο μικρος διαβολακος του ηταν παντελως αγνωστος.
Ηξερε ομως τον ανθρωπο που θα μπορουσε να τον πληροφορησει, και αυτο κατα περιεργο τροπο τον εκανε να χαμογελασει ακομα περισσοτερο.
******************************
Ο διευθυντης του ωκεανογραφικου ινστιτουτου της Βαλτιμορης ειχε τοση πολλη δουλεια που το τελευταιο που προλαβαινε ηταν να δει τα ακαταπαυστα e-mail που κατεφθαναν μαζικα απο καθε σημειο του κοσμου. Ενα ομως συγκεκριμμενο ηταν αυτο που του τραβηξε την προσοχη. Ειχε να μαθει νεα απο τον 'Ατσαλακωτο' παρα πολυ καιρο και στην δεδομενη χρονικη στιγμη δεν σκεφτηκε καν να το προσπερασει. Το 'Ατσαλακωτος' ηταν το παρατσουκλι που του ειχε δωσει εδω και χρονια η παλιοπαρεα, γιατι μολονοτι σαν οδηγος νταλικας ειχε οργωσει καθε σπιθαμη της Ευρωπης ποτε μα ποτε, δεν ειχε καν γρατζουνισει την νταλικα του. Δεν επικοινωνουσε συχνα, μα καθε φορα που το εκανε υπηρχε σημαντικος λογος. Ξοδεψε ενα τεταρτο απο τον πολυτιμο χρονο του μελετωντας τις φωτογραφιες που του ειχε στειλει. Αδυνατωντας να βρει καποια ακρη, τις τυπωσε αποφασισμενος να τις δειξει στον μοναδικο ανθρωπο που θα μπορουσε να τον βοηθησει. Ο χρονος ειναι μια περιεργη αισθηση. Οι αντιδρασεις που υπαρχουν μεσα του πολλες φορες ειναι ακομα πιο περιεργες. Για καποιους, η αναγνωση και η μελετη, η αναζητηση και η προσπαθεια εντοπισμου και η διεξοδικη διαδικασια επιλυσης ενος αλυτου θεματος μπορει να παρει μερες. Ο τελικος παραληπτης των φωτογραφιων χρειαστηκε μονο πεντε λεπτα, αφου τις ειδε για να φυγει σαν τον τρελο, κρατωντας τες στα χερια για την δημοτικη βιβλιοθηκη της πολης.
******************************
Η σκεψη του ηρθε αποτομα, σαν το κεραυνο που χτυπαει απροειδοποιητα. Ποιος του ελεγε οτι δεν υπηρχε και αλλο τετοιο παραξενο πλασμα σαν αυτο που ειχε πιασει ? Του ηταν αδυνατον να καταλαβει τι φυλο ηταν. Μα οτι και να ηταν δεν μπορουσε να αποκλεισει την περιπτωση, το ετερο του ημισυ να κολυμπουσε ακομα σε αυτα τα περιεργα σκοτεινα νερα. Η καταιγιδα του εκλεινε το ματι και του σιγοψιθυριζε οτι ερχοταν μα αυτο τον αφηνε παντελως αδιαφορο.
Του πηρε λιγα λεπτα για να βρεθει στο σημειο που ειχε πιασει το πλασμα. Επελεξε να κανει εναν μικρο ελεγχο πρωτα τριγυρω πριν ξεκινησει οποιαδηποτε διαδικασια.
Βρεθηκε ενα βημα πριν απο την καρδιακη προσβολη καθως την ειδε αποτομα μπροστα του. Δεν ηταν οτι δεν ειχε δει ωραιες γυναικες στη ζωη του , αλλα αυτη δεν ηταν απλα ωραια. Το κοντο βρεγμενο μαλλι αφηνε να φανουν τα υπεροχα χαρακτηριστικα του προσωπου της και ειδικα τα τεραστια μαυρα ματια της. Ηταν γυμνη, εκτος απο ενα ογκωδες περιεργο περιδεραιο που στολιζε το στηθος της. Αφου αποτυπωσε τα βασικα ανατομικα χαρακτηριστικα που θα τραβαγαν την προσοχη οποιουδηποτε αντρα, το εμπειρο, εξασκημενο ματι του, εντοπισε αμεσως μετα τις μικρες παραδοξολογιες. Τα δαχτυλα των χεριων και των ποδιων ενωνονταν με μια διαφανη λεπτη μεμβρανη ενω ακριβως κατω απο το υψος των αυτιων υπηρχαν απο τρεις τελειες συμμετρικες σειρες παραλληλων σχισμων που ανοιγοκλειναν επιτρεποντας του να βλεπει το τελειο αλικο χρωμα τους. Οποια και να ηταν βρισκοταν καπου που δεν θα επρεπε να ειναι.
- ' Ποια εισαι? Τι κανεις εδω? '
******************************
Δεν υπηρξε καμια απαντηση. Το αποκοσμο θηλυκο συνεχισε να στεκεται στη θεση του, να τον κοιταει μα δεν μπηκε καν στον κοπο να απαντησει.
- ' Χαθηκες? Χρειαζεσαι καμια βοηθεια? Πως σε λενε? ' ρωτησε.
Μονο ο ηχος της φουρτουνιασμενης θαλασσας εσπαγε τη σιωπη. Η καταιγιδα εγκατελειψε τις προειδοποιησεις και αρχισε να υλοποιει τις υποσχεσεις της.
Εκανε δυο βηματα μπροστα προσπαθωντας να την πλησιασει. Εκεινη εκανε δυο βηματα πισω προσπαθωντας να τον αποφυγει. Πηρε θαρρος νιωθοντας οτι εχει το πανω χερι και δοκιμασε να πλησιασει περισσοτερο. Μεσα στον πανικο της προσπαθωντας να οπισθοχωρησει σκονταψε και πεφτοντας χτυπησε το κεφαλι της σε μια κοφτερη πετρα καλυμμενη απο το νερο. Ηταν εντελως ακινητη οταν εφτασε απο πανω της. Εριξε μια ματια τριγυρω, ενω η καταιγιδα δυναμωνε. Ηταν αδυνατον να την αφησει εκει, αλλα και η σκεψη της μεταφορας της στο σπιτι του φαινοταν βουνο. Πηρε μια βαθια ανασα, τη σηκωσε στην αγκαλια του και ξεκινησε. Μπηκε μεσα βρεγμενος ως το κοκκαλο. Την αποθεσε απαλα στο κρεβατι του, τη σκεπασε, αναψε ενα τσιγαρο και ανταμειψε τον εαυτο του με ενα ακομα Kilbeggan. Το βλεμα του δεν μπορουσε να ξεκολλησει απο πανω της.
Ποια ηταν ? Απο που ειχε ερθει? Πως ειχε βρεθει εκει?
Αυτες ηταν λιγες απο τις αποριες που ειχε και ηξερε οτι θα λυνονταν μονο οταν ξυπναγε.
Θυμηθηκε τον αρχικο του επισκεπτη και πηγε να ριξει μια ματια. Ηταν ακομα εκει, συνεχιζε να κολυμπαει μεσα στον περιορισμενο χωρο που βρισκοταν.
Το τελευταιο πραγμα που δεν χρειαζοταν πραγματοποιηθηκε εκεινη τη στιγμη. Η καταιγιδα φροντισε να τον απαλλαξει απο μια λιαν απαραιτητη τεχνολογικη εφευρεση. Το ηλεκτρικο μολις ειχε κοπει.
******************************
Εκμεταλλευτηκε τον χρονο που ηταν αναισθητη για να της φτιαξει μια σουπα για οταν θα συνερχοταν ενω παραλληλα ξεθαψε οτι φακους ειχε για ν' αντιμετωπισει την ελλειψη φωτος.
Ζεστανε νερο σε περιπτωση που ηθελε να κανει μπανιο και της ετοιμασε στεγνα ρουχα για να βαλει. Εριξε μια ματια στο λαπτοπ και διαπιστωσε πως η επικοινωνια του με τον εξω κοσμο ειχε διακοπει. Αυτο σημαινε αυτοματα πως θ' αργουσε να λαβει απαντηση στο e- mail του.
Eνω παρακολουθουσε την εξελιξη της καταιγιδας απο το παραθυρο, η ακρη του ματιου του επιασε μια ανεπαισθητη κινηση στο κρεβατι του. Ετρεξε προς τα κει.
Ειχε ξυπνησει και προσπαθουσε με τρομαγμενα ματια να συνειδητοποιησει που βρισκοταν.
Την ειδε να κανει μια περιεργη κινηση, σαν να μυριζε την επιδερμιδα της, και προσεξε ενα βλεμμα απελπισιας και απογνωσης ν' αυλακωνει τα φινα χαρακτηριστικα του προσωπου της.
-'Εισαι καλα ? Χρειαζεσαι κατι ? Μηπως κρυωνεις ? Θελεις κατι να φας' ? ρωτησε.
Δεν πηρε απαντηση. Απλα τον κοιταγε τρομαγμενη κατω απο τα σκεπασματα.
-'Μαλιστα' εκανε. 'Η εισαι μουγκη η βρισκεσαι κατω απο την επηρεια καποιου σοκ. Οπως και να' χει βλεπω οτι δυσκολα θα συννενοηθουμε'. Πεταχτηκε αποτομα επανω, πηρε ενα κοματι χαρτι κι ενα στυλο και προχωρησε προς το μερος της. Το μετανοιωσε αμεσα.
******************************
Καθε φορα που την πλησιαζε η αντιδραση της ηταν ιδια. Εκανε το παν για να μην ερθει κοντα της. Ειχε αρχισει να τον παραξενευει αυτο, μα το απεδιδε στο φοβο της.
-'Ουτε με το γραψιμο θα βγαλουμε ακρη' μονολογησε. 'Οποτε πως θα συννενοηθουμε' ?
Ξοδεψε μια ολοκληρη ωρα προσπαθωντας να βρει καποιο τροπο επικοινωνιας. Αδικος κοπος.
Της πηγε την σουπα μηπως ηθελε κατι να φαει. Η αντιδραση της ηταν ακομα πιο επιθετικη. Οπισθοχωρωντας κοντεψε να καει καθως λιγη απο την σουπα χυθηκε στο χερι του. Βλαστημησε κι εκατσε απογοητευμενος στην καρεκλα μακρια της. Τοτε ειδε να κανει την πρωτη της κινηση.
Το λευκο της χερι τεντωθηκε και εδειξε τον κουβα οπου εξακολουθουσε να βρισκεται ο παραξενος επισκεπτης του. Σηκωθηκε, τον πηρε και τον αφησε προσεκτικα διπλα της. Δεν αντεδρασε και το θεωρησε καλο σημαδι. Την προσεξε που κοιταγε το πλασμα με καποιο ειδος συμπονιας και κατανοησης. Πλησιασε λιγο και τα υπεροχα ματια της καρφωθηκαν πανω του.
-'Ξερεις τι ειναι αυτο' ? ρωτησε. 'Φαινεται πως σου ειναι γνωστο'.
Καμια απαντηση και παλι. Ενας κεραυνος χτυπησε πολυ κοντα στο σπιτι και για μια στιγμη ολος ο χωρος φωτιστηκε εντυπωσιακα. Ταυτοχρονα μια ιδεα φωτισε το μυαλο του.
-'Αυτο ειναι' ειπε φωναχτα. 'Ποσο βλακας ειμαι που δεν το πηρα χαμπαρι αμεσως'.
******************************
-'Βεβαια, αυτο ειναι' επανελαβε. 'Εισαι....εισαι κατι σαν γοργονα ! Γι αυτο εχεις μεμβρανες στα χερια και τα ποδια και αυτες τις σχισμες στο λαιμο για να μπορεις ν' αναπνεεις. Βεβαια θα επρεπε να εχεις ουρα και λεπια αλλα παλι, ποιος εχει δει ποτε γοργονα για ξερει πως ειναι ? Κι αυτο' προσθεσε δειχνοντας με το χερι του τον κουβα 'κι αυτο το ξερεις, το εχεις ξαναδει. Ετσι δεν ειναι ? Γοργονα εισαι, μα την πιστη μου, τωρα το καταλαβα'.
Σταματησε περιμενοντας καποια αντιδραση. Φυσικα δεν υπηρξε καμια.
-'Και ποση ωρα μπορεις να κατσεις εξω απο το νερο' ? συνεχισε τον μονολογο. 'Εισαι ηδη πολλες ωρες εξω, μηπως χρειαζεσαι νερο για να συνελθεις' ?
Ετρεξε και γεμισε μια λεκανη με νερο και προσπαθησε να την φερει κοντα της. Ηταν η πλεον βιαιη αντιδραση που ειχε ζησει μεχρι στιγμης. Ηταν τοσο εντονη που προφανως την εξαντλησε τελειως γιατι εχασε και παλι τις αισθησεις της. Σιγουρευτηκε πως ηταν αναισθητη και την πλησιασε. Απο κοντα στο φως του φακου φαινοταν απιστευτα χλωμη. Οι σχισμες στο πλαι του λαιμου ειχαν χασει το εντονο αλικο χρωμα τους που τωρα ειχε μετατραπει σ' ενα απαλο ροζ.
-'Πεθαινει' σκεφτηκε. -'Ισως αντιδρα ετσι στο γλυκο νερο, ισως χρειαζεται μονο αλμυρο. Πρεπει να την παω οπωσδηποτε στη θαλασσα διαφορετικα θα πεθανει στα χερια μου'.
Η καταβαση στη θαλασσα ηταν πιο επιπονη τωρα δεδομενου πως κουβαλουσε μαζι και τον κουβα με το περιεργο ψαρι μαζι. Ισως του φαινοταν χρησιμο.
Η καταιγιδα τον δυσκολεψε αφανταστα μα τελικα τα καταφερε.
******************************
Η τριαινα περασε χιλιοστα διπλα απο το κεφαλι του και καρφωθηκε με τρομερη δυναμη στο στηθος της γοργονας, κομματιαζοντας το περιδεραιο που φορουσε. Αποσβολωμενος, εβλεπε ενα λευκο υγρο να βγαινει απο την τεραστια πληγη που ειχε σχηματιστει. Ηξερε πως ηταν νεκρη διχως καν να την αγγιξει. Στραφηκε αποτομα προς τα πισω.
Η γοργονα που ειχε πεταξει την τριαινα παρακολουθουσε απαθεστατη ενω η αλλη εξοντωνε με μανια τον ενοικο του κουβα. Τωρα ειχαν σταθει απεναντι του και τον κοιταγαν.
-'Τι κανατε' ? ρωτησε ουρλιαζοντας. -'Δεν ηθελα να της κανω κακο, να βοηθησω προσπαθουσα. Θα την εβαζα στο νερο γιατι θα πεθαινε, δεν επρεπε να το κανετε αυτο. '
Δεν πηρε ποτε απαντηση. -'Γιατι ? Γιατι το κανατε αυτο ? Ανοητες, ηθελα μον.........'
Ενοιωσε την τριαινα να τον διαπερνα τοσο ευκολα που καταλαβε πως τα δοντια της ειχαν βγει στην πλατη του. Ξαφνικα επαψε να τον νοιαζει η καταιγιδα, η νεκρη γοργονα, το παραξενο πλασμα που μολις ειχε πεθανει, οι δυο γοργονες που εξακολουθουσαν να τον παρατηρουν απαθεστατες. Σωριαστηκε στην αμμο ενω ενοιωσε τα βλεφαρα του να βαραινουν.
-'Μα ποσο χαζες ειναι αυτες οι γοργονες' σκεφτηκε καθως ξεψυχουσε.
******************************
Η μανια της καταιγιδας ειχε κοπασει απο ωρα και η γαληνη ειχε επανελθει. Μαζι της ειχε επανελθει και το ηλεκτρικο στο μικρο σπιτακι δινοντας την δυνατοτητα στο λαπτοπ ν' αναψει ξανα. Ενα μηνυμα αναβοσβηνε σταθερα, αναμενοντας υπομονετικα καποιον να το διαβασει.
Αν ο 'Ατσαλακωτος' ειχε την δυνατοτητα να το κανει, αυτο ηταν που θα διαβαζε.
-'Για ονομα του Θεου ανθρωπε μου, μην διανοηθεις καν να προσπαθησεις να το ριξεις ξανα στη θαλασσα. Αυτο που επιασες ειναι ενα 'Τρολπετ', κατι σαν κατοικιδιο για μια μυθικη ρατσα γοργονων που λεγονται 'Σ'ντ'νελλ'. Αν ο μυθος ειναι σωστος, οι 'Σ'ντ'νελλ' δεν μπορουν ποτε να ερθουν σ' επαφη με ανθρωπο γιατι αποκτουν την οσμη του και αν επιστρεψουν στον φυσικο τους χωρο αυτο μπορει να επιφερει την ολικη αφανιση της ρατσας, δεδομενου πως η ανθρωπινη επαφη και μυρωδια ειναι θανατηφορες γι αυτες. Σκοτωσε το αμεσως για να εξασφαλισεις πως δεν θα το κανουν οι ιδιες οι γοργονες. Αν τυχει να συναντηθεις με αυτην που της ανηκει το 'κατοικιδιο', μην την πλησιασεις κι επουδενι μην την ακουμπησεις. Αν παρει την οσμη σου δεν πρεπει να ξαναγυρισει ποτε στη θαλασσα. Οι αλλες γοργονες θα κανουν το παν για να μην ακουμπησει ξανα το νερο, ακομα και να την σκοτωσουν. Πρεπει να καταλαβεις πως κινδυνευεις αμεσα. Δεν υπαρχει τροπος επικοινωνιας μαζι τους. Κανε οτι σου λεω και ισως τα καταφερεις.
Μολις το σκοτωσεις, θαψε το καπου μακρια απο το νερο και με τροπο που αν σε παρακολουθουν να σιγουρευτουν πως δεν κινδυνευουν. Μην ξαναπατησεις το ποδι σου στο συγκεκριμενο σημειο για πολυ καιρο και φροντισε να εξαφανιστεις οσο πιο γρηγορα γινεται.
Θυμησου το σημαντικοτερο. Οτι ελθει σ' επαφη μαζι σου πρεπει να πεθανει και να θαφτει στη στερια και για κανενα λογο μην τα επιστρεψεις στη θαλασσα. Κινδυνευεις αμεσα.
Απαντησε μου οσο πιο γρηγορα μπορεις γιατι ανησυχω για την τυχη σου'.
ΤΕΛΟΣ
ΓΙΑ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΙ ΠΙΑΣΑΜΕ ΣΗΜΕΡΑ
Εριξε αλλη μια ματια στο πλασμα που ασφυκτιουσε μεσα στον στενο κουβα. Δυσκολευοταν να κολυμπησει μα δεν ειχε και αλλη επιλογη. Πλησιασε και το κοιταξε απο κοντα προσπαθωντας να αποκρυπτογραφησει τι ακριβως ηταν. Εμοιζε με ψαρι, θα επρεπε να ηταν ψαρι απο τη στιγμη που το ειχε βγαλει απο τη θαλασσα, αλλα διεθετε τοσα λιγα στοιχεια ενος θαλασσιου κατοικου που δεν μπορουσε να ηταν σιγουρος. Εκει που φαινομενικα επρεπε να υπαρχει ουρα ξεχωριζε ευδιακριτα κατι που εμοιαζε σαν ατροφικο ζευγαρι ποδια. Το ιδιο ακριβως συνεβαινε και με τα δυο μπροστινα πτερυγια που εφερναν περισσοτερο σε ενα ασχηματιστο ζευγαρι χεριων. Ηταν και αυτα τα ματια του, που η θεση τους στο κεφαλι του ουδεμια σχεση ειχαν μ' αυτο που καποιος θα περιμενε να συναντησει σ' ενα ψαρι.
Αυτο που ειχε να κανει τωρα ηταν να το μεταφερει στο σπιτι του, εκεινο το μικρο ξυλινο οικημα που δεσποζε στη πλαγια του λοφου, για να μπορουσε να το εξετασει λεπτομερεστερα με την ησυχια του.
Σηκωσε το κεφαλι και εριξε μια ματια στη σκυθρωπη εκφραση του ουρανου. Δεν χρειαζοταν να ειναι μαντης για να καταλαβει οτι θα ξεσπαγε καταιγιδα απο στιγμη σε στιγμη. Ταχυνε το βημα του, παντα προσεκτικα κουβαλωντας το παραδοξο φορτιο του.
******************************
Κατορθωσε να χτυπησει το γονατο του στο μικρο τραπεζακι του χολ, να του ερθουν ενα σωρο αχρηστες παλιατζουρες στο κεφαλι ανοιγοντας διαδοχικα ντουλαπια, μα στο τελος σταθηκε τυχερος. Ηταν σιγουρος πως καπου ειχε ξεχασμενη μια φωτογραφικη μηχανη και μολις την ειχε βρει. Τοποθετησε το κουβα με το μυστηριο ενοικο σε ενα καλα φωτισμενο σημειο και τον αποτυπωσε στη ψηφιακη μνημη του αντικειμενου. Το μοναδικο αλλο τεχνολογικο μεσο που ειχε επιτρεψει στον εαυτο του να διαθετει ηταν ενα σαραβαλιασμενο λαπτοπ που ομως ακομα εκανε τη δουλεια του. Περασε δυο χαρακτηριστικες και καθαρες φωτογραφιες του πλασματος στον υπολογιστη και προσπαθησε να σκεφτει τη διευθυνση αποστολης. Αναψε ενα τσιγαρο και ανταμειψε τον εαυτο του μ' ενα σκετο διπλο Κilbeggan. Η αγριαδα που εξεπεμπε το προσωπο του απ' των δυο εβδομαδων γενια εσπασε με την εμφανιση ενος χαμογελου. Εψαξε τις διευθυνσεις, βρηκε την καταλληλη, επισυναψε τις φωτογραφιες, τις εστειλε, και εγειρε πισω στη καρεκλα του.
Το ψαρεμα ηταν απλα χομπι γι' αυτον και μολονοτι γνωριζε πολλους απ΄τους κατοικους του θαλασσιου βασιλειου, αυτος ο μικρος διαβολακος του ηταν παντελως αγνωστος.
Ηξερε ομως τον ανθρωπο που θα μπορουσε να τον πληροφορησει, και αυτο κατα περιεργο τροπο τον εκανε να χαμογελασει ακομα περισσοτερο.
******************************
Ο διευθυντης του ωκεανογραφικου ινστιτουτου της Βαλτιμορης ειχε τοση πολλη δουλεια που το τελευταιο που προλαβαινε ηταν να δει τα ακαταπαυστα e-mail που κατεφθαναν μαζικα απο καθε σημειο του κοσμου. Ενα ομως συγκεκριμμενο ηταν αυτο που του τραβηξε την προσοχη. Ειχε να μαθει νεα απο τον 'Ατσαλακωτο' παρα πολυ καιρο και στην δεδομενη χρονικη στιγμη δεν σκεφτηκε καν να το προσπερασει. Το 'Ατσαλακωτος' ηταν το παρατσουκλι που του ειχε δωσει εδω και χρονια η παλιοπαρεα, γιατι μολονοτι σαν οδηγος νταλικας ειχε οργωσει καθε σπιθαμη της Ευρωπης ποτε μα ποτε, δεν ειχε καν γρατζουνισει την νταλικα του. Δεν επικοινωνουσε συχνα, μα καθε φορα που το εκανε υπηρχε σημαντικος λογος. Ξοδεψε ενα τεταρτο απο τον πολυτιμο χρονο του μελετωντας τις φωτογραφιες που του ειχε στειλει. Αδυνατωντας να βρει καποια ακρη, τις τυπωσε αποφασισμενος να τις δειξει στον μοναδικο ανθρωπο που θα μπορουσε να τον βοηθησει. Ο χρονος ειναι μια περιεργη αισθηση. Οι αντιδρασεις που υπαρχουν μεσα του πολλες φορες ειναι ακομα πιο περιεργες. Για καποιους, η αναγνωση και η μελετη, η αναζητηση και η προσπαθεια εντοπισμου και η διεξοδικη διαδικασια επιλυσης ενος αλυτου θεματος μπορει να παρει μερες. Ο τελικος παραληπτης των φωτογραφιων χρειαστηκε μονο πεντε λεπτα, αφου τις ειδε για να φυγει σαν τον τρελο, κρατωντας τες στα χερια για την δημοτικη βιβλιοθηκη της πολης.
******************************
Η σκεψη του ηρθε αποτομα, σαν το κεραυνο που χτυπαει απροειδοποιητα. Ποιος του ελεγε οτι δεν υπηρχε και αλλο τετοιο παραξενο πλασμα σαν αυτο που ειχε πιασει ? Του ηταν αδυνατον να καταλαβει τι φυλο ηταν. Μα οτι και να ηταν δεν μπορουσε να αποκλεισει την περιπτωση, το ετερο του ημισυ να κολυμπουσε ακομα σε αυτα τα περιεργα σκοτεινα νερα. Η καταιγιδα του εκλεινε το ματι και του σιγοψιθυριζε οτι ερχοταν μα αυτο τον αφηνε παντελως αδιαφορο.
Του πηρε λιγα λεπτα για να βρεθει στο σημειο που ειχε πιασει το πλασμα. Επελεξε να κανει εναν μικρο ελεγχο πρωτα τριγυρω πριν ξεκινησει οποιαδηποτε διαδικασια.
Βρεθηκε ενα βημα πριν απο την καρδιακη προσβολη καθως την ειδε αποτομα μπροστα του. Δεν ηταν οτι δεν ειχε δει ωραιες γυναικες στη ζωη του , αλλα αυτη δεν ηταν απλα ωραια. Το κοντο βρεγμενο μαλλι αφηνε να φανουν τα υπεροχα χαρακτηριστικα του προσωπου της και ειδικα τα τεραστια μαυρα ματια της. Ηταν γυμνη, εκτος απο ενα ογκωδες περιεργο περιδεραιο που στολιζε το στηθος της. Αφου αποτυπωσε τα βασικα ανατομικα χαρακτηριστικα που θα τραβαγαν την προσοχη οποιουδηποτε αντρα, το εμπειρο, εξασκημενο ματι του, εντοπισε αμεσως μετα τις μικρες παραδοξολογιες. Τα δαχτυλα των χεριων και των ποδιων ενωνονταν με μια διαφανη λεπτη μεμβρανη ενω ακριβως κατω απο το υψος των αυτιων υπηρχαν απο τρεις τελειες συμμετρικες σειρες παραλληλων σχισμων που ανοιγοκλειναν επιτρεποντας του να βλεπει το τελειο αλικο χρωμα τους. Οποια και να ηταν βρισκοταν καπου που δεν θα επρεπε να ειναι.
- ' Ποια εισαι? Τι κανεις εδω? '
******************************
Δεν υπηρξε καμια απαντηση. Το αποκοσμο θηλυκο συνεχισε να στεκεται στη θεση του, να τον κοιταει μα δεν μπηκε καν στον κοπο να απαντησει.
- ' Χαθηκες? Χρειαζεσαι καμια βοηθεια? Πως σε λενε? ' ρωτησε.
Μονο ο ηχος της φουρτουνιασμενης θαλασσας εσπαγε τη σιωπη. Η καταιγιδα εγκατελειψε τις προειδοποιησεις και αρχισε να υλοποιει τις υποσχεσεις της.
Εκανε δυο βηματα μπροστα προσπαθωντας να την πλησιασει. Εκεινη εκανε δυο βηματα πισω προσπαθωντας να τον αποφυγει. Πηρε θαρρος νιωθοντας οτι εχει το πανω χερι και δοκιμασε να πλησιασει περισσοτερο. Μεσα στον πανικο της προσπαθωντας να οπισθοχωρησει σκονταψε και πεφτοντας χτυπησε το κεφαλι της σε μια κοφτερη πετρα καλυμμενη απο το νερο. Ηταν εντελως ακινητη οταν εφτασε απο πανω της. Εριξε μια ματια τριγυρω, ενω η καταιγιδα δυναμωνε. Ηταν αδυνατον να την αφησει εκει, αλλα και η σκεψη της μεταφορας της στο σπιτι του φαινοταν βουνο. Πηρε μια βαθια ανασα, τη σηκωσε στην αγκαλια του και ξεκινησε. Μπηκε μεσα βρεγμενος ως το κοκκαλο. Την αποθεσε απαλα στο κρεβατι του, τη σκεπασε, αναψε ενα τσιγαρο και ανταμειψε τον εαυτο του με ενα ακομα Kilbeggan. Το βλεμα του δεν μπορουσε να ξεκολλησει απο πανω της.
Ποια ηταν ? Απο που ειχε ερθει? Πως ειχε βρεθει εκει?
Αυτες ηταν λιγες απο τις αποριες που ειχε και ηξερε οτι θα λυνονταν μονο οταν ξυπναγε.
Θυμηθηκε τον αρχικο του επισκεπτη και πηγε να ριξει μια ματια. Ηταν ακομα εκει, συνεχιζε να κολυμπαει μεσα στον περιορισμενο χωρο που βρισκοταν.
Το τελευταιο πραγμα που δεν χρειαζοταν πραγματοποιηθηκε εκεινη τη στιγμη. Η καταιγιδα φροντισε να τον απαλλαξει απο μια λιαν απαραιτητη τεχνολογικη εφευρεση. Το ηλεκτρικο μολις ειχε κοπει.
******************************
Εκμεταλλευτηκε τον χρονο που ηταν αναισθητη για να της φτιαξει μια σουπα για οταν θα συνερχοταν ενω παραλληλα ξεθαψε οτι φακους ειχε για ν' αντιμετωπισει την ελλειψη φωτος.
Ζεστανε νερο σε περιπτωση που ηθελε να κανει μπανιο και της ετοιμασε στεγνα ρουχα για να βαλει. Εριξε μια ματια στο λαπτοπ και διαπιστωσε πως η επικοινωνια του με τον εξω κοσμο ειχε διακοπει. Αυτο σημαινε αυτοματα πως θ' αργουσε να λαβει απαντηση στο e- mail του.
Eνω παρακολουθουσε την εξελιξη της καταιγιδας απο το παραθυρο, η ακρη του ματιου του επιασε μια ανεπαισθητη κινηση στο κρεβατι του. Ετρεξε προς τα κει.
Ειχε ξυπνησει και προσπαθουσε με τρομαγμενα ματια να συνειδητοποιησει που βρισκοταν.
Την ειδε να κανει μια περιεργη κινηση, σαν να μυριζε την επιδερμιδα της, και προσεξε ενα βλεμμα απελπισιας και απογνωσης ν' αυλακωνει τα φινα χαρακτηριστικα του προσωπου της.
-'Εισαι καλα ? Χρειαζεσαι κατι ? Μηπως κρυωνεις ? Θελεις κατι να φας' ? ρωτησε.
Δεν πηρε απαντηση. Απλα τον κοιταγε τρομαγμενη κατω απο τα σκεπασματα.
-'Μαλιστα' εκανε. 'Η εισαι μουγκη η βρισκεσαι κατω απο την επηρεια καποιου σοκ. Οπως και να' χει βλεπω οτι δυσκολα θα συννενοηθουμε'. Πεταχτηκε αποτομα επανω, πηρε ενα κοματι χαρτι κι ενα στυλο και προχωρησε προς το μερος της. Το μετανοιωσε αμεσα.
******************************
Καθε φορα που την πλησιαζε η αντιδραση της ηταν ιδια. Εκανε το παν για να μην ερθει κοντα της. Ειχε αρχισει να τον παραξενευει αυτο, μα το απεδιδε στο φοβο της.
-'Ουτε με το γραψιμο θα βγαλουμε ακρη' μονολογησε. 'Οποτε πως θα συννενοηθουμε' ?
Ξοδεψε μια ολοκληρη ωρα προσπαθωντας να βρει καποιο τροπο επικοινωνιας. Αδικος κοπος.
Της πηγε την σουπα μηπως ηθελε κατι να φαει. Η αντιδραση της ηταν ακομα πιο επιθετικη. Οπισθοχωρωντας κοντεψε να καει καθως λιγη απο την σουπα χυθηκε στο χερι του. Βλαστημησε κι εκατσε απογοητευμενος στην καρεκλα μακρια της. Τοτε ειδε να κανει την πρωτη της κινηση.
Το λευκο της χερι τεντωθηκε και εδειξε τον κουβα οπου εξακολουθουσε να βρισκεται ο παραξενος επισκεπτης του. Σηκωθηκε, τον πηρε και τον αφησε προσεκτικα διπλα της. Δεν αντεδρασε και το θεωρησε καλο σημαδι. Την προσεξε που κοιταγε το πλασμα με καποιο ειδος συμπονιας και κατανοησης. Πλησιασε λιγο και τα υπεροχα ματια της καρφωθηκαν πανω του.
-'Ξερεις τι ειναι αυτο' ? ρωτησε. 'Φαινεται πως σου ειναι γνωστο'.
Καμια απαντηση και παλι. Ενας κεραυνος χτυπησε πολυ κοντα στο σπιτι και για μια στιγμη ολος ο χωρος φωτιστηκε εντυπωσιακα. Ταυτοχρονα μια ιδεα φωτισε το μυαλο του.
-'Αυτο ειναι' ειπε φωναχτα. 'Ποσο βλακας ειμαι που δεν το πηρα χαμπαρι αμεσως'.
******************************
-'Βεβαια, αυτο ειναι' επανελαβε. 'Εισαι....εισαι κατι σαν γοργονα ! Γι αυτο εχεις μεμβρανες στα χερια και τα ποδια και αυτες τις σχισμες στο λαιμο για να μπορεις ν' αναπνεεις. Βεβαια θα επρεπε να εχεις ουρα και λεπια αλλα παλι, ποιος εχει δει ποτε γοργονα για ξερει πως ειναι ? Κι αυτο' προσθεσε δειχνοντας με το χερι του τον κουβα 'κι αυτο το ξερεις, το εχεις ξαναδει. Ετσι δεν ειναι ? Γοργονα εισαι, μα την πιστη μου, τωρα το καταλαβα'.
Σταματησε περιμενοντας καποια αντιδραση. Φυσικα δεν υπηρξε καμια.
-'Και ποση ωρα μπορεις να κατσεις εξω απο το νερο' ? συνεχισε τον μονολογο. 'Εισαι ηδη πολλες ωρες εξω, μηπως χρειαζεσαι νερο για να συνελθεις' ?
Ετρεξε και γεμισε μια λεκανη με νερο και προσπαθησε να την φερει κοντα της. Ηταν η πλεον βιαιη αντιδραση που ειχε ζησει μεχρι στιγμης. Ηταν τοσο εντονη που προφανως την εξαντλησε τελειως γιατι εχασε και παλι τις αισθησεις της. Σιγουρευτηκε πως ηταν αναισθητη και την πλησιασε. Απο κοντα στο φως του φακου φαινοταν απιστευτα χλωμη. Οι σχισμες στο πλαι του λαιμου ειχαν χασει το εντονο αλικο χρωμα τους που τωρα ειχε μετατραπει σ' ενα απαλο ροζ.
-'Πεθαινει' σκεφτηκε. -'Ισως αντιδρα ετσι στο γλυκο νερο, ισως χρειαζεται μονο αλμυρο. Πρεπει να την παω οπωσδηποτε στη θαλασσα διαφορετικα θα πεθανει στα χερια μου'.
Η καταβαση στη θαλασσα ηταν πιο επιπονη τωρα δεδομενου πως κουβαλουσε μαζι και τον κουβα με το περιεργο ψαρι μαζι. Ισως του φαινοταν χρησιμο.
Η καταιγιδα τον δυσκολεψε αφανταστα μα τελικα τα καταφερε.
******************************
Η τριαινα περασε χιλιοστα διπλα απο το κεφαλι του και καρφωθηκε με τρομερη δυναμη στο στηθος της γοργονας, κομματιαζοντας το περιδεραιο που φορουσε. Αποσβολωμενος, εβλεπε ενα λευκο υγρο να βγαινει απο την τεραστια πληγη που ειχε σχηματιστει. Ηξερε πως ηταν νεκρη διχως καν να την αγγιξει. Στραφηκε αποτομα προς τα πισω.
Η γοργονα που ειχε πεταξει την τριαινα παρακολουθουσε απαθεστατη ενω η αλλη εξοντωνε με μανια τον ενοικο του κουβα. Τωρα ειχαν σταθει απεναντι του και τον κοιταγαν.
-'Τι κανατε' ? ρωτησε ουρλιαζοντας. -'Δεν ηθελα να της κανω κακο, να βοηθησω προσπαθουσα. Θα την εβαζα στο νερο γιατι θα πεθαινε, δεν επρεπε να το κανετε αυτο. '
Δεν πηρε ποτε απαντηση. -'Γιατι ? Γιατι το κανατε αυτο ? Ανοητες, ηθελα μον.........'
Ενοιωσε την τριαινα να τον διαπερνα τοσο ευκολα που καταλαβε πως τα δοντια της ειχαν βγει στην πλατη του. Ξαφνικα επαψε να τον νοιαζει η καταιγιδα, η νεκρη γοργονα, το παραξενο πλασμα που μολις ειχε πεθανει, οι δυο γοργονες που εξακολουθουσαν να τον παρατηρουν απαθεστατες. Σωριαστηκε στην αμμο ενω ενοιωσε τα βλεφαρα του να βαραινουν.
-'Μα ποσο χαζες ειναι αυτες οι γοργονες' σκεφτηκε καθως ξεψυχουσε.
******************************
Η μανια της καταιγιδας ειχε κοπασει απο ωρα και η γαληνη ειχε επανελθει. Μαζι της ειχε επανελθει και το ηλεκτρικο στο μικρο σπιτακι δινοντας την δυνατοτητα στο λαπτοπ ν' αναψει ξανα. Ενα μηνυμα αναβοσβηνε σταθερα, αναμενοντας υπομονετικα καποιον να το διαβασει.
Αν ο 'Ατσαλακωτος' ειχε την δυνατοτητα να το κανει, αυτο ηταν που θα διαβαζε.
-'Για ονομα του Θεου ανθρωπε μου, μην διανοηθεις καν να προσπαθησεις να το ριξεις ξανα στη θαλασσα. Αυτο που επιασες ειναι ενα 'Τρολπετ', κατι σαν κατοικιδιο για μια μυθικη ρατσα γοργονων που λεγονται 'Σ'ντ'νελλ'. Αν ο μυθος ειναι σωστος, οι 'Σ'ντ'νελλ' δεν μπορουν ποτε να ερθουν σ' επαφη με ανθρωπο γιατι αποκτουν την οσμη του και αν επιστρεψουν στον φυσικο τους χωρο αυτο μπορει να επιφερει την ολικη αφανιση της ρατσας, δεδομενου πως η ανθρωπινη επαφη και μυρωδια ειναι θανατηφορες γι αυτες. Σκοτωσε το αμεσως για να εξασφαλισεις πως δεν θα το κανουν οι ιδιες οι γοργονες. Αν τυχει να συναντηθεις με αυτην που της ανηκει το 'κατοικιδιο', μην την πλησιασεις κι επουδενι μην την ακουμπησεις. Αν παρει την οσμη σου δεν πρεπει να ξαναγυρισει ποτε στη θαλασσα. Οι αλλες γοργονες θα κανουν το παν για να μην ακουμπησει ξανα το νερο, ακομα και να την σκοτωσουν. Πρεπει να καταλαβεις πως κινδυνευεις αμεσα. Δεν υπαρχει τροπος επικοινωνιας μαζι τους. Κανε οτι σου λεω και ισως τα καταφερεις.
Μολις το σκοτωσεις, θαψε το καπου μακρια απο το νερο και με τροπο που αν σε παρακολουθουν να σιγουρευτουν πως δεν κινδυνευουν. Μην ξαναπατησεις το ποδι σου στο συγκεκριμενο σημειο για πολυ καιρο και φροντισε να εξαφανιστεις οσο πιο γρηγορα γινεται.
Θυμησου το σημαντικοτερο. Οτι ελθει σ' επαφη μαζι σου πρεπει να πεθανει και να θαφτει στη στερια και για κανενα λογο μην τα επιστρεψεις στη θαλασσα. Κινδυνευεις αμεσα.
Απαντησε μου οσο πιο γρηγορα μπορεις γιατι ανησυχω για την τυχη σου'.
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου