Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

                                  Ο ΟΡΚΟΣ ΠΟΥ ΔΡΑΠΕΤΕΥΣΕ

 









                                                           ΚΕΦΑΛΑΙΟ 75











Για μερικα δευτερολεπτα δεν συνεβη τιποτα. Μετα αρχισαν ολα. Εξωτερικα στην εμφανιση του Μετγκον δεν υπηρξε καποια αλλοιωση, εκει που τα πραγματα πηραν απροσδοκητη τροπη ηταν η ευρυθμη λειτουργια του εγκεφαλου του. Ενοιωσε ξαφνικα το μυαλο του να κατακερματιζεται σε απειροελαχιστα θραυσματα, το καθε ενα δε απ' αυτα ακολουθουσε μια αναρχη πορεια στο πουθενα σε μια αγωνιωδη προσπαθεια να βγει απο το εσωτερικο του κρανιου του. Αηχες κραυγες πλημμυρισαν καθε σημειο του κεφαλιου του και μολονοτι δεν μπορουσε να τις ακουσει ενοιωθε σε υπερτατο βαθμο τον τρομο και την φρικη που εμοιαζε να βιωνει το καθε ενα απ' αυτα.
Εγειρε μπροστα αφηνοντας την βαρυτητα να τον νικησει κατα κρατος κι επεσε μονοκοματα διχως δυνατοτητα αντιστασης. Η μεγαλη, στρογγυλη, σκοτεινα τρυπα που εχασκε ακριβως μπροστα στα ποδια του τον καλοδεχτηκε στην αγκαλια της. Κατω απο φυσιολογικες συνθηκες θα ειχε αναρωτηθει πως ειχε βρεθει εκεινη η τρυπα εκει, ομως με τις παρουσα κατασταση το θεωρησε απολυτως φυσιολογικο. Η καθοδος προς το αγνωστο ειχε μολις αρχισει.
                     ==================================
Στην αρχη δεν μπορουσε να δει τιποτα, ενοιωθε μονο πως επλεε μεσα σ' εκεινη την θεοσκοτεινη τρυπα. Καποια στιγμη εμφανιστηκαν δειλα τα πρωτα φωτα. Δεν ηταν ακριβως φωτα, λαμψεις περισσοτερο που διακοσμουσαν το αγνωστο που υπηρχε αριστερα και δεξια του. Ενοιωσε μια αρχικη ευδαιμονια, μια ανεξηγητη γαληνη στην αρχη μα συντομα ολα αλλαξαν. Οι λαμψεις γινοταν ολο και πιο εντονες, ολο και περισσοτερες και ειχε αρχισει να μην προλαβαινει να τις αφομοιωνει ευκολα. Τα χρωματα των λαμψεων εναλλασονταν πια πολυ πιο γρηγορα ενω η πυκνοτητα τους συνεχως αυξαινε. Τα ματια του εδιναν αγωνα για να τις μεταφερουν και να τις αποθηκευσουν σε καποιο αχαρτογραφητο σημειο του μυαλου του κι αυτο προοδευτικα του δημιουργουσε εναν ανυποφορο πονο που εμοιαζε να μην εχει τελειωμο. Τα παντα τωρα συνεβαιναν με ασυλληπτες ταχυτητες. Ειχε την αισθηση πως στριφογυριζε σαν να ειχε πιαστει σε μια δινη που προσπαθουσε να τον ρουφηξει στο κεντρο της κι αυτος ηταν ανημπορος ν' αντιδρασει. Ενοιωθε πως μολις ειχε αγγιξει τα συνορα των αντοχων και των οριων του. 
                  ====================================
Οπως ξαφνικα κι απροειδοποιητα ειχαν εμφανιστει ολα το ιδιο ξαφνικα εξαφανιστηκαν. Ηταν αδυνατο να καταλαβει που βρισκοταν. Τα παντα ηταν βυθισμενα σ' ενα πυκνο σκοταδι.
Το ειδε αποτομα μπροστα του κι απορησε. Στεκοταν σε αποσταση λιγων μετρων απο την πυλη που εμοιαζε σαν καθετο ματι και που ειχε συναντησει λιγο πριν τις τρεις ομιχλες. Ηταν εκει, λιγα εκατοστα αιωρουμενο πανω απο το εδαφος με τον εσωτερικο του περιγυρο ανεπαισθητα να τρεμουλιαζει. Πλησιασε και κοιταξε μεσα. Ο εαυτος του απ' απεναντι τον κοιτουσε εντονα.
Πριν προλαβει να συνελθει απο την εκπληξη του ο εαυτος του βγηκε απο το ματι, περασε διπλα του κι ακουμπησε το χερι του στον ωμο. Οι εκπληξεις ομως δεν σταματουσαν εκει.
Ενας δευτερος εαυτος, ενας τριτος βγηκαν κι αυτοι απο το ματι και αυτο συνεχιζοταν μεχρι που ολος ο χωρος ειχε γεμισει με ειδωλα του. Σε μικρες παρεες, οι εαυτοι του μιλουσαν ψιθυριστα μεταξυ τους και μολονοτι δεν ακουγε τι ελεγαν τους εβλεπε να τον δειχνουν και βαθια μεσα του ηταν σιγουρος πως η κουβεντα ηταν γι αυτον. Αδυνατουσε να καταλαβει τι συνεβαινε.
                     ===================================
Γρηγορα διαπιστωσε πως οι εαυτοι του τωρα τον ειχαν περικλυκλωσει και ολοι κατι του ελεγαν στο αυτι. Στην αρχη ηταν ψιθυροι ακαταλαβιστικοι, δεν εβγαζε νοημα, ομως ο τονος των φωνων διαρκως ανεβαινε. Τωρα ηταν μια οχλαγωγια ανευ προηγουμενου, τ' αντιγραφα του σχεδον ουρλιαζαν διχως ακομα να μπορει να διακρινει τι του απευθυναν. Ενστικτωδως εφερε τα χερια του στο κεφαλι για να προστατεψει τ' αυτια του απο τον πονο και εντρομος διαπιστωσε πως οι παλαμες του ενωθηκαν μεταξυ τους σαν να μην υπηρχε τιποτα στην θεση του κεφαλιου.
Κοιταξε προς τα κατω και διαπιστωσε πως δεν υπηρχαν ποδια η κορμος, ουτε χερια, ουτε τιποτα. Υπηρχε νοητικα αλλα σωματικα ηταν ανυπαρκτος. Το μυαλο του εκτελεσε κινηση προς το ματι και ριχτηκε μεσα προσπαθωντας ν' απαγκιστρωθει απ' οτι συνεβαινε. Ηταν αδυνατον να καταλαβει που ηταν. Το πρωτο πραγμα που ειδε ηταν δεκαδες ασημενια φεγγαρια να κρεμονται απο πανω του σ' εναν αορατο θολο, τοσο κοντα που ειχε την αισθηση πως αν απλωνε το χερι του θα τ' αγγιζε. Αμεσως μετα προσεξε την μαυρη λιμνη λιγα μετρα μακρια του.
                  =====================================
Ηταν απλα μια σκοτεινη επιφανεια σ' ενα λιγοτερο σκοτεινο τοπιο. Δεν ειχε ιδεα γιατι του γεννηθηκε η εντυπωση πως ηταν λιμνη, δεν μπορουσε να διακρινει κανενα χαρακτηριστικο που να πιστοποιουσε αυτην την εντυπωση. Η επιφανεια ηταν ακινητη, δεν υπηρχε το παραμικρο που να την διαταρασσε. Εκεινη τη στιγμη ειδε κατι που εμοιαζε με αμμο κι εκτεινοταν μερικα εκατοστα απο τα ποδια του μεχρι την ακρη της λιμνης. Τα ποδια του ? Κοιταξε κι ενα αισθημα ανακουφισης τον πλημμυρισε. Μπορουσε ξανα να βλεπει τ' ακρα του, το υπολοιπο κορμι του κι αυτο ηταν μια θετικη πινελια σ' εκεινο το γκροτεσκο, εφιαλτικο σκηνικο που ζουσε. 
Εριξε μια ματια τριγυρω μηπως ανακαλυπτε κατι ακομα. Δεν υπηρχε τιποτα αλλο εκει.
Βαδισε προσεκτικα μεχρι την ακρη της λιμνης. Η αμμος ηταν απο το ιδιο υλικο που συναντουσε παντου στον Initio αλλα δεν τον προβληματιζε καθολου. Αυτο που του δημιουργησε απορια ηταν το μεγεθος εκεινου του τμηματος που του ειχε γινει εμμονη ιδεα πως ηταν λιμνη και τ' ασημενια γιγαντιαια φεγγαρια δεν διεχυαν φως να τον βοηθησουν, εμοιαζαν διακοσμητικα.
                    ====================================
Του ηταν αδυνατον να δει την αλλη οχθη κι αυτο τον οδηγησε στην σκεψη μηπως ηταν θαλασσα, ωκεανος η οτιδηποτε αλλο αλλα παντα κατι σε σχεση με υγρο στοιχειο. Εσκυψε και κοιταξε.
Δεν μπορουσε να υπολογισει βαθος, δεν υπηρχε κανενα στοιχειο να τον βοηθησει αλλα ειχε την εντυπωση πως κατι αμυδρο βρισκοταν στον πυθμενα εκεινου του υγρου τοπου. Η αρχικη αισθηση που αποκομισε ηταν πως εβλεπε ερειπια απο κατι που εμοιαζε σαν βυθισμενη πολη. Μετα τμημα της πολης σαλεψε και πεταχτηκε εντρομος προς τα πισω. Ξανασκυψε να δει και ενοιωσε καθε εναπομειναν ψηγμα λογικης, αν του ειχε απομεινει, να χανεται κι αυτο. Ενα ζευγαρι ματια ειχαν εστιασει στα δικα του και τον κοιταζαν. Ενοιωσε ενα απιστευτο κυμα μισους κι αρχεγονου τρομου να κατευθυνεται προς τα πανω του. Ηταν αδυνατον, δεν μπορουσε να συμβαινει κατι τετοιο.
Σαν να τον ειχαν μαγνητισει τα δυο εκεινα φρικαλεα ματια τον κοιταξαν λιγο ακομα και μετα σφαλισαν σε κατι που εμοιαζε ενας ανιερος, ληθαργικος υπνος. Οσο και να προσπαθουσε να διωξει την ιδεα αυτου που ειχε αντικρυσει διαπιστωνε πως ηταν αδικος κοπος.
                   ==================================
Η αποκρουστικη και βδελυρη υπαρξη που τον ειχε ατενισει δεν ηταν αλλος απο τον Κ'θουλου, ο Αρχιερεας των Εξωτερων Θεων, ενας απο τους Μεγαλους Παλαιους ο οποιος ηταν βυθισμενος στην πολη της Ρ'λυε οπου κοιμοταν αιωνια μεχρι την στιγμη που θα ερχοταν η ωρα του να ξυπνησει και να διεκδικησει και παλι τον θρονο του. Δεν εβλεπε την ακριβη οψη του χταποδομορφου οντος, ουτε τις φτερουγες η τις μεγαλες μεμβρανες αναμεσα στα δαχτυλα αλλα δεν ηταν απαραιτητο για να ξερει ποιος κατοικουσε σ' εκεινα τα αποτροπαια νερα.
Αν υπηρχε μια ελαχιστη επαφη με μια οποιαδηποτε πραγματικοτητα την ειχε μολις απωλεσει. Το κουραγιο του για καθε αποπειρα συνοχης τον ειχε εγκαταλειψει. Τραβηχτηκε αποτομα πισω ενω μπροστα στα ματια του παρηλαυναν ο Αζαθωθ, ο Γιογκ Σωσωθ, ο Νυαρλαθοτεπ, η Σουμπ Νιγκουραθ και ολοι οι αλλοι απο τους Μεγαλους Παλαιους, κατι που ξεπερνουσε καθε τι που ειχε βιωσει μεχρι στιγμης. Στο πρωτο βημα που εκανε ν' απομακρυνθει απο το σιχαμενο εκεινο μερος ενοιωσε την αμμο ν' ανοιγει κατω απο τα ποδια του και να τον ρουφαει μονομιας. 
                 ======================================
Η νοητικη κουραση που βιωνε λειτουργουσε σαν βαριδι τραβωντας τον προς τα κατω, σε καταστασεις που διαπιστωνε πως ολο και πιο δυσκολα μπορουσε να διαχειριστει. Χρειαζοταν κατι θετικο, κατι ελπιδοφορο για να τον κρατησει και προς στιγμην πιστεψε πως το ειχε βρει βλεποντας που ηταν. Το τοπιο θα μπορουσε να εχει βγει απο παραμυθι, απεραντες εκτασεις στολισμενες με αφθονη χλωριδα που του δημιουργησαν ενα κυμα ευεξιας. Παντου πολυχρωμα, τεραστια λουλουδια, πανυψηλα δεντρα, καταπρασινοι θαμνοι, μια οαση κυριολεκτικα μπροστα σε οσα ειχαν προηγηθει. Ενοιωθε ετοιμος ν' αφομοιωθει απ' ολο αυτο το φαντασμαγορικο τοπιο οταν η αρχη μιας σκιας επεσε πανω του. Το διαρκως αυξανομενο μεγεθος της του δημιουργησε αρχικα απορια, οταν ομως ειδε πως η σκια ειχε καλυψει ολο σχεδον εκεινο το τοπιο και πλεον αγκαλιαζε το πανυψηλο βουνο στο βαθος η απορια μετατραπηκε σε φοβο. Γυρισε πισω να δει τι ηταν αυτο που δημιουργουσε μια τοσο τεραστια σκια και παγωσε. Ο επομενος εφιαλτης βαδιζε προς το μερος του με αργο, νωχελικο μα σταθερο βημα. Εμοιαζε αδυνατον μα συνεβαινε.
                   =====================================
Οση προσπαθεια και να κατεβαλλε δεν μπορουσε να δει ευκρινως κατι περισσοτερο απο ενα τμημα ποδιου κι αυτο λιγο κατω απο το γονατο. Το πλασμα που ερχοταν ηταν απιστευτο. Ενας γιγαντας θα ηταν νανος μπροστα του, του ηταν αδυνατον να υπολογισει το υψος του. Τα ματια του δεν μπορουσαν να δουν τοσο μακρια, επρεπε να ηταν πολλες χιλιαδες φορες ψηλοτερο απ' αυτον.
Το πιο ανησυχητικο ηταν πως εμοιαζε να ειναι ακεφαλο αφου το κορμι του στο σημειο που το σωμα εφαπτοταν με τον λαιμο ηταν περιστοιχισμενο απο τα συννεφα του ουρανου με αποτελεσμα το κεφαλι, αν υπηρχε, να βρισκεται πανω απο τα συννεφα. Το πλασμα σταματησε ακριβως μπροστα του και για λιγο τιποτα δεν συνεβη. Μετα κατι που θεωρητικα ηταν παλαμη αλλα ειχε το μεγεθος χιλιαδων εκταριων κατεβηκε προς το μερος του και τον σηκωσε στον αερα μαζι με πολλες δεκαδες μετρα εδαφους πανω στο οποιο στεκοταν. Καθε εκφανση οποιουδηποτε ζωντανου τρομου εκανε την εμφανιση της και σιδηροδεσε καθε γωνια του βεβαρημενου μυαλου του.
Πριν καλα καλα το καταλαβει βρισκοταν μεσα στα συννεφα και συνεχιζε ν' ανεβαινει. 
                 ======================================
Ηταν αδυνατον να μεταφρασει οτι εβλεπε, κανενα μυαλο δεν ηταν ποτε προετοιμασμενο ν' αντιμετωπισει κατι τετοιο και το δικο του στην προκειμενη περιπτωση δεν αποτελουσε εξαιρεση.
Πανω απο τα συννεφα υπηρχε μονο το αχανες συμπαν, κατι που ερχοταν σε αντιθεση με καθε νομο που ο Μετγκον γνωριζε. Εκει που επρεπε να βρισκεται το κεφαλι του γιγαντιαιου εκεινου οντος υπηρχαν μονο αστερισμοι, γαλαξιες και νεφελωματα, ολα μαζι στο εσωτερικο ενος καδρου που ομοιαζε με σχημα κεφαλιου. Οι νοητες γραμμες που ενωναν τα ουρανια σωματα μεσα σ' εκεινο το πλαισιο δημιουργουσαν σχηματα οπως μυτη, ματια, ζυγωματικα η πηγουνι, φυσικα σε μια κλιμακα εξω απο καθε φαντασια. Προσπαθουσε ακομα να συνειδητοποιησει τι και που βρισκοταν οταν το πλασμα φανηκε ν' ανοιγει το φανταστικο του στομα και να τον καταπινει ολοκληρο.
Βρεθηκε να πλεει παλι καπου στο πουθενα, μεσα σ' ενα απολυτο, απεραντο και πηχτο σκοταδι.
Στο βαθος του φαινοταν πως υπηρχε μια απειροελαχιστη λαμψη αλλα στην κατασταση στην οποια βρισκοταν δεν μπορουσε πια να εμπιστευτει τιποτα σε σχεση με τον εαυτο του.  

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου