ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΑΛΜΑΣ
ΜΙΑ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΠΟΥ ΑΓΝΟΗΘΗΚΕ
Ενα τελευταιο ποτο θα επινε ακομα και μετα θα επεστρεφε στο γιωτ του. Το πρωι θα σαλπαριζε νωρις και ηθελε να ειναι ξεκουραστος και σε πληρη νηφαλιοτητα. Ηταν η πρωτη φορα που περνουσαν απο κεινα τα μερη και ηθελε ν' απολαυσει την διαδρομη. Εκανε νοημα στον σερβιτορο για το ποτο κι εστρεψε το βλεμμα του και παλι στην γυναικα που καθοταν στο μπαρ. Ηταν πραγματικα εντυπωσιακη, μ' ενα φλογατο κοκκινο μαλλι που αγκαλιαζε τους ωμους της ντυμενη μ' ενα φινο γαλαζιο φορεμα που κολακευε καθε σημειο του κορμιου της. Προφανως ολα αυτα τα στοιχεια ηταν και ο λογος που ο αντρας διπλα της οχι μονο δεν ελεγε να φυγει αλλα εμοιαζε ν' αποκτα θαρρος που κανεις δεν φαινοταν να του ειχε παραχωρησει. Απο τις κινησεις της μπορουσε να καταλαβει πως ειχε απηυδησει απο την παρουσια του ενοχλητικου μα προφανως δεν ειχε τροπο να τον ξεφορτωθει ευγενικα. Της επιασε το χερι, εκεινη προσπαθησε να το τραβηξει ανεπιτυχως κι αυτο ηταν το εναυσμα για τον Λουιτζι Μαζαρι που αποφασισε να επεμβει αμεσα. Σηκωθηκε απο την καρεκλα του και βαδισε προς το μπαρ.
==================================
Οι προτροπες του Λουιτζι να σταματησει να ενοχλει εφεραν ακριβως το αντιθετο αποτελεσμα αφου ο αγενεστατος θαμωνας ξεκινησε ενα ακατασχετο υβρεολογιο. Το θεμα διευθετηκε αμεσα μολις ο Λουιτζι εκανε νοημα στους δυο απο τους πεντε αντρες του πληρωματος του που τον συνοδευαν παντου να πλησιασουν το μπαρ. Η λογικη κυριαρχησε στο μυαλο του αναγωγου αφου σταθμιζοντας τις νεωτερες εξελιξεις μουρμουρισε κατι ακαταληπτο κι απομακρυνθηκε.
Ο Λουιτζι γυρισε προς την εντυπωσιακη γυναικα κι εκανε νευμα με το χερι του δειχνοντας το τραπεζι που καθοταν. Εκεινη αμφιταλαντευτηκε για λιγο μα σηκωθηκε απο το μπαρ στηριζομενη στο χερι που της προσεφερε ο Λουιτζι και βαδισαν μαζι για το τραπεζι.
Αφου παρηγγειλε ενα μπουκαλι σαμπανια στραφηκε προς την γυναικα.
-'Λουιτζι Μαζαρι' συστηθηκε. 'Χαρα μου που σας γνωριζω εστω και κατω απ' αυτες τις συνθηκες' ειπε ενω ταυτοχρονα γεμιζε το ποτηρι της με το ακριβο υγρο. 'Καποιοι ανθρωποι δυστυχως δεν αντιλαμβανονται τα ορια τους' συμπληρωσε.
================================
-'Μολπη' απαντησε η γυναικα χαμογελωντας κι αποκαλυπτοντας μια τελεια σειρα καταλευκης οδοντοστοιχιας. 'Ευτυχως που παρεμβηκατε εγκαιρα, ειλικρινα δεν ηξερα τι να κανω'.
Ο Λουιτζι ξεχασε το πρωινο σαλπαρισμα και το οριο του ενος τελευταιου ποτου που ειχε θεσει στον εαυτο του. Η συζητηση μ' αυτην την θεσπεσια γυναικα τον ειχε συνεπαρει. Οσο προχωρουσε η ωρα τοσο σαγημευοταν απο την ευφυια της, το γελιο της, τις κινησεις της.
Μα κι αυτη φαινοταν να διασκεδαζει αφανταστα με την παρεα του. Περνουσαν απο την μια συζητηση στην αλλη και εμοιαζαν σαν παλιοι, καλοι φιλοι που ειχαν βρεθει ξανα μετα απο καιρο. Η ωρα προχωρουσε, ο χρονος κυλουσε αβιαστα και συντομα το μπουκαλι με την σαμπανια εφθασε στο τελος του. Ο Λουιτζι εδω και ωρα εψαχνε τα καταλληλα λογια για την προταση που ηθελε να κανει μα δεν ηθελε να παρεξηγηθουν οι προθεσεις του. Το κλιμα που υπηρχε ηταν φανταστικο, δεν ειχε καμια διαθεση να το χαλασει με καποια αστοχια.
Καποια στιγμη που θεωρησε καταλληλη της εκανε την προταση.
===================================
-'Εχω πολυ περισσοτερη και πολυ καλυτερη σαμπανια στο γιωτ μου' ειπε μετανοιωνοντας αμεσως μολις το ξεστομισε. 'Θα με συντροφευες σ' ενα τελευταιο ποτο' ?
Ανακουφιστηκε ακουγοντας την αμεση, θετικη της απαντησης. Ειχε φοβηθει πως η προταση του μπορουσε να παρεξηγηθει, ηταν το τελευταιο που ηθελε να συμβει.
Λιγα λεπτα αργοτερα καθονταν στο πολυτελες σαλονι του γιωτ πινοντας οντως καλυτερη σαμπανια. Το πληρωμα και ο καπετανιος ειχαν αποσυρθει διακριτικα.
-'Μολπη' ειπε ο Λουιτζι. 'Πρωτη φορα ακουω αυτο το ονομα'.
Η Μολπη κουνησε τους ωμους και χαμογελασε.
-'Οχι πως δεν μ' αρεσει' βιαστηκε να συμπληρωσει ο Λουιτζι ' απλα δεν ειναι ονομα που το συναντας συχνα. Τι συχνα δηλαδη, σχεδον ποτε'.
-'Πολυ ωραιο το γιωτ σου' απαντησε η γυναικα σαν να μην ακουσε ποτε το σχολιο του. 'Πρεπει να κοστιζει μια περιουσια' προσθεσε.
===================================
-'Φθηνο δεν το λες' εκανε ο Λουιτζι 'αλλα ειναι η αδυναμια μου. Καθε καλοκαιρι θα με παει εκει που θελω αξιοπιστα. Νομιζω αυτο ειναι που μετραει'.
-'Και που θα σε παει φετος Λουιτζι' ? ρωτησε η Μολπη.
Αρχισε να της λεει απο που ειχε ξεκινησει και που σκοπευε να παει. Του φανηκε καποια στιγμη οταν αναφεροταν στην διαδρομη που θ' ακολουθουσαν πως το προσωπο της χλωμιασε ελαφρα και παραλιγο να της επεφτε το ποτηρι στο δαπεδο μα θα ηταν η φαντασια του.
-'Λοιπον τι λες' ? κατεληξε. 'Δεν ειναι πραγματι σπουδαια η διαδρομη' ?
Η Μολπη εριξε μια ματια τριγυρω της. Μπορει να ηταν η ιδεα του αλλα εμοιαζε ανησυχη.
-'Μπορεις να κλεισεις την μουσικη σε παρακαλω' ? του ειπε.
Ο Λουιτζι υπακουσε. Ενοιωθε πως κατι ειχε αλλαξει μα δεν μπορουσε να καταλαβει αν αυτος ειχε κανει η πει κατι που δεν επρεπε. Ολο το τελειο κλιμα που υπηρχε εμοιαζε ν' απομακρυνεται. Ισως δεν επρεπε να την ειχε καλεσει στο γιωτ, δεν μπορουσε να σκεφτει κατι αλλο.
===================================
-'Λουιτζι' ειπε αφηνοντας το ποτηρι της στο κρυσταλλινο τραπεζι και παιρνοντας ενα πιο σοβαρο κι επισημο υφος 'σε ξερω λιγες ωρες μα ειλικρινα σ' εχω συμπαθησει. Εισαι ενας πραγματικος κυριος, το απεδειξες στο μπαρ, φαινεσαι ακεραιος χαρακτηρας, γενικα αποπνεεις μια καθαροτητα και ειλικρινεια στις λεξεις και στις πραξεις σου που σε καθιστουν αυτοματα συμπαθη φανταζομαι οχι μονο σ' εμενα αλλα και στους αλλους. Ξερω ακομα πως αυτο που θα σου ζητησω μοιαζει τρελο, ειδικα απο την στιγμη που δεν μπορω να σου αποκαλυψω το γιατι μα θελω να με ακουσεις και να μ' εμπιστευτεις. Νομιζεις πως μπορεις να το κανεις' ?
Ο Λουιτζι ειχε μεινει αποσβολωμενος. Δεν ηξερε τι περιμενε ν' ακουσει αλλα σιγουρα δεν ηταν αυτο. Κοιταξε την Μολπη. Του εμοιαζε οντως αναστατωμενη.
-'Δεν καταλαβαινω' ειπε στο τελος. 'Τι θελεις να μου ζητησεις' ?
-'Μην ακολουθησεις την διαδρομη που εχεις προγραμματισμενη αυριο' ειπε η Μολπη. 'Αλλαξε ροτα, πηγαινε οπου αλλου θελεις μα ακυρωσε το αυριανο σου δρομολογιο'.
===================================
-'Τωρα ειναι που δεν καταλαβαινω τιποτα' εκανε ο Λουιτζι μην περιμενοντας ν' ακουσει κατι τετοιο. 'Για ποιο λογο ? Συμβαινει κατι' ?
-'Σου ειπα πως δεν μπορω να σου αποκαλυψω' εκανε η Μολπη. 'Απλα εμπιστεψου με. Ξερω πως αυτο που σου ζηταω ειναι πολυ αλλα δεν μπορω να σου πω τιποτα περισσοτερο. Ισως να εχω ηδη υπερβει τα εσκαμμενα, καλυτερα θα ειναι να φυγω' προσθεσε και σηκωθηκε.
Η αληθεια ηταν πως ο Λουιτζι δεν ειχε καποια κρυφη σκεψη σχετικα με την περαιτερω εξελιξη της βραδιας, αν επρεπε ομως να κανει μια επιλογη για το πως θα κατεληγε η νυχτα, αυτη ηταν η μοναδικη επιλογη που ουτε καν περνουσε απο το μυαλο του.
-'Καταλαβαινω' εκανε 'δεν μπορεις να μου πεις, τουλαχιστον κατσε λιγο ακομα'.
Η Μολπη γυρισε και τον κοιταξε. Τον πλησιασε και του εδωσε ενα απαλο φιλι στα χειλη.
-'Αλλαξε διαδρομη Λουιτζι, μην πας απο κει που σχεδιαζεις'. Διχως να περιμενει ν' ακουσει οτιδηποτε, εκανε μεταβολη και με βιαστικες κινησεις κατεβηκε απο το σκαφος.
=================================
Ηταν η εικοστη φορα που ρωτουσε τον καπετανιο αν υπηρχε καποιο προβλημα οιασδηποτε υφης πανω στη σχεδιασμενη διαδρομη που ακολουθουσαν με αποτελεσμα ο τελευταιος ν' αρχισει να εκνευριζεται. Η κατ' επαναληψη αρνητικη του απαντηση καθησυχασε προσωρινα τον Λουιτζι, ομως τα λογια της Μολπης δεν εφευγαν απο το μυαλο του. Πως ειχε εξελιχθει ετσι απροοπτα η βραδια ? Ολα εμοιαζαν μια χαρα στην αρχη αλλα απο ενα σημειο και μετα η τροπη που ειχε παρει η νυχτα ηταν επιεικως απογοητευτικη. Ατενιζε την θαλασσα με τα λογια της ακομα ν' αντηχουν στα αυτια του. Ακολουθουσαν την πορεια που ειχαν σχεδιασει, τιποτα προβληματικο δεν φαινοταν στον οριζοντα. Σε λιγο θα εφταναν σ' ενα ερημονησι, θα το παρακαμπταν και σε 3 ωρες θα ηταν στον προορισμο τους. Φυσαγε και ξεφυσαγε οταν του φανηκε πως ακουσε κατι σαν μελωδια να φτανει στ' αυτια του. Οχι, δεν προερχοταν μεσα απο το σκαφος, εμοιαζε σαν να ερχεται απο καπου μακρια. Την δεδομενη στιγμη εμοιαζε με ψιθυρο, οσο ομως προχωρουσαν γινοταν πιο εντονο και καθαρο.
==================================
Διαπιστωσε πως ο καπετανιος ειχε βαλει ροτα προς το μερος που ακουγοταν η μελωδια. Οχι μονο δεν ειχε προβλημα μ' αυτο, τουναντιον τον ειχε προλαβει οριακα πριν του το ζηταγε ο ιδιος. Η μουσικη μελωδια εμοιαζε να ερχεται απο το ερημονησι μα δεν μπορουσε ακομα να καταλαβει τι ηταν η ποιος την παρηγαγε. Ολοι οι επιβαινοντες πια ειχαν κυριευτει απο μια μανια να φτασουν οσο μπορουσαν πιο γρηγορα στην πηγη της μελωδιας. Το γιωτ αφημενο στην τυχη ειχε πορεια προς τα βραχια. Διχως να κοψει ταχυτητα επεσε με δυναμη πανω τους και τσακιστηκε. Ο Λουιτζι και το πληρωμα κατεληξαν στα βραχια τραυματισμενοι, αλλοι περισσοτερο κι αλλοι λιγοτερο. Τοτε, πλημμυρισμενος στα αιματα την ειδε.
Τον πλησιασε, γονατισε και του χαιδεψε απαλα το μαγουλο. Στα ματια της υπηρχε μια απροσδιοριστη θλιψη που ο Λουιτζι δεν μπορουσε να εξηγησει.
-'Γιατι δεν με ακουσες' ? ψιθυρισε 'γιατι' ?
Αμεσως μετα ορμησε πανω του και τον κατασπαραξε πριν ο Λουιτζι προλαβει να πει κατι.
=================================
Δεν ηταν συνηθισμενο για μια Σειρηνα να προσπαθει να σωσει καποιον αντι να τον παρασυρει στην θανασιμη παγιδα της μεσω του σαγηνευτικου τραγουδιου της. Αυτος ηταν και ο λογος που η Μολπη τα ειχε ακουσει απο τις αδελφες της. Ισως ολα αυτα να ειχαν νοημα αν ο Λουιτζι την εμπιστευοταν κι αλλαζε την ροτα του. Απο την στιγμη που δεν το εκανε η Μολπη επρεπε με την σειρα της να κανει αυτο που ηταν στην φυση την δικη της και των αδελφων της. Να παρασυρουν ναυτικους στο ερημονησι και μετα να τους τρωνε ζωντανους. Ηταν μια καταρα απο την οποια δεν μπορουσαν να δραπετευσουν, ηταν αυτο που επρεπε να κανουν.
Εκατσε σ' ενα βραχακι με το πανεμορφο προσωπο της κατακοκκινο απο το αιμα του Λουιτζι. Αυτη ηταν η πρωτη φορα που αισθανοταν περιεργα εχοντας επιτελεσει το εργο της. Ισως να ειχε μαλακωσει, ισως ο Λουιτζι να ηταν μια μοναδικη περιπτωση, δεν ηξερε. Το μονο που γνωριζε ηταν πως σε λιγα βραδια ηταν παλι η σειρα της να βγει στην ξηρα και να πεισει αφελεις κι ανυποψιαστους ναυτικους ν' ακολουθησουν μια συγκεκριμενη θαλασσια διαδρομη.
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου