Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020

                                             GIWRGOS MAOUNIS










                                         ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ









Παρηγγειλε ενα ακομα Glendalough κι αφησε ενα τσαλακωμενο χαρτονομισμα στην ακρη του ξυλινου μπαρ. Οι σκεψεις του ειχαν συμπεριφορα σμηνους πτηνων μετα απο εξαφνο πυροβολισμο. Οσο και παλευε να βρει μια λυση σε οσα τον ταλανιζαν εφθανε παλι σε αδιεξοδο. 
Η σταγονα που ειχε ξεχειλισει το ποτηρι ηταν η προχθεσινη κουρσα. Σ' εκεινην ειχε εναποθεσει ολες του τις ελπιδες για μερικη ανακαμψη, ομως παρολο που το αλογο που ειχε επιλεξει λεγοταν Success η αποτυχια του να τερματισει πρωτο ηταν το λιγοτερο εκκωφαντικη.
Τωρα το ποσο που χρωστουσε ειχε αυξηθει και ο χρονος που του ειχε δοθει για την ολικη αποπληρωμη λιγοστευε δραματικα. Η εικονα του εαυτου του, πεταμενο σε καποιο χαντακι, αποκτουσε συνεχως ζωηροτερα χρωματα και μεγαλυτερη ευκρινεια. Ο Νικ ο 'Μαμπα' δεν αστειευοταν με τετοια θεματα. Το μελλον οποιου δεν πληρωνε ηταν απολυτα συγκεκριμενο και ο Στογιαν Μιριτς ηθελε παση θυσια ν' αποφυγει ενα τετοιο δυσοιωνο μελλον. Αλλα ειχε μονο τρεις μερες μπροστα του για να συγκεντωσει το οφειλομενο ποσο κι ακομα δεν ηξερε πως.
                     ==============================
Αυτη η ιστορια με τον ιπποδρομο του ειχε ηδη κοστισει πολυ ακριβα μα του ηταν αδυνατον να βρει τροπο για να σταματησει. Η Μιρνα, η κοπελα του, τον ειχε παρατησει οριστικα εδω και τρεις μηνες μετα απο αλλεπαλληλα τελεσιγραφα που του ειχε δωσει, στην δουλεια του ενας επικειμενος φοβος μελλοντικης καταχρησης λογω του παθους του ειχε δωσει αφορμη στ' αφεντικα του να τον διωξουν και η σπιτονοικοκυρα του ηταν απολυτα σχετικα με τον χρονο που διεθετε για να της αποδωσει τα χρεωστουμενα νοικια κι αυτος ο χρονος εληγε σε δεκαπεντε μερες. Οπου και να εστρεφε το κεφαλι του ο Στογιαν ορατη λυση δεν φαινοταν πουθενα. 
Εφερε παλι στην μνημη του την κουβεντα που ειχε ακουσει συμπτωματικα το χθεσινο βραδυ στο Melt, ενα τοπικο μπαρακι. Καθοταν στο διπλα τραπεζακι με δυο φιλους σε μια προσπαθεια να εξοικονομησει καποια δανεικα κι οταν εκεινοι εφυγαν το αυτι του ακουσε την συζητηση μιας πλαινης παρεας που ισως και να ηταν η λυση στο προβλημα του. Για την ακριβεια ισως να ηταν και η μοναδικη λυση που μπορουσε να εχει εκεινη την στιγμη.
                   =======================================
Ο ενας απο την παρεα εξιστορουσε στους υπολοιπους το τι συνεβαινε στην δουλεια που εκανε εκεινον το καιρο. Δουλευε κηπουρος και συντηρητης πισινας σ' ενα πλουσιοσπιτο, λιγο εξω απο το Λονδινο, μονο για την διαρκεια του καλοκαιριου. Ο ιδιοκτητης, ενας φαινομενικα οικονομικα αποκατεστημενος βοτανολογος, θ' απουσιαζε ολο το καλοκαιρι καπου στην Αφρικη λογω της δουλειας του και χρειαζοταν καποιον να περιποιηθει τον εξωτερικο χωρο της επαυλης του. Αυτο που ειχε κανει εντυπωση στον αφηγητη ηταν πως για ενα τοσο πλουσιο σπιτι δεν υπηρχε πουθενα προβλεψη για θεματα ασφαλειας. Ο ιδιος, συμφωνα με τα λεγομενα του, δεν ειχε κλειδι για το σπιτι, ολες οι εργασιες του ηταν εξωτερικες, ομως του ειχε προξενησει εντυπωση η ελλειψη καμερων, συναγερμου η εστω κι ενος απλου επιστατη. Η περιεργεια του τον ειχε οδηγησει να μελετησει ολον τον περιβαλλοντα χωρο και του φαινοταν αξιοπεριεργο που το σπιτι εμοιαζε παντελως απροστατευτο. Οπως και να ειχε, καποια πραγματα αξιας θα υπηρχαν εκει μεσα, δεν φευγεις για τοσο χρονικο διαστημα διχως να εχεις φροντισει γι ασφαλεια. Η επαυλη εμοιαζε να ειναι ερμαιο στις ορεξεις του οποιουδηποτε.
              ==================================
Συμφωνα με τα λεγομενα του εποχιακου κηπουρου οσο καιρο δουλευε εκει δεν ειχε δει ψυχη ουτε καν να πλησιαζει το σπιτι. Ακομα και η πληρωμη του γινοταν μεσω τραπεζης με καταθεση στον λογαριασμο του. Κι εκει που ο ιδιος και η παρεα του προσπαθουσαν να μπουν στην ψυχοσυνθεση του εκαστοτε εκκεντρικου πλουσιου, το μυαλο του Στογιαν τον ειχε ηδη τοποθετησει μεσα σ' εκεινο το σπιτι να ψαχνει για πολυτιμα αντικειμενα. Και τωρα, μετα απο πεντε Glendalough, η ιδεα της διαρρηξης συνεχιζε να κερδιζει εδαφος. Η συζητηση που ειχε ακουσει τον ειχε τροφοδοτησει με αρκετα στοιχεια για να ειναι σχεδον σιγουρος για την διευθυνση της επαυλης, ολα ηταν πια θεμα αποφασης. Οταν συνειδητοποιησε πως για το επομενο Glendalough θα επρεπε να πληρωσει με τα τελευταια κερματα που ειχε στην τσεπη του καταλαβε πως, ακομα κι αν δεν το ειχε πληρως εμπεδωσει, η αποφαση ειχε παρθει.
Το επομενο βραδυ θα ηταν καθοριστικο. Η θα ξελασπωνε απο το τελμα που βρισκοταν η η μοιρα του θα βρισκοταν πια στα χερια του Νικ 'Μαμπα'.
                 =================================
Σταθμευσε το αμαξι του εξω απο τον κεντρικο δρομο πανω στον οποιον βρισκοταν το σπιτι, ο οποιος παρουσιαζε κινηση παρομοιας της ερημου Καλαχαρι, σ' ενα σημειο που κανενα διερχομενο οχημα δεν θ' αντιλαμβανοταν πως υπηρχε αυτοκινητο εκει και βαδισε προσεκτικα προς την μεγαλη, σιδερενια εξωπορτα. Διχως καποια ιδιατερη δυσκολια υπερπηδησε το εμποδιο και σταθηκε ακινητος μολις βρεθηκε στην μεσα μερια προσπαθωντας ν' αντιληφθει οποιονδηποτε υποπτο θορυβο. Τα παντα ηταν ερημα κι απολυτως ησυχα. Προσπερασε την πισινα, διεσχισε τους σκοτεινους κηπους κι εφτασε στην πορτα. Δεν ηταν καν ασφαλειας, θα μπορουσε να την διαρρηξει ευκολα μα προτιμησε να κανει τον γυρο του σπιτιου μηπως εβρισκε ευκολοτερη προσβαση. Ηταν ολα ερμητικα σφραγισμενα μα σιγουρα ευκολη λεια ακομα και για εναν ερασιτεχνη διαρρηκτη οπως η αφεντια του. Η πορτα ανοιξε τοσο ευκολα που τον εβαλε σε υποψιες. Μηπως δεν υπηρχε τιποτα πολυτιμο μεσα στο σπιτι ? Μηπως ριψοκινδυνευε αδικα για το τιποτα ? Ολο αυτο του φαινοταν πολυ αφυσικο, εξω απο την κοινη λογικη.
                        ===================================
Η αληθεια ηταν πως το σπιτι ανηκε σε βοτανολογο. Τι περιουσια μπορει να ειχε αποκομισει καποιος απο ενα τετοιο επαγγελμα ? Αλλα παλι, το σπιτι ηταν ο ορισμος του πλουτου και της χλιδης, ηταν ποτε δυνατον να μην υπηρχε κατι μεσα αξιον κλοπης ? Πηρε μια βαθια ανασα, εσπρωξε την πορτα και μπηκε μεσα αναβοντας ταυτοχρονα τον φακο που κρατουσε στα γαντοφορεμενα χερια του. Του πηρε λιγο μεχρι τα ματια του να συνηθισουν στο σκοταδι.
Διεσχισε γρηγορα τον φαρδυ διαδρομο που απλωνοταν μπροστα του και σταματησε στην κορυφη της μεγαλης σκαλας που συναντησε. Ηταν το ενστικτο του που τον οδηγησε να παει αριστερα στην ξυλινη πορτα και να την ανοιξει. Το φως του φακου του αποκαλυψε πως βρισκοταν σε καποιο γραφειο λιτα επιπλωμενου. Αυτο που του τραβηξε την προσοχη ηταν οι τοιχοι. Αντι για καδρα, πινακες η εστω εναν καθρεφτη ολοι οι τοιχοι ηταν στολισμενοι με καποιου ειδους αναρριχητικου φυτου που αδυνατουσε ν' αναγνωρισει. Σκεφτηκε πως θα ηταν μια ιδιοτροπια ενος βοτανολογου κι αρχισε αμεσως να ψαχνει για πολυτιμα αντικειμενα.
                            ================================
Κανονικα το μικρο χρηματοκιβωτιο που βρηκε θα επρεπε να ειναι ερμητικα σφαλισμενο, ομως αυτο ηταν ορθανοιχτο κι ας περιειχε καμποσες δεσμιδες μετρητων και αρκετα χρυσαφικα κι αλλα τιμαλφη. Προφανως ο ανθρωπος δεν εδινε δεκαρα για την ασφαλεια του κι αυτο τωρα θα του κοστιζε ακριβα. Μ' εναν γρηγορο υπολογισμο καταλαβε πως η συνολικη αξια του χρηματοκιβωτιου δεν θα κατορθωνε να καλυψει ολα του τα χρεωστουμενα αλλα σιγουρα ηταν μια βαθια ανασα και θα του εξασφαλιζε μια σημαντικη χρονικη παραταση για να εβρισκε τα υπολοιπα. Με γρηγορες κινησεις αδειασε το περιεχομενο σε μια τσαντα που κουβαλουσε μαζι του και χαμογελασε. Ισως να ηταν η ευκολοτερη ληστεια που ειχε ποτε πραγματοποιηθει. 
Ηταν ετοιμος να φυγει οταν το ισχνο φως του φακου του δημιουργησε την εντυπωση πως κατι κινηθηκε αριστερα του. Εστρεψε το φως προς τα κει αμεσως μα δεν υπηρχε τιποτα. Αυτο το φυτο τον εκνευριζε αφανταστα, ηθελε να φυγει οσο το δυνατον πιο γρηγορα απο κει μεσα.
Αυτην τη φορα ειδε την κινηση με τα ιδια του τα ματια που ειχαν ανοιξει διαπλατα.
                     ==================================
Το φυτο στον τοιχο εμοιαζε να σφυζει απο ζωη ενω τα κλαδια του, σαν ανθρωπινα χερια, απλωνονταν προς την μερια του. Εκανε δυο γρηγορα βηματα προς τα πισω και ετρεξε προς την πορτα. Σταματησε αποτομα πανικοβλημενος. Ολη η πορτα ειχε καλυφθει απο τα κλαδια του φυτου που πλεον ειχαν αρχισει να τον κυκλωνουν. Λιγα δευτερολεπτα μετα ηταν αιχμαλωτος δεκαδων μικρων κλαδιων που οχι μονο αρχισαν να τον σφιγγουν με δυναμη αλλα πολλα απ' αυτα εμπαιναν στ' αυτια του, την μυτη του, το στομα του, ακομα και στα ματια του. 
Ενας απιστευτος οξυς πονος τον διαπερασε απο την κορυφη μεχρι τα νυχια και πλεον ουρλιαζε σπαρακτικα για βοηθεια. Αδιαφορωντας για τις εκκλησεις και τις φωνες του το φυτο συνεχιζε το αποκοσμο εργο του. Ενοιωσε τις ακρες απο τις κληματσιδες να χωνονται στα μυχια του εγκεφαλου του και να καταστρεφουν οτι εβρισκαν μπροστα τους.  Λιγα λεπτα μετα που ειχε πεθανει μεσα σε φρικιαστικους πονους κι ατελειωτη αγωνια τα κλαδια αποθεσαν το νεκρο κορμι του στο πατωμα του γραφειου και ξεκινησαν το εργο τους.
                    =====================================
Μς αερινες, σχεδον χορευτικες κινησεις αδειασαν την τσαντα που ειχε γεμισει ο Στογιαν Μιριτς απο το πολυτιμο περιεχομενο της και τα τοποθετησαν παλι πισω στο χρηματοκιβωτιο. Μετα δημιουργησαν ενα πυκνο στρωμα κατω απο το αψυχο σωμα του φιλοδοξου διαρρηκτη και αφου ανοιξαν την πορτα απο το κελαρι κατεβηκαν τα σκαλια κι αποθεσαν το πτωμα στο πατωμα. 
Μια ομαδα απο τις κληματσιδες επιασαν απ' ολες τις μεριες μια βαρια, σιδερενια πλακα που υπηρχε ακριβως στην μεση του κελαριου και την ανασηκωσαν. Απο κατω μπορουσε καποιος να δει τα ορμητικα νερα ενος υπονομου που διεσχιζε κατα μηκος ολη την επαυλη. Εσπρωξαν το κορμι του Στογιαν που μ' εναν παφλασμο επεσε στα νερα και παρασυρθηκε αμεσως.
Ηταν αδυνατον για το φυτο να γνωριζει που κατεληγαν αυτα τα νερα, το σημειο η την χρονικη διαδρομη που απαιτουνταν μα αυτο δεν ηταν μερος των εντολων που ειχαν απο τον αφεντη.
Αυτο που επρεπε να κανουν ηταν να φυλανε το σπιτι απο οποιονδηποτε το επιβουλευοταν και να πετουσαν το πτωμα του στον υπονομο που υπηρχε κατω απο το κελαρι.
                        ==================================
Φυσικα δεν ηταν η πρωτη φορα που ειχε φερει σε περας την αποστολη του μ' επιτυχια. Κι αυτος ηταν κι ο λογος που ο βοτανολογος δεν ανησυχουσε οταν απουσιαζε για καιρο απο το σπιτι. Το φυτο του ειχε δοθει σαν δωρο απο τον αρχηγο μιας νομαδικης φυλης ιθαγενων στην Ζανζιβαρη, μιας φυλης που ουτε τ' ονομα της δεν μπορουσε να προφερει γιατι ειχε σωσει τον γιο του απο βεβαιο θανατο οταν του ειχε ορμησει μια λεαινα. Οταν το ειχε παρει χωρουσε ολο σε μια μικρη γλαστρα αλλα απο τοτε ειχε γιγαντωσει τοσο πολυ που αφου ειχε καλυψει ολον τον εξωτερικο χωρο πλεον δεσποζε σχεδον παντου και στους εσωτερικους τοιχους του σπιτιου εκτελωντας χρεη αγρυπνου φυλακα. Δεν υπηρχε λογος να ξοδευει ποσα για ασφαλεια καθε φορα που απουσιαζε. Δεν ειχε πια λογο ν' ανησυχει για οτιδηποτε.  Βεβαια ο κοσμος θα τον επαιρνε για τρελο αν ηξερε πως το φυτο αντιλαμβανοταν τι του ελεγε, τι του ζητουσε κι εκτελουσε παντα προθυμα, χωρις καμια αντιρρηση τις εντολες του. 
Αλλα αυτο ηταν κατι που δεν αφορουσε κανεναν αλλο παρα μονο τον ιδιο και το φυτο του.
  








                                                                   ΤΕΛΟΣ
  
                       

  


  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου