Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

ΜΙΑ ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ


                                  ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9


Ηταν το φως του ηλιου αυτο που τον αναγκασε ν' ανοιξει αργα τα ματια του. Ο μεγαλος πυρινος δισκος δεν ειχε προχωρησει πολυ την αεναη διαδρομη του κι αυτο ειχε σαν αποτελεσμα η θερμοκρασια να ειναι ακομα σε υποφερτα επιπεδα. Ομως ηταν ζητημα χρονου για οτιδηποτε βρισκοταν εκτεθειμενο σ' αυτο το εφιαλτικο σκηνικο να ξεκινησει μια ακομα μερα μαρτυριου.
Το κεφαλι του κοντευε να σπασει απο τον πονο λες κι οτι βρισκοταν μεσα του ηθελε με καθε τροπο να βρει μια βιαιη διεξοδο προς τα εξω. Επιασε το φλασκι με το κρασι στα χερια και το ενοιωσε αδειο. Το γυρισε αναποδα και η αισθηση του επιβεβαιωθηκε. Σηκωθηκε με αργες κινησεις και πλησιασε το τυλιγμενο με υφασμα δοχειο με το νερο που ειχε αποθεσει διπλα του στο βραχο αποβραδις. Ηπιε λιγο δροσιζοντας το ξεραμενο στομα του και εδιωξε γρηγορα την στιγμιαια σκεψη να σπαταλησει λιγο για να πλυνει το προσωπο του. Η καθε σταγονα εδω ηταν πολυτιμη και δεν υπηρχε τροπος αντικαταστασης. Αφιερωσε τα επομενα δεκα λεπτα για να ποτισει και να ταισει τον Χαμπουμπ, πραγμα που το ατι του εκτιμησε δεοντως. Μετα, βυθιστηκε σ' ενα σκοτεινο κι αγριεμενο ωκεανο σκεψεων. 
                                                   -----------------------
Το χθεσινο ονειρο ηταν τοσο εντονο και ζωντανο ακομα στην μνημη του που ενα μικρο κομματι του εαυτου του, χλευαζομενο απο την κοινη λογικη που ειχε επανελθει στη σκεψη του, πιστευε ακομα οτι ειχε συμβει στ' αληθεια. Ισως ετσι να μπορουσε να εξηγηθει στο τι συνεβαινε σ' οσους τολμουσαν να μπουν στην Αζιφ Μεντ και να διασχισουν την Ινζεμ. Τα πνευματα που ειχαν στοιχειωσει και χρησιμοποιουσαν σαν κατοικια αυτην την καταραμενη ερημο επηρεαζαν τοσο πολυ τ' ανυποψιαστα θυματα τους που δεν αντεχαν και το μυαλο τους σαλευε. Τι ελπιδες επιβιωσης θα μπορουσε να εχει κανεις σ' ενα τοσο αφιλοξενο μερος αν περιφεροταν χωρις σκοπο και νοημα, μ' ενα μυαλο κατακερματισμενο και χαμενο σε υπνωτιστικους δαιδαλους, αποπροσανατολισμενος απο τον κυριο σκοπο της επιβιωσης και με παντελη απουσια αισθησης της πραγματικοτητας ? Ακομα και ο ιδιος, που οσο περνουσε η ωρα θεμελιωνε ολο και πιο σταθερα την σιγουρια πως οτι νομιζε πραγματικο δεν ηταν κατι αλλο απο ενα ταραγμενο, ομιχλωδες ονειρο, ασυνειδητα, εξεταζε το χωρο τριγυρω του για καποιο σημαδι που να επιβεβαιωνε την παρουσια του γερου.Τετοιο σημαδι δεν βρηκε πουθενα.
                                                     -----------------------
Ενοιωθε πως το μεγαλο κιτρινο, πυρακτωμενο ματι στον ουρανο ειχε επικεντρωσει ολη του την προσοχη στο πως θα τον εξαντλουσε τυλιγοντας τον με την μεγαλυτερη θερμοτητα που μπορουσε να παραγει. Ειχε διανυσει ηδη δυο ωρες δρομο μεσα στην Ινζεμ και τα πρωτα σημαδια δυσφοριας ειχαν αρχισει, δειλα στην αρχη, με περισσιο θρασος οσο περναγε η ωρα, να κανουν την εμφανιση τους. Ομως το γεγονος οτι τα ειχε καταφερει απεναντι στον χθεσινοβραδινο δαιμονα του εδιναν κουραγιο για την συνεχεια. Δεν ηξερε γιατι ακομα ειχε τα λογικα του η για ποιο λογο ηταν ακομα ζωντανος αλλα λιγο τον ενδιεφερε. Ηταν αποφασισμενος να φτασει στην Ζρεντ και αλλοιμονο σ' οτι στεκοταν εμποδιο στο δρομο του. Το μυαλο του ηταν τοσο απασχολημενο στο να του αποδιδει τα ευσημα, παντα σε σχεση με οσα ειχαν προηγηθει, που το συνειδητοποιησε αφου τον ειχε προσπερασει τουλαχιστον εκατο μετρα. Γυρισε πισω ενω κατι στο στομαχι του διαταρασσε την ηρεμια και την ησυχια που ειχε μεχρι εκεινη τη στιγμη.
Σταθηκε απεναντι του και εμεινε να τον κοιταει αναυδος ενω ενας παγωμενος, κρυος, αορατος ιδρωτας διετρεξε την ραχοκοκκαλια του κατα μηκος ξανα και ξανα.
                                                    ----------------------------
Ο Βραχος της Ικεσιας ηταν ενας πετρινος ογκος στην αριστερη πλευρα του υποθετικου δρομου που διεσχιζε. Αριστερα και δεξια του κορμου υπηρχαν δυο μακροστενοι βραχοι, σαν χερια υψωμενα στον ουρανο ενω το πανω τμημα, μικροτερο σε σχεση με τον υπολοιπο, ειχε ενα ελαφρυ στρογγυλο σχημα που λιγες αμφιβολιες αφηνε ως το προς με τι εμοιαζε. Ωστε υπηρχε.
Τα λογια του γερου, του ξωτικου, δαιμονα η οτι αλλο ηταν, επαληθευονταν. Στριψε αριστερα στον βραχο, του ειχε πει, και εκει που θα φτασεις θα παρεις απαντηση και στα υπολοιπα ερωτηματα σου. Ειχε λοιπον υπαρξει πραγματικα ? Η ηταν απλα ενα μερος απο το ονειρο που υπουλα ειχε φροντισει το πνευμα να στοιχειωσει τον υπνο του ? Πως θα μπορουσε να ειναι σιγουρος οτι αν ακολουθουσε την υποδειξη και συνεχιζε αριστερα δεν θα βαδιζε πια το μονοπατι του τελους του ? 
Την παγωμαρα της στιγμης διεκοψε ο Χαμπουμπ, που ενοχλημενος απο την ακινησια χλιμιντρισε χαμηλοφωνα και κινηθηκε ενα βημα προς τα μπρος. Ο ξενος εγειρε στο πλαι, τον χαιδεψε τρυφερα στο λαιμο κι αφου του ψιθυρισε κατι στ' αυτι, ριχνοντας μια τελευταια ματια  τριγυρω, του εδωσε την ωθηση για να κινηθει αριστερα στον βραχο. Το αλογο υπακουσε αμεσως και αρχισε ν' ανεβαινει το δυσβατο μονοπατι.
                                                      ----------------------------
Δεν ηταν λιγες οι φορες που κοντεψαν να γκρεμοτσακιστουν προσπαθωντας να παραμεινουν σ' ενα ουσιαστικο ανυπαρκτο μονοπατι ενω αλλες τοσες περασαν σπιθαμες μονο απο την ακρη κοφτερων βραχων που περιμεναν υπομονετικα ποιος ξερει ποσο γι αυτον που θα εκανε το μοιραιο λαθος.
Ειχε πια κατεβει απο το αλογο και το τραβαγε αλλοτε απαλα και αλλοτε πιο εντονα πισω του ενω ταυτοχρονα του μιλουσε προσπαθωντας να του μηδενισει την διστακτικοτητα και την απροθυμια που εδειχνε πολλες φορες. Καποια στιγμη, διχως την παραμικρη απωλεια, φανηκε οτι αφηναν πισω τους τον ορεινο εκεινο ογκο που δεσποζε σ' ολο το αριστερο τμημα της Αζιφ Μεντ. Τωρα το εδαφος, αν και σκληρο και πετρωδες ακομα, ηταν αρκετα πιο βατο, πραγμα που του επετρεψε να καβαλλησει ξανα το αλογο. Ενα ξεφωτο ανοιγοταν τωρα μπροστα τους πραγμα που υποδηλωνε οτι τα χειροτερα ειχαν περασει. Στο βαθος φαινοταν ενα μικρο σημαδι στο κεντρο του ξεφωτου, ομως το εντονο φως και η ζεστη που χορευαν κυριολεκτικα μπροστα στα ματια του δεν του επετρεπαν να εχει μια καλυτερη εικονα. Βαθια μεσα του ηξερε οτι εκει ηταν ο προορισμος του κι εστρεψε τον Χαμπουμπ προς τα κει.
                                                   -------------------------------
Το μικρο σημαδι ηταν ενα απολυτο τετραγωνο, υψους κοντα στα τριαντα μετρα, κατασκευασμενο απο καποιο υλικο που δεν ειχε δει ξανα στη ζωη του. Δεν υπηρχε κανενα διακριτικο σημαδι σε καποιο σημειο του και μονο στο μπροστινο μερος εχασκε ενα πελωριο ανοιγμα που ομως δεν του επετρεπε να δει πιο μεσα το σκοταδι που φαινοταν να επικρατει στο εσωτερικο του. Αφησε το αλογο εξω ελπιζοντας πως αν εβγαινε ποτε απο κει μεσα θα το εβρισκε στη θεση του, τραβηξε το ξιφος του και με αργα αλλα σταθερα βηματα περασε στο εσωτερικο του τετραγωνου. Αρχικα αυτο που του εκανε τρομερη εντυπωση ηταν οτι η θερμοκρασια στο εσωτερικο αγγιζε τα ορια της ψυχρας. Λες και η ζεστη σταματουσε ακριβως εξω απο το ανοιγμα σαν καποιος να μην της επετρεπε να εισχωρησει μεσα. Το δευτερο ηταν το φως. Αυτο που κρατουσε εξω τη ζεστη εκανε το ιδιο και με το φως του ηλιου, παρ' ολα αυτα ειχε την αισθηση οτι το ιδιο το σκοταδι που επικρατουσε απολυτα παρηγαγε ενα αδιορατο φως που του επετρεπε να προχωρει στα σιγουρα. Το δαπεδο ηταν απο το ιδιο υλικο που ηταν κατασκευασμενο και το εξωτερικο μερος του τετραγωνου, ομως εξακολουθουσε να μην εχει ιδεα για το τι ακριβως ηταν. Ειδε τα σκαλια ακριβως στην μεση του τετραγωνου, πηρε μια βαθια ανασα και αρχισε να τα κατεβαινει.
                                               ----------------------------
Ειχε χασει την αισθηση του χρονου. Ενοιωθε οτι κατεβαινε ωρες αλλα μπορουσε να ηταν μονο λεπτα. Αριστερα και δεξια δεν μπορουσε να δει τιποτα παρα μονο απολυτο, αρχεγονο σκοταδι. Το φως που δεν καταλαβαινε απο που πηγαζε φαινοταν να επικεντρωνεται αποκλειστικα στα σκαλια. Καποια στιγμη εφτασε στο τελος τους. Συνειδητοποιησε οτι βρισκοταν στην αρχη καποιου φαρδιου διαδρομου. Συνεχισε να βαδιζει παραμενοντας στο κεντρο του διαδρομου εχοντας ολες τις αισθησεις του σε συναγερμο. Ο αερας, αν και τοσο κατω απο τη γη, μονο μουχλα και αρρωστεια δεν ανεδυε. Ισως ν' ανανεωνοταν απο καπου μα δεν υπηρχε τροπος να το επιβεβαιωσει. Εφτασε μπροστα σ' ενα καινουργιο ανοιγμα, εξισου μεγαλο κι εντυπωσιακο με το αρχικο, εξισου μαυρο και σκοτεινο οπως κι αυτο που ειχε αφησει πισω. Το διεσχισε.
Το δωματιο που μπηκε ηταν τεραστιο, στρογγυλο, κατασκευασμενο απο το ιδιο αγνωστο υλικο και σχεδον αδειο. Σχεδον γιατι στη μεση ακριβως υπηρχαν δυο συστοιχιες απο τρια αγαλματα, η μια απεναντι στην αλλη και στην κεφαλη ενα ακομα μονο του. Μπροστα σ' αυτο το συγκεκριμενο ηταν τοποθετημενο κατι σαν αμβωνας αλλα δεν ηταν σιγουρος.
                                                  -----------------------------
 Το φως μεσα στο δωματιο ηταν καπως πιο εντονο κι αυτο του προσεδιδε μεγαλυτερη ασφαλεια στις κινησεις του. Πισω ακριβως απο τ' αγαλματα βρισκοταν ενα αδειο, τεραστιο πετρινο σκαλι, λες κι ηταν κατασκευασμενο για να καθεται καποιος γιγαντας. Ομως δεν υπηρχε κανενας απολυτως αλλος στο δωματιο και η αισθηση που ειχε πως οι χτυποι της καρδιας του αντηχουσαν στο χωρο διαρκως μεγαλωνε. Αφου σιγουρεψε τα νωτα του και ελεγξε εξονυχιστικα αριστερα και δεξια του, προχωρησε σιγα σιγα προς τ' αγαλματα. Τοτε προσεξε πως υπηρχε κατι κουλουριασμενο πανω στον αμβωνα. Πλησιασε περισσοτερο.
Μια βλαστημια ξεφυγε αθελα του απο το στομα του τη στιγμη που πηδουσε εντρομος προς τα πισω. Η κουλουρα στον αμβωνα ειχε κινηθει στιγμιαια, αρκετα ομως για να καταλαβει πως αυτο που βρισκοταν κουλουριασμενο εκει ηταν ενα τεραστιο φιδι. Εσφιξε με δυναμη το ξιφος στα χερια ετοιμος για τα παντα. Το φιδι σηκωσε το κεφαλι του και τον κοιταξε.
-'Πλησιασε' του ειπε.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου