ΜΙΑ ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 65
Το χτυπημα στην πορτα τον επανεφερε στην πραγματικοτητα διακοπτοντας τις σκεψεις του αποτομα. Ανοιξε και ειδε την μικροκαμωμενη φιγουρα της Σιρλευ Ντιξον απο πισω.
-'Ελα Σιρλευ, περασε' ειπε.
Η κοπελα μπηκε βιαστικα, εριξε μια ματια στον αντρα που κοιμοταν βαθια και μιλησε.
-'Αυτα μου τα εδωσε η Μολλυ' εκανε δειχνοντας το δεμα που κρατουσε στα χερια της. 'Όταν ξυπνησει θα πειναει σιγουρα και η Μολλυ φανταστηκε πως'....
Αφησε τη φραση της να σβησει ενω ενα περιλυπο υφος σχηματιστηκε στο προσωπο της.
-'Αν συνεχισει ετσι κυριε Γουες'....εκανε να ξεκινησει να λεει μα παλι αφησε ανολοκληρωτη την προταση της.
-'Πες στην Μολλυ χιλια ευχαριστω' απαντησε ο δημοσιογραφος. 'Αν δεν ηταν κι αυτη δεν ξερω τι θα ειχε απογινει' ειπε κι εδειξε ταυτοχρονα με το χερι του την κοιμισμενη φιγουρα.
-'Ολοι μας τον συμπαθουμε κυριε Γουες' απαντησε η κοπελα. 'Ακομα και ο Λιο. Μην βλεπετε που μερικες φορες τον πειραζουν. Κατα βαθος ολοι τον συμπαθουνε. Αν χρειαστειτε οτιδηποτε μην διστασετε' εκανε ενω βαδιζε αργα προς την εξοδο. Ο Γουες κουνησε το κεφαλι καταφατικα κι εκλεισε πισω του την πορτα μολις βγηκε η κοπελα.
=============================
Ναι, ολοι τον συμπαθουσαν, με τον ενα η τον αλλο τροπο τελικα, σκεφτηκε ο Γουες. Ολοι εκτος απο τον ιδιο του τον εαυτο. Τα ειχε καταφερει να μπλεξει σχεδον με ολους οσους θα επρεπε κανονικα ν' αποφευγει και ηταν πραγματι αξιον αποριας πως ηταν ακομα αρτιμελης. Τυχη ? Συμπτωση ? Αστρο ? Οτι και να ηταν καποια στιγμη θα στερευε και τοτε ο σπανιολος θα βρισκοταν αντιμετωπος με την πραγματικοτητα, μια πραγματικοτητα ζοφερη και ασχημη.
Εριξε μια ματια στο ρολοι του. Ειχε αργησει στο ραντεβου του με την Νταιανα κι αυτο δεν ηταν καθολου καλο γιατι ειχε δεχτει τελεσιγραφα πολλα το τελευταιο διαστημα εκ μερους της και καποια στιγμη θα εξαργυρωνονταν με ασχημες συνεπειες γι αυτον. Πηρε τα πραγματα του, εριξε μια ματια στον κοιμισμενο αντρα και βγηκε απο το δωματιο. Προχωρησε τον διαδρομο και χτυπησε την πορτα που υπηρχε ακριβως απεναντι.
-'Ποιος ειναι' ? ακουστηκε μια γυναικεια φωνη απο μεσα.
-'Ο Γουες ΜακΓκιντυ ειμαι Λουσυ, ανοιξε σε παρακαλω'.
===========================
Η υγρασια αδιαφορουσε αν το ημερολογιο υποστηριζε πως ηταν Αυγουστος, καλοκαιρινος μηνας, εστω κι αν η τελευταια του μερα θα ξεκιναγε σε λιγο. Ειχε καλυψει οσο το δυνατον περισσοτερο το μεγαλυτερο τμημα στο Γουαιτσαπελ και οσο προχωρουσε το βραδυ οχι μονο δεν φαινοταν να υποχωρει αλλα γινοταν ακομα πιο εντονη. Η Μαιρη Αν Πολυ Νικολς την ενοιωθε για τα καλα εδω και ωρα στα χερια και τα ποδια μα τωρα κι αλλα γυμνα σημεια του σωματος της ειχαν αρχισει να επηρεαζονται. Ετριψε το πανω μερους του εκτεθειμενου μπουστου της προσπαθωντας ν' απομακρυνει, εστω και προσωρινα, την εντονη δροσια που ειχε επικαθησει. Ειχε καμποση ωρα που βρισκοταν στην γωνια Οσμπορν και Γουαιτσαπελ και η μονη ζωσα ψυχη που ειχε δει μεχρι στιγμης ηταν ενας μεθυστακας που προσπαθουσε να βρει ισοροπια σ' ενα τρικυμισμενο δρομο. Λιγα σελλινια ηταν η αποσταση που την χωριζε απο ενα ζεστο κρεβατι μα δεν τα εβλεπε να ερχονται απο καπου. Εριξε μια ματια αριστερα και δεξια και χαμογελασε. Καποιος ερχοταν απο το βαθος προς το μερος της.
===============================
Βαδιζε αργα πανω στο υγρο, γλυστερο οδοστρωμα με κατευθυνση την γυναικεια φιγουρα που εστεκε στην γωνια. Απεφευγε εντεχνα το αναιμικο, χτικιαρικο φως που σκορπιζαν οι λαμπες του δρομου ενω τα ματια του ηλεγχαν εξονυχυστικα την περιοχη. Αυτη τη στιγμη ο ιδιος και εκεινη η γυναικα εμοιαζαν οι τελευταιοι ανθρωποι που υπηρχαν στο Λονδινο.
-'Αν εχεις λιγα σελλινια μπορουμε να περασουμε μια χαρα οι δυο μας' ειπε οταν ο αντρας εφτασε κοντα. Ο τελευταιος εβαλε το χερι στην τσεπη και οταν το εβγαλε στην παλαμη του υπηρχαν μερικα κερματα. Η γυναικα τα εξαφανισε με μια ταχυδακτυλουργικη κινηση.
-'Μ' αυτα εδω' ειπε χαμογελωντας 'θα νιωσεις βασιλιας, εστω και για λιγο'.
Ο αντρας χαμογελασε ενω ενα βλεμμα αρρωστημενης ηδονης εκανε την εμφανιση του.
-'Μωρε εσυ δεν κρατιεσαι' ειπε η Μαιρη Αν. 'Ελα' συνεχισε κι αρχισε να βαδιζει την Οσμπορν.
Ο αντρας ακολουθησε επιφυλακτικα, παντα ελεγχοντας τον περιγυρο. Η ερημια εξακολουθουσε να βασιλευει μαζι με την υγρασια που ειχε γινει ακομα πιο εντονη.
============================
Το οτι η Λουσυ Μπανκροφτ νοικιαζε δικο της δωματιο μονο συμπτωματικο και τυχαιο δεν μπορουσε να θεωρηθει. Το υπεροχο εξωτερικο της παρουσιαστικο την ειχαν κανει μια απο τις πλεον ακριβοπληρωμενες πορνες της περιοχης, κατι που ειχε σαν αποτελεσμα να βγαζει τοσα που να μπορει να νοικιασει ενα δωματιο οπου δεχοταν τους πελατες της. Ψηλη, λεπτη, με φλογατο σγουρο κοκκινο μαλλι, τελειες αναλογιες, ξεχωριζε απ' ολες τις αλλες που παρακαλουσαν για ενα πελατη. Η Λουσυ πια αποφασιζε η ιδια ποιος θα κοιμοταν μαζι της κι αυτο ηδη προκαλουσε ζηλοφθονια και κακεντρεχεια απο μερους ολων των αλλων.
Ακομα κι ο Γουες, που δεν ειχε ματια γι αλλη εκτος απο την Νταιανα Μεισον, καθε φορα που την αντικρυζε του κοβοταν η ανασα. Μια τετοια φορα ηταν και τωρα. Τα ματια του διετρεξαν το ουσιαστικα γυμνο κορμι της απο πανω μεχρι κατω αφου η λεπτη, διαφανη ρομπα που φορουσε μαλλον τονιζε ακομα περισσοτερο τις καμπυλες της παρα τις απεκρυπτε.
Καθαρισε τον λαιμο του πριν ανοιξει το στομα του να μιλησει.
===========================
-'Εχω αφησει τον Μπλανκο σε μαυρα χαλια παλι διπλα' ειπε 'και θα εμενα να τον προσεχω αλλα πρεπει να φυγω για μια επειγουσα δουλεια. Μπορεις να του ριχνεις μια ματια σε παρακαλω ? Με την πρωτη ευκαιρια θα ξαναρθω'.
-'Παλι επινε' ? εκανε απογοητευμενη η Λουσυ. Ο Γουες ανασηκωσε τους ωμους.
-'Ενταξει Γουες, μην ανησυχεις, θα τον κοιταξω εγω, πηγαινε στη δουλεια σου' ειπε.
Ο δημοσιογραφος μουρμουρισε ενα ευχαριστω και κινησε να φυγει.
-'Και Γουες' συμπληρωσε η Λουσυ σταματωντας τον 'εισαι πραγματικος φιλος'.
Ο δημοσιογραφος γυρισε, χαμογελασε και απομακρυνθηκε.
-'Και η αληθεια ειναι πως δεν εχει πολλους απο δαυτους' μονολογησε χαμηλοφωνα η κοπελα.
Ανοιξε την πορτα του Μπλανκο και κουνησε απελπισμενα το κεφαλι της. Το δωματιο ειχε τα ιδια μαυρα χαλια οπως και ο νοικαρης του. Εριξε μια ματια στον κοιμισμενο αντρα και σηκωσε τα μανικια της ρομπας της. Μεχρι να ξυπνουσε ειχε χρονο να βαλει τα πραγματα σε μια ταξη.
=============================
Ειχε πιασει δωματια σ' ενα μικρο, αποκεντρο, καθαρο ξενοδοχειο, οχι πολυ μακρια απο τις οχθες του Ταμεση. Ειχε επισης κατορθωσει να κανει τα ματια του ιδιοκτητη να γουρλωσουν οταν ζητησε δυο δωματια και ειχε πληρωσει και για τα δυο για μια ολοκληρη βδομαδα.
-'Αν εμφανιστει καποια κοπελα και ζητησει τον Μπλανκο Αμαριγιο θα της δωσεις το κλειδι απο το δευτερο δωματιο διχως να ρωτησεις τιποτα' του ειχε πει. Αυτη ηταν και η τελευταια του κουβεντα με την Μορενα Μοριεντες. Αν επρεπε να εμφανιστει στο Λονδινο θα κοιταγε σε ολα τα ξενοδοχεια κοντα στις οχθες του Ταμεση ζητωντας δωματιο μ' αυτο το ονομα. Ετσι ουτε ο ιδιος θα ηταν υποχρεωμενος να βρισκεται ολη μερα εκει για παν ενδεχομενο ουτε η κοπελα θα εψαχνε στα τυφλα σε μια ολοκληρη πολη. Τα ματια του ξενοδοχου ειχαν γουρλωσει ακομα περισσοτερο οταν του ζητησε οδηγιες για το πως θα πηγαινε στο Ιστ Εντ. Οι προτροπες και προσπαθειες που εκανε για να τον πεισει πως αυτη δεν ηταν περιοχη για εναν κυριο σαν κι αυτον ειχαν πεσει στο κενο. Στο τελος ειχε απλα υπακουσει σε οτι του ειχε ζητηθει.
=============================
Υπαρχει κατι το μαγικο στα γυναικεια χερια που κανενας αντρας, οσο σκληρα και να εχει προσπαθησει, δεν καταφερε ποτε ν' αποκρυπτογραφησει. Σαν να εχουν ζωη απο μονα τους ξεκινουν να καταπιανονται με πραγματα ακολουθωντας μια αορατη διαδρομη στα ματια καθε αντρα κατορθωνοντας στο τελος να βγαλουν αρχη, μεση και τελος στο φαινομενικα απολυτο χαος. Τα χερια της Λουσυ Μπανκροφτ δεν ηταν εξαιρεση σ' αυτον τον κανονα.
Εχοντας μεταμορφωσει κυριολεκτικα το δωματιο απο την πληρη ακαταστασια στην απολυτη συμμετρια εκατσε στο κρεβατι διπλα στον σπανιολο. Σε λιγο θα ξυπναγε, φαινοταν στις ακουσιες κινησεις που εκανε μεσα στον υπνο του. Του χαιδεψε απαλα τα μαλλια και η κινηση αυτη τον επανεφερε σε μια κατασταση γαληνης και ηρεμιας. Καπου στο μεταιχμιο του κοιμαμαι ακομα αλλα ξυπναω ανα πασα στιγμη το χερι του αρπαξε ασυναισθητα το μπρατσο της σαν να φοβοταν πως το χαδι θα μπορουσε να διακοπει ανα πασα στιγμη αποτομα. Την τραβηξε με μια εξαφνη κινηση προς τα μπρος αναγκαζοντας την να ξαπλωσει διπλα του.
===================================
Δεν ηξερε ποια ηταν η γυναικα στον υπνο του που προσπαθουσε αγωνιωδως να κρατησει κοντα του, αυτο που ηξερε ηταν πως αυτο το χαδι ηταν αυτο που ζητουσε. Συνεχισε να τον χαιδευει οταν ξαφνικα τα ματια του ανοιξαν. Ενα κυμα ντροπης την πλημμυρισε καθως θυμηθηκε πως ηταν ουσιαστικα γυμνη και αθελα της εκανε μια κινηση να κρυψει την γυμνια της.
-'Λουσυ' εκανε απορημενος καθως ειδε την φιγουρα της κοπελας απο πανω του.
-'Πεινας' ? ρωτησε η κοκκινομαλλα. 'Απ' οτι ειδα η Μολλυ σου εστειλε γευμα πλουσιοπαροχο'.
Ο Μπλανκο κουνησε καταφατικα το κεφαλι και την κοιταξε σαν να ρωτουσε τι ειχε συμβει.
-'Ο Γουες με παρακαλεσε να σε προσεχω μεχρι να ξυπνησεις' ειπε η Λουσυ.
Ο σπανιολος ανασηκωθηκε λιγο κι εριξε μια ματια στο δωματιο μ' ενα υφος απορημενο.
-'Δεν ειχα τι να κανω μεχρι να ξυπνησεις' ειπε η κοπελα απολογητικα. 'Να σου φερω να φας' ?
Ο αντρας μουρμουρισε ενα 'ναι' και σε λιγο το γευμα της Μολλυ ηταν σ' ενα δισκο μπροστα του. Εκανε να μιλησει μα το δαχτυλο της κοπελας του σφραγισε τα χειλη.
-'Φαε τωρα και μετα τα λεμε' ειπε επιτακτικα.
================================
Σταθηκε ακινητος για μερικα δευτερολεπτα θαυμαζοντας το εργο του. Τα ειχε καταφερει περιφημα, κατι που ειχε απορησει και τον ιδιο. Ενοιωθε το μυαλο του μεθυσμενο και θολωμενο καθως δεκαδες διασπαρτες σκεψεις διετρεχαν τον εγκεφαλο του. Ναι, τα ειχε παει περιφημα.
Το καλυτερο ομως απ' ολα ηταν πως κανεις δεν ειχε αντιληφθει τι ειχε κανει. Κι αυτο επρεπε να διασφαλισει πως ετσι θα εμενε. Σιγουρευτηκε πως κανενα αντικειμενο που θα μπορουσε να τον προδωσει δεν προεξειχε απο το παλτο του και πηρε μια βαθια ανασα.
Επανελαβε μεσα του ξανα και ξανα πως δεν ηταν τιποτα περισσοτερο απο ενας απλος ξεχασμενος νυχτερινος διαβατης στους δρομους του Ιστ Εντ και δεν θα επετρεπε σε τιποτα να το αμφισβητησει. Βγηκε προσεκτικα στην γωνια και ελεγξε τον δρομο. Κανεις.
Αρχισε να βαδιζει με αργο μα σταθερο βημα διχως να ριξει ουτε μια ματια πισω του. Συντομα το σκοταδι που ειχε για συμμαχο εκεινο το βραδυ του προσφερε την καλυψη που ζητουσε.
Ειχε ηδη ξεχασει το πτωμα της Μαιρη Αν Πολυ Νικολς που ειχε αφησει πισω του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 65
Το χτυπημα στην πορτα τον επανεφερε στην πραγματικοτητα διακοπτοντας τις σκεψεις του αποτομα. Ανοιξε και ειδε την μικροκαμωμενη φιγουρα της Σιρλευ Ντιξον απο πισω.
-'Ελα Σιρλευ, περασε' ειπε.
Η κοπελα μπηκε βιαστικα, εριξε μια ματια στον αντρα που κοιμοταν βαθια και μιλησε.
-'Αυτα μου τα εδωσε η Μολλυ' εκανε δειχνοντας το δεμα που κρατουσε στα χερια της. 'Όταν ξυπνησει θα πειναει σιγουρα και η Μολλυ φανταστηκε πως'....
Αφησε τη φραση της να σβησει ενω ενα περιλυπο υφος σχηματιστηκε στο προσωπο της.
-'Αν συνεχισει ετσι κυριε Γουες'....εκανε να ξεκινησει να λεει μα παλι αφησε ανολοκληρωτη την προταση της.
-'Πες στην Μολλυ χιλια ευχαριστω' απαντησε ο δημοσιογραφος. 'Αν δεν ηταν κι αυτη δεν ξερω τι θα ειχε απογινει' ειπε κι εδειξε ταυτοχρονα με το χερι του την κοιμισμενη φιγουρα.
-'Ολοι μας τον συμπαθουμε κυριε Γουες' απαντησε η κοπελα. 'Ακομα και ο Λιο. Μην βλεπετε που μερικες φορες τον πειραζουν. Κατα βαθος ολοι τον συμπαθουνε. Αν χρειαστειτε οτιδηποτε μην διστασετε' εκανε ενω βαδιζε αργα προς την εξοδο. Ο Γουες κουνησε το κεφαλι καταφατικα κι εκλεισε πισω του την πορτα μολις βγηκε η κοπελα.
=============================
Ναι, ολοι τον συμπαθουσαν, με τον ενα η τον αλλο τροπο τελικα, σκεφτηκε ο Γουες. Ολοι εκτος απο τον ιδιο του τον εαυτο. Τα ειχε καταφερει να μπλεξει σχεδον με ολους οσους θα επρεπε κανονικα ν' αποφευγει και ηταν πραγματι αξιον αποριας πως ηταν ακομα αρτιμελης. Τυχη ? Συμπτωση ? Αστρο ? Οτι και να ηταν καποια στιγμη θα στερευε και τοτε ο σπανιολος θα βρισκοταν αντιμετωπος με την πραγματικοτητα, μια πραγματικοτητα ζοφερη και ασχημη.
Εριξε μια ματια στο ρολοι του. Ειχε αργησει στο ραντεβου του με την Νταιανα κι αυτο δεν ηταν καθολου καλο γιατι ειχε δεχτει τελεσιγραφα πολλα το τελευταιο διαστημα εκ μερους της και καποια στιγμη θα εξαργυρωνονταν με ασχημες συνεπειες γι αυτον. Πηρε τα πραγματα του, εριξε μια ματια στον κοιμισμενο αντρα και βγηκε απο το δωματιο. Προχωρησε τον διαδρομο και χτυπησε την πορτα που υπηρχε ακριβως απεναντι.
-'Ποιος ειναι' ? ακουστηκε μια γυναικεια φωνη απο μεσα.
-'Ο Γουες ΜακΓκιντυ ειμαι Λουσυ, ανοιξε σε παρακαλω'.
===========================
Η υγρασια αδιαφορουσε αν το ημερολογιο υποστηριζε πως ηταν Αυγουστος, καλοκαιρινος μηνας, εστω κι αν η τελευταια του μερα θα ξεκιναγε σε λιγο. Ειχε καλυψει οσο το δυνατον περισσοτερο το μεγαλυτερο τμημα στο Γουαιτσαπελ και οσο προχωρουσε το βραδυ οχι μονο δεν φαινοταν να υποχωρει αλλα γινοταν ακομα πιο εντονη. Η Μαιρη Αν Πολυ Νικολς την ενοιωθε για τα καλα εδω και ωρα στα χερια και τα ποδια μα τωρα κι αλλα γυμνα σημεια του σωματος της ειχαν αρχισει να επηρεαζονται. Ετριψε το πανω μερους του εκτεθειμενου μπουστου της προσπαθωντας ν' απομακρυνει, εστω και προσωρινα, την εντονη δροσια που ειχε επικαθησει. Ειχε καμποση ωρα που βρισκοταν στην γωνια Οσμπορν και Γουαιτσαπελ και η μονη ζωσα ψυχη που ειχε δει μεχρι στιγμης ηταν ενας μεθυστακας που προσπαθουσε να βρει ισοροπια σ' ενα τρικυμισμενο δρομο. Λιγα σελλινια ηταν η αποσταση που την χωριζε απο ενα ζεστο κρεβατι μα δεν τα εβλεπε να ερχονται απο καπου. Εριξε μια ματια αριστερα και δεξια και χαμογελασε. Καποιος ερχοταν απο το βαθος προς το μερος της.
===============================
Βαδιζε αργα πανω στο υγρο, γλυστερο οδοστρωμα με κατευθυνση την γυναικεια φιγουρα που εστεκε στην γωνια. Απεφευγε εντεχνα το αναιμικο, χτικιαρικο φως που σκορπιζαν οι λαμπες του δρομου ενω τα ματια του ηλεγχαν εξονυχυστικα την περιοχη. Αυτη τη στιγμη ο ιδιος και εκεινη η γυναικα εμοιαζαν οι τελευταιοι ανθρωποι που υπηρχαν στο Λονδινο.
-'Αν εχεις λιγα σελλινια μπορουμε να περασουμε μια χαρα οι δυο μας' ειπε οταν ο αντρας εφτασε κοντα. Ο τελευταιος εβαλε το χερι στην τσεπη και οταν το εβγαλε στην παλαμη του υπηρχαν μερικα κερματα. Η γυναικα τα εξαφανισε με μια ταχυδακτυλουργικη κινηση.
-'Μ' αυτα εδω' ειπε χαμογελωντας 'θα νιωσεις βασιλιας, εστω και για λιγο'.
Ο αντρας χαμογελασε ενω ενα βλεμμα αρρωστημενης ηδονης εκανε την εμφανιση του.
-'Μωρε εσυ δεν κρατιεσαι' ειπε η Μαιρη Αν. 'Ελα' συνεχισε κι αρχισε να βαδιζει την Οσμπορν.
Ο αντρας ακολουθησε επιφυλακτικα, παντα ελεγχοντας τον περιγυρο. Η ερημια εξακολουθουσε να βασιλευει μαζι με την υγρασια που ειχε γινει ακομα πιο εντονη.
============================
Το οτι η Λουσυ Μπανκροφτ νοικιαζε δικο της δωματιο μονο συμπτωματικο και τυχαιο δεν μπορουσε να θεωρηθει. Το υπεροχο εξωτερικο της παρουσιαστικο την ειχαν κανει μια απο τις πλεον ακριβοπληρωμενες πορνες της περιοχης, κατι που ειχε σαν αποτελεσμα να βγαζει τοσα που να μπορει να νοικιασει ενα δωματιο οπου δεχοταν τους πελατες της. Ψηλη, λεπτη, με φλογατο σγουρο κοκκινο μαλλι, τελειες αναλογιες, ξεχωριζε απ' ολες τις αλλες που παρακαλουσαν για ενα πελατη. Η Λουσυ πια αποφασιζε η ιδια ποιος θα κοιμοταν μαζι της κι αυτο ηδη προκαλουσε ζηλοφθονια και κακεντρεχεια απο μερους ολων των αλλων.
Ακομα κι ο Γουες, που δεν ειχε ματια γι αλλη εκτος απο την Νταιανα Μεισον, καθε φορα που την αντικρυζε του κοβοταν η ανασα. Μια τετοια φορα ηταν και τωρα. Τα ματια του διετρεξαν το ουσιαστικα γυμνο κορμι της απο πανω μεχρι κατω αφου η λεπτη, διαφανη ρομπα που φορουσε μαλλον τονιζε ακομα περισσοτερο τις καμπυλες της παρα τις απεκρυπτε.
Καθαρισε τον λαιμο του πριν ανοιξει το στομα του να μιλησει.
===========================
-'Εχω αφησει τον Μπλανκο σε μαυρα χαλια παλι διπλα' ειπε 'και θα εμενα να τον προσεχω αλλα πρεπει να φυγω για μια επειγουσα δουλεια. Μπορεις να του ριχνεις μια ματια σε παρακαλω ? Με την πρωτη ευκαιρια θα ξαναρθω'.
-'Παλι επινε' ? εκανε απογοητευμενη η Λουσυ. Ο Γουες ανασηκωσε τους ωμους.
-'Ενταξει Γουες, μην ανησυχεις, θα τον κοιταξω εγω, πηγαινε στη δουλεια σου' ειπε.
Ο δημοσιογραφος μουρμουρισε ενα ευχαριστω και κινησε να φυγει.
-'Και Γουες' συμπληρωσε η Λουσυ σταματωντας τον 'εισαι πραγματικος φιλος'.
Ο δημοσιογραφος γυρισε, χαμογελασε και απομακρυνθηκε.
-'Και η αληθεια ειναι πως δεν εχει πολλους απο δαυτους' μονολογησε χαμηλοφωνα η κοπελα.
Ανοιξε την πορτα του Μπλανκο και κουνησε απελπισμενα το κεφαλι της. Το δωματιο ειχε τα ιδια μαυρα χαλια οπως και ο νοικαρης του. Εριξε μια ματια στον κοιμισμενο αντρα και σηκωσε τα μανικια της ρομπας της. Μεχρι να ξυπνουσε ειχε χρονο να βαλει τα πραγματα σε μια ταξη.
=============================
Ειχε πιασει δωματια σ' ενα μικρο, αποκεντρο, καθαρο ξενοδοχειο, οχι πολυ μακρια απο τις οχθες του Ταμεση. Ειχε επισης κατορθωσει να κανει τα ματια του ιδιοκτητη να γουρλωσουν οταν ζητησε δυο δωματια και ειχε πληρωσει και για τα δυο για μια ολοκληρη βδομαδα.
-'Αν εμφανιστει καποια κοπελα και ζητησει τον Μπλανκο Αμαριγιο θα της δωσεις το κλειδι απο το δευτερο δωματιο διχως να ρωτησεις τιποτα' του ειχε πει. Αυτη ηταν και η τελευταια του κουβεντα με την Μορενα Μοριεντες. Αν επρεπε να εμφανιστει στο Λονδινο θα κοιταγε σε ολα τα ξενοδοχεια κοντα στις οχθες του Ταμεση ζητωντας δωματιο μ' αυτο το ονομα. Ετσι ουτε ο ιδιος θα ηταν υποχρεωμενος να βρισκεται ολη μερα εκει για παν ενδεχομενο ουτε η κοπελα θα εψαχνε στα τυφλα σε μια ολοκληρη πολη. Τα ματια του ξενοδοχου ειχαν γουρλωσει ακομα περισσοτερο οταν του ζητησε οδηγιες για το πως θα πηγαινε στο Ιστ Εντ. Οι προτροπες και προσπαθειες που εκανε για να τον πεισει πως αυτη δεν ηταν περιοχη για εναν κυριο σαν κι αυτον ειχαν πεσει στο κενο. Στο τελος ειχε απλα υπακουσει σε οτι του ειχε ζητηθει.
=============================
Υπαρχει κατι το μαγικο στα γυναικεια χερια που κανενας αντρας, οσο σκληρα και να εχει προσπαθησει, δεν καταφερε ποτε ν' αποκρυπτογραφησει. Σαν να εχουν ζωη απο μονα τους ξεκινουν να καταπιανονται με πραγματα ακολουθωντας μια αορατη διαδρομη στα ματια καθε αντρα κατορθωνοντας στο τελος να βγαλουν αρχη, μεση και τελος στο φαινομενικα απολυτο χαος. Τα χερια της Λουσυ Μπανκροφτ δεν ηταν εξαιρεση σ' αυτον τον κανονα.
Εχοντας μεταμορφωσει κυριολεκτικα το δωματιο απο την πληρη ακαταστασια στην απολυτη συμμετρια εκατσε στο κρεβατι διπλα στον σπανιολο. Σε λιγο θα ξυπναγε, φαινοταν στις ακουσιες κινησεις που εκανε μεσα στον υπνο του. Του χαιδεψε απαλα τα μαλλια και η κινηση αυτη τον επανεφερε σε μια κατασταση γαληνης και ηρεμιας. Καπου στο μεταιχμιο του κοιμαμαι ακομα αλλα ξυπναω ανα πασα στιγμη το χερι του αρπαξε ασυναισθητα το μπρατσο της σαν να φοβοταν πως το χαδι θα μπορουσε να διακοπει ανα πασα στιγμη αποτομα. Την τραβηξε με μια εξαφνη κινηση προς τα μπρος αναγκαζοντας την να ξαπλωσει διπλα του.
===================================
Δεν ηξερε ποια ηταν η γυναικα στον υπνο του που προσπαθουσε αγωνιωδως να κρατησει κοντα του, αυτο που ηξερε ηταν πως αυτο το χαδι ηταν αυτο που ζητουσε. Συνεχισε να τον χαιδευει οταν ξαφνικα τα ματια του ανοιξαν. Ενα κυμα ντροπης την πλημμυρισε καθως θυμηθηκε πως ηταν ουσιαστικα γυμνη και αθελα της εκανε μια κινηση να κρυψει την γυμνια της.
-'Λουσυ' εκανε απορημενος καθως ειδε την φιγουρα της κοπελας απο πανω του.
-'Πεινας' ? ρωτησε η κοκκινομαλλα. 'Απ' οτι ειδα η Μολλυ σου εστειλε γευμα πλουσιοπαροχο'.
Ο Μπλανκο κουνησε καταφατικα το κεφαλι και την κοιταξε σαν να ρωτουσε τι ειχε συμβει.
-'Ο Γουες με παρακαλεσε να σε προσεχω μεχρι να ξυπνησεις' ειπε η Λουσυ.
Ο σπανιολος ανασηκωθηκε λιγο κι εριξε μια ματια στο δωματιο μ' ενα υφος απορημενο.
-'Δεν ειχα τι να κανω μεχρι να ξυπνησεις' ειπε η κοπελα απολογητικα. 'Να σου φερω να φας' ?
Ο αντρας μουρμουρισε ενα 'ναι' και σε λιγο το γευμα της Μολλυ ηταν σ' ενα δισκο μπροστα του. Εκανε να μιλησει μα το δαχτυλο της κοπελας του σφραγισε τα χειλη.
-'Φαε τωρα και μετα τα λεμε' ειπε επιτακτικα.
================================
Σταθηκε ακινητος για μερικα δευτερολεπτα θαυμαζοντας το εργο του. Τα ειχε καταφερει περιφημα, κατι που ειχε απορησει και τον ιδιο. Ενοιωθε το μυαλο του μεθυσμενο και θολωμενο καθως δεκαδες διασπαρτες σκεψεις διετρεχαν τον εγκεφαλο του. Ναι, τα ειχε παει περιφημα.
Το καλυτερο ομως απ' ολα ηταν πως κανεις δεν ειχε αντιληφθει τι ειχε κανει. Κι αυτο επρεπε να διασφαλισει πως ετσι θα εμενε. Σιγουρευτηκε πως κανενα αντικειμενο που θα μπορουσε να τον προδωσει δεν προεξειχε απο το παλτο του και πηρε μια βαθια ανασα.
Επανελαβε μεσα του ξανα και ξανα πως δεν ηταν τιποτα περισσοτερο απο ενας απλος ξεχασμενος νυχτερινος διαβατης στους δρομους του Ιστ Εντ και δεν θα επετρεπε σε τιποτα να το αμφισβητησει. Βγηκε προσεκτικα στην γωνια και ελεγξε τον δρομο. Κανεις.
Αρχισε να βαδιζει με αργο μα σταθερο βημα διχως να ριξει ουτε μια ματια πισω του. Συντομα το σκοταδι που ειχε για συμμαχο εκεινο το βραδυ του προσφερε την καλυψη που ζητουσε.
Ειχε ηδη ξεχασει το πτωμα της Μαιρη Αν Πολυ Νικολς που ειχε αφησει πισω του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου