Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2015

                    SOTIRIS SVARNAS



                ΚΑΙ ΕΓΕΝΕΤΟ ΣΚΟΤΟΣ






Σταθηκε διπλα στο αυτοκινητο κι εριξε μια ματια απεναντι του. Κουνησε απελπισμενα το κεφαλι του κι αναψε τσιγαρο. Φυσηξε δυνατα τον καπνο προσπαθωντας μαζι ν' απαλλαγει απο ενα μερος του αγχους που ειχε αρχισει να τον κυριευει. Δεν υπηρχε περιπτωση να προλαβει να εχει τα παντα ετοιμα μεσα σε τρεις μερες. Οταν ειχε ζητησει μια τριημερη αδεια απο την δουλεια του πιστευε πως θα ξεμπερδευε γρηγορα. Ομως αυτο που αντικρυζε ηταν πραγματικη απογοητευση. Σηκωσε τα ματια του στον βουρκωμενο ουρανο προσπαθωντας να καταλαβει αν ακομα και τα συννεφα τον περιεπαιζαν με τον τροπο που μαζευονταν βιαστικα απο πανω του. Ηταν σιγουρος πως οταν θα ξεσπαγε η μπορα απο στιγμη σε στιγμη θα περιοριζοταν αυστηρα και μονο στον χωρο που ο ιδιος καταλαμβανε. Εβγαλε την βαλιτσα απο το πορτ μπαγκαζ και προσπαθησε να θυμηθει τι ειχε πεταξει μεσα βιαστικα. Ρουχα για τρεις μερες, τι αλλο, αλλα τωρα ηξερε πως δεν θα τον εφταναν. Κοιταξε το κινητο του. Δεν ειχε σημα. Ο Κεννυ Φινερ χαμογελασε σαν να ελεγε 'το περιμενα', πεταξε το τσιγαρο και ξεκινησε.
                    =================================
Εσωτερικα το σπιτι φαινοταν σε πολυ καλυτερη κατασταση απ' οτι εξω. Προφανως ο θειος του προτιμουσε να περναει τις περισσοτερες ωρες του μεσα παρα εξω, δεν μπορουσε να δωσει αλλη εξηγηση για την διαφορα που υπηρχε αναμεσα στο εσωτερικο και το εξωτερικο της επαυλης.
Πανω απο τον μεγαλο διαδρομο, σαν Δαμοκλειος σπαθη, κρεμοταν ενας πολυελαιος που ειχε σιγουρα ζησει ενδοξοτερες μερες. Η μεγαλη ξυλινη πορτα αριστερα οδηγουσε σ' ενα πολυφορτωμενο μ' επιπλα σαλονι ενω η αντιστοιχη δεξια σε μια λιτη, συμμαζεμενη βιβλιοθηκη.
Στο τελος του διαδρομου ανοιξε την πορτα που οριοθετουσε την κουζινα μ' ενα κακο προαισθημα που ομως δεν δικαιωθηκε. Η τεραστια κουζινα ηταν τακτοποιημενη και καθαρη. Αν εξαιρουσε κανεις την σκονη που ειχε θρονιαστει για τα καλα παντου και κοιταζε με μισο ματι τον εισβολεα ολα τ' αλλα ηταν, παραδοξως, στην εντελεια. Αυτο προσθεσε λιγο μποι στην αισιοδοξια του μα ηξερε πως υπηρχαν κι αλλα για να δει. Οπως τις δυο πορτες που υπηρχαν εκατερωθεν λιγο πριν την κουζινα.
                    =============================
Μια τεραστια πετρινη σκαλα αρχιζε αμεσως μετα την αριστερη πορτα που οδηγουσε στο υπογειο μα επελεξε να εξερευνησει τον χωρο καποια αλλη στιγμη. Η δεξια εκρυβε απο τα ματια του επισκεπτη μια παλαι ποτε πολυτελη τουαλεττα που υπεφερε κι αυτη απο τα συμπτωματα της σκονης. Αν παρεβλεπε καποιος αυτο το γεγονος ο χωρος ηταν πεντακαθαρος.
Βαδισε αναποδα τον διαδρομο και σταθηκε στο κεφαλοσκαλο της στριφογυριστης ξυλινης σκαλας. Μ' εξαιρεση το τριξιμο σ' ολα τα σκαλοπατια η σκαλα φαινοταν υγιεστατη. Στα δεξια πολυκαιρισμενοι πινακες κρεμονταν σ' εναν τοιχο που φωναζε απο μακρια πως χρειαζοταν βαψιμο κι εκει κοντοσταθηκε. Δεν υπηρχε ουτε μια προσωπογραφια, μονο τοπια που του ηταν παντελως αγνωστα. Περιμενε πως ο θειος του θα ειχε καποιον οικογενειακο πινακα μα διαψευστηκε. Εφτασε στο κεφαλοσκαλο και σταματησε. Το παχυ, κοκκινο χαλι που ηταν στρωμενο κατα μηκος του διαδρομου τραβηξε το ματι του. Μετα ηταν οι πορτες που υπηρχαν που του κινησαν το ενδιαφερον κι αρχισε να τις ανοιγει.
                         =============================
Η κεντρικη κρεββατοκαμαρα οπως και οι δυο ξενωνες ηταν σε αρκετα καλη κατασταση κι αν βρισκοταν καποιος ν' ανοιξει τα παραθυρα να μπει φρεσκος αερας και ξεσκονιζε υποτυπωδως θα εδειχναν ακομα καλυτερα. Ο διαδρομος τελειωνε σ' ενα τεραστιο παραθυρο που οι βαριες κουρτινες του ξεγελουσαν για το μεγεθος του. Ομως αυτο που του τραβηξε το ενδιαφερον ηταν η καταπακτη που υπηρχε λιγο πριν το παραθυρο, ακριβως πανω απο το κεφαλι του, στο ταβανι.
Τραβηξε τον χαλκα που προεξειχε και μια σκαλα ξυλινη παραλιγο να τον αποκεφαλισει με την ταχυτητα που επεσε μπροστα του. Καλμαρε τους χτυπους της καρδιας του απο το αναπαντεχο συμβαν και ανεβηκε την σκαλα. Ξεπροβαλλε το κεφαλι του στο ανοιγμα και κοιταξε ολογυρα.
-'Υπαρχει και σοφιτα λοιπον' σκεφτηκε κι αναρωτηθηκε σε τι κατασταση να ηταν αφου το προχωρημενο της ωρας σε συνδυασμο με την αγνοια του για το που μπορουσε να ειναι ο διακοπτης για το φως δεν του επετρεπαν να βλεπει ουτε την μυτη του. Κατεβηκε, εσπρωξε την σκαλα προς τα πανω, εκλεισε την καταπακτη και κατεβηκε στον κατω οροφο.
                       ===========================
Βρηκε ενα μπουκαλι ουισκι στο σαλονι, πηρε κι ενα ποτηρι απο την κουζινα και θρονιαστηκε σε μια βελουδινη πολυθρονα στην βιβλιοθηκη. Ενοιωσε ολη την ενταση που τον συντροφευε εδω και ωρες ν' ατονει σταδιακα και τις σκεψεις του να καθαριζουν. Αρχισε να ξετυλιγει το κουβαρι απο την αρχη σε μια αποπειρα να οργανωσει τις κινησεις του απο δω και περα.
Οταν εκεινος ο δικηγορος τον ειχε προσκαλεσει στο γραφειο του ειχε παραξενευτει στην αρχη. Του εξηγησε με απλα λογια πως ο θειος του ειχε αποβιωσει και πως του κληροδοτουσε την επαυλη του στην κομητεια του Μπερλινγκ. Την αρχικη χαρα διαδεχτηκε ο προβληματισμος οταν μεσα απο νουμερα ο δικηγορος του ειχε κανει ξεκαθαρο πως δεν ηταν σε θεση να την συντηρησει. Ηταν προτιμοτερο να εβρισκε καποιον αγοραστη κι αυτο ηταν κατι που θα επιτυγχανε μονο αν πηγαινε εκει. Ο δικηγορος ειχε δικιο. Ηταν αδυνατον να συντηρησει ενα τετοιο σπιτι, τοσο μακρια. Αυριο θα πηγαινε στο Μπερλιγκ, σε καποιο μεσιτικο γραφειο και θα τους εξουσιοδοτουσε για την πωληση.   
                      ===========================
Το σπιτι αξιζε πολλα μα θα επιανε την πραγματικη του τιμη αν ειχε ενα μηνα στην διαθεση του να προβει στις απαραιτητες επιδιορθωσεις. Δυστυχως με τον περιορισμενο του χρονο ηταν αναγκασμενος να το δωσει οπως ηταν, εγκαταλελειμενο κι αφροντιστο, και θα εχανε σιγουρα πολλα χρηματα. Ολα αυτα βεβαια αν βρισκοταν καποιος να το αγορασει αμεσα. Διαφορετικα ο χρονος θα κυλαγε εις βαρος του καθως θα επρεπε να πληρωνει απο την τσεπη του και το μεσιτικο γραφειο. Η κληρονομια ερχοταν την καταλληλη στιγμη, μια στιγμη που χρειαζοταν αμεσα μετρητα για ν' αγορασει εκεινο το κουκλιστικο διαμερισμα στην Νεα Υορκη.
Ο κεραυνος πρεπει να ειχε πεσει πολυ κοντα γιατι ο θορυβος τον εκανε να πεταχτει πανω χυνοντας το ποτο του. Ταυτοχρονα τα φωτα τρεμοπαιξαν μια- δυο φορες και η γλυκια, ποτιστικη βροχη που ειχε ξεκινησει εδω και ωρα μεταβληθηκε σε καταιγιδα.
Τα ματια του καρφωθηκαν ικετευτικα στον μεγαλο πολυελαιο σε μια βουβη παρακληση να συνεχισει να φωτιζει. Το μονο που του ελειπε ηταν μια διακοπη ρευματος.  
                   ==============================
Αρχισε να ψαχνει την βιβλιοθηκη για καποιο φακο σε περιπτωση αναγκης μα επιασε τον εαυτο του να χαζευει τα βιβλια που καταλαμβαναν τους τρεις τοιχους του δωματιου. 
Νεκρονομικον, Χειρογραφο Βοινιτς, Υπνερωτομαχια Πολυφιλου, Ενωχιανες Πινακιδες, Τα Βιβλια του Κθουλου, Delomelanikon, The Nine Gates Of The Kingdom Of Shadows, Το Βιβλιο Του Τζιαν, Ενωχιανες Πινακιδες κι ενα σωρο ακομα που παντα πιστευε πως ηταν ανυπαρκτα.
Εριξε μια προσεκτικη ματια σ' ολο το χωρο και ριγησε. Μικρα τερατωδη αγαλματιδια που παρισταναν εφιαλτικους δαιμονες ηταν σπαρμενα στο χωρο, ανατριχιαστικοι πινακες βδελλυρης φαντασιας κρεμονταν στους τοιχους κι αλλα αποκοσμα αντικειμενα του πιστοποιησαν αυτο που ειχε σκεφτει. Ο θειος του ηταν μπερδεμενος σε αποκρυφα διχτυα, βυθισμενος σ' εναν κοσμο μαγειας και μαγγανειας, ισως και δαιμονολατρειας κι αυτο τιποτα καλο δεν προμηνυε. Λαθος. Ανοιγοντας ενα συρταρι, κατω απο μια στοιβα σημειωσεις σε ακαταλαβιστικη γλωσσα και ανιερα σκιτσα βρηκε αυτο που εψαχνε. 
                    =============================
Θα μπορουσε να ειναι ενας απλος φακος αν δεν ειχε αυτα τα υπεροχα σχεδια και τις λεξεις σε αγνωστη γραφη σκαλισμενα στη λαβη του.  Ισως να επιανε  καλη τιμη σε καποιο παλαιοπωλειο, και οχι μονο αυτος αλλα και αλλα απο τα αντικειμενα που τον περιτριγυριζαν. Πρωτη του δουλεια το επομενο πρωι πριν παει στο Μπερλιγκ να συγκεντρωσει ολα τα αντικειμενα που το ματι και η διαισθηση του του ελεγαν πως μπορει να ειχαν καποια αξια. Το σπιτι μπορουσε να πουληθει και χωρις αυτα. Πιεσε το κουμπι ν' αναψει το φακο μα δεν εγινε τιποτα.
-'Μπαταριες' σκεφτηκε και ανοιξε το περιβλημα. Μαλιστα, αυτο ηταν περιεργο. Δεν υπηρχε πουθενα υποδοχη για μπαταριες. Τον χτυπησε μερικες φορες στο χερι του μηπως και λειτουργησει μα παλι δεν εγινε τιποτα. Τον αφησε πανω στο γραφειο εκνευρισμενος και εκατσε στην αναπαυτικη πολυθρονα. Πιο πολυ το ενοιωσε παρα ειδε κατι το συγκεκριμενο.
Το φως στην βιβλιοθηκη ελλατωνοταν σταδιακα. Οχι, το φως ηταν σταθερο γιατι τιποτα δεν τρεμοπαιζε. Μα τι στο διαβολο συνεβαινε και λιγοστευε το φως ?  
                 ============================
Παρατησε το ποτο του και σηκωθηκε με μια παγωμαρα στην καρδια. Το φως συνεχιζε να θαμπωνει και να ξεθωριαζει. Σε λιγα λεπτα το δωματιο θα ειχε βυθιστει στο σκοταδι. Μια ανεξηγητη παρορμηση τον εκανε να κοιταξει προς το φακο. Του κοπηκε η ανασα.
Οχι, το φως ηταν εκει σταθερο κι αναλλοιωτο, απλα χανοταν σταδιακα γιατι ο φακος που ηταν στραμμενος προς το μερος του εμοιαζε να φεγγει σκοταδι. Ηταν τρελο αυτο που εβλεπε μα τα ματια του ηταν αδιαψευστος μαρτυρας. Ο φακος αντι να σκορπιζει φως ξερνουσε σκοταδι, ενα σκοταδι που καλυπτε με μεγαλυτερη ταχυτητα ολη την βιβλιοθηκη. Δοκιμασε να παει προς το φακο μα ενοιωσε ενα απιστευτο κυμα φρικης να πεφτει με ορμη πανω του. Ηταν οτι πιο παραλογο ειχε βιωσει ποτε μα ηταν σχεδον σιγουρος πως αυτο το σκοταδι ηταν ζωντανο. Δεν μπορουσε να το αγγιξει, να το μυρισει, μα το εβλεπε να πολλαπλασιαζεται μπροστα του. Το ενστικτο του τον διεταξε απεγνωσμενα να φυγει οσο μπορουσε πιο γρηγορα απο κει μεσα.
Τα ποδια του υπακουσαν και ορμησε εξω απο το δωματιο.
               ================================
Το αρχεγονο σκοταδι πεινουσε. Φυλακισμενο απο την αρχη του χρονου απλα υπηρχε χωρις να μπορει να ικανοποιησει τις μιαρες αναγκες του. Ειδε την τροφη του κατω απο μια μεγαλη πηγη φωτος και πλησιασε απο παντου. Η τροφη εβγαζε ακατανοητους ηχους μα αυτοι διακοπηκαν βιαια οταν την σκεπασε και την απορροφησε. Ενοιωσε καλυτερα μα χρειαζοταν να φαει κι αλλο. Η πεινα του εμοιαζε ακορεστη μα ηταν σιγουρο πως αυτο δεν ηταν το τελευταιο του γευμα. Καλυψε ολο το σπιτι και συνεχιζε να γιγαντωνεται οσο ο φακος παρεμενε ανοιχτος.
Εξω απο το σπιτι συναντησε κατι που ηταν ολοιδιο μ' αυτο με μια μικρη διαφορα. Ολο εκεινο το μαυρο που τυλιγε τα παντα ηταν νεκρο. Το ενσωματωσε μονομιας και συνεχισε να επεκτεινεται. Συντομα διεκρινε στο βαθος κι αλλα φωτα και τροφες, σαν κι αυτη που μολις ειχε καταναλωσει, που κινουνταν κατω απ' αυτο. Απλωσε τα πεπλα του με ακομα μεγαλυτερη δυναμη και ορμη. Δεν ηξερε που ειχε βρεθει και δεν το ενοιαζε. Το μονο που ειχε σημασια ηταν να κορεσει την απυθμενη πεινα του που οχι μονο δεν κοπαζε αλλα αυξανοταν συνεχως. 



                                              ΤΕΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου